H νέα κινηματογραφική χρονιά ξεκινάει με την επιστροφή του Κλιντ Ίστγουντ που αυτή τη φορά  σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στο  «Βαποράκι».

Στους κινηματογράφους και το εξαιρετικό «Green book» που φλερτάρει με τα Όσκαρ, η μεταμορφωμένη για τις ανάγκες του «Destroyer» Νικόλ Κίντμαν, αλλά και η επική «Άγρια Αχλαδιά» του Νουρί Μπιλγκέ Τζεϊλάν.

Το Πράσινο Βιβλίο (Green Book)
Σκηνοθεσία: Πίτερ Φαρέλι
Παίζουν: Βίγκο Μόρτενσεν, Μαχερσάλα Άλι, Λίντα Καρντελίνι
 

 
Δεκαετία του ’60. O Τόνι, πορτιέρης από μία Ιταλο-αμερικανική γειτονιά του Μπρονξ, προσλαμβάνεται ως οδηγός του Δρ. Ντον Σίρλεϊ, ενός παγκοσμίου φήμης Aφροαμερικανού πιανίστα, για να τον συνοδεύσει σε μία περιοδεία από το Μανχάταν στον βαθύ Αμερικάνικο Νότο. Θα πρέπει να κινηθούν στηριζόμενοι στο «Πράσινο Βιβλίο», που θα τους υποδείξει τα ελάχιστα καταλύματα, εστιατόρια κτλ που ήταν τότε ασφαλή για τους Αφροαμερικανούς.  Στη διαδρομή τους, συναντούν τον ρατσισμό και πολλούς κινδύνους, όμως  αναγκάζονται να βάλουν στην άκρη τις διαφορές τους  για να επιβιώσουν.

Με πέντε υποψηφιότητες για  τις  Χρυσές Σφαίρες, το βραβείο κοινού στο Φεστιβάλ του Τορόντο και το Βραβείο της Ένωσης κριτικών κι ιστορικών του σινεμά,  το  « Πράσινο  Βιβλίο»  μπαίνει  δυναμικά στην οσκαρική κούρσα .
Ο  διάσημος  Αφροαμερικανός πιανίστας Ντον Σίρλεϊ,  κάτοχος διδακτορικών, αξιοπρεπής και βαθιά καλλιεργημένος, αντέχει με σθένος τις ρατσιστικές επιθέσεις, δέχεται αγόγγυστα την προσβλητική συμπεριφορά όσων εκθειάζουν κατά τα άλλα την τέχνη του και με θάρρος  τολμάει μία επικίνδυνη περιοδεία  στον  Αμερικανικό Νότο. Μαζί του, ένας άξεστος με χοντροκομμένους τρόπους μικρομαφιόζος, ο Τόνι Βελαλόνγκα, που τον συνοδεύει και φροντίζει τη σωματική του ακεραιότητα. Οδηγός τους σε αυτό το επικίνδυνο ταξίδι  το περιβόητο Green book,  ένα βιβλίο που παρείχε πληροφορίες στους έγχρωμους για το πού επιτρεπόταν να φάνε και να κοιμηθούν. Αυτή η εμπειρία για τους δυο θα αποβεί καθοριστική: ο Τόνι  θα έρθει σε επαφή με τον πολιτισμό και την τέχνη του Ντον Σίρλεϊ, ενώ εκείνος θα μάθει από έναν απλό λαϊκό άνθρωπο ότι χρειάζεται να υψώσεις το ανάστημά σου για να ξεπεράσεις τις προκαταλήψεις και να αντισταθείς στην αδικία.

Ο Πίτερ Φαρέλι, («Ο  ηλίθιος και ο πανηλίθιος» , « Κάτι τρέχει με την Μαίρη»), κάνει την έκπληξη της χρονιάς,  υπογράφοντας μία δυνατή , γλυκόπικρη αντιρατσιστική δραμεντί, έξοχα γυρισμένη, που κρατάει υπέροχα τις ισορροπίες ανάμεσα στην κωμωδία και στο δράμα.
Το εξαιρετικό χιούμορ του σεναρίου  (που συνυπογράφει ο σκηνοθέτης με τον  Μπράιαν Χέιζ Κάρι   τον γιο του Βελαλόνγκα, Νικ) ,  η ευαίσθητη και ταυτόχρονα πολιτική  ματιά του Φαρέλι, που  αποφεύγει τους μελοδραματικούς τόνους, αλλά με σθένος τάσσεται εναντίον του ρατσισμού και των διακρίσεων,  και η μοναδική χημεία των δύο πρωταγωνιστών συνιστούν τα συστατικά μιας ταινίας που θα σας κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον για πάνω από δύο ώρες.

Ο Βίγκο Μόρτενσεν σε έναν  διαφορετικό ρόλο από όσους  έχει ερμηνεύσει μέχρι τώρα μεταμορφώνεται σε έναν  χαριτωμένο καλόκαρδο  απατεώνα, και ο Μαχερσάλα Άλι , που έγινε  ευρύτερα  γνωστός από το   «Moonlight» αποδεικνύει  την ερμηνευτική  του γκάμα, αποδίδοντας   εξαιρετικά την αριστοκρατική κομψότητα του Ντον  Σίρλεϊ.

Το Βαποράκι (The Mule)
Σκηνοθεσία: Κλιντ Ίστγουντ
Παίζουν: Κλιντ Ίστγουντ, Μπράντλεϊ Κούπερ, Λόρενς Φίσμπερν, Μάικλ Πένια, Άντι Γκαρσία

Ο ογδοντάχρονος Ερλ Στόουν είναι απένταρος, μόνος και αντιμέτωπος με τη χρεοκοπία της επιχείρησής του, όταν του προσφέρεται μία δουλειά, στην οποία – φαινομενικά- πρέπει απλά να οδηγεί. Στην πραγματικότητα, γίνεται μεταφορέας στην υπηρεσία του μεξικάνικου καρτέλ ναρκωτικών. Τα πάει  δε τόσο καλά, που οι «παραγγελίες» ολοένα και αυξάνονται και ο ίδιος σύντομα ανεβαίνει στην ιεραρχία της «επιχείρησης». Δεν αργεί ωστόσο να τον εντοπίσει το ραντάρ του σκληρού πράκτορα της υπηρεσίας για την καταπολέμηση των ναρκωτικών Κόλιν Μπέιτς. Έτσι, παρόλο που τα οικονομικά του προβλήματα ανήκουν στο παρελθόν, τα προηγούμενα λάθη του αρχίζουν να τον βαραίνουν σε τέτοιο βαθμό που είναι αβέβαιο αν θα έχει το χρόνο να τα διορθώσει, πριν βρεθεί ενώπιον της επιβολής του νόμου ή των αρχηγών του καρτέλ.

Ο Κλιντ Ίστγουντ σκηνοθετεί και  παίζει -δέκα χρόνια μετά το «Gran Torino»,- την αληθινή ιστορία  ενός ηλικιωμένου  αμερικανού που γίνεται βαποράκι των μεγάλων καρτέλ λόγω οικονομικής ανέχειας.
Ο Ερλ Στόουν ,  που παλεύει να τα βγάλει πέρα, όντας στα όρια της χρεοκοπίας,   κι ενώ  έχει αποτύχει πλήρως ως σύζυγος και πατέρας,   μια δελεαστική  πρόταση  από   ένα καρτέλ ναρκέμπορων: να διακινεί ποσότητες κοκαΐνης. Παρά τα ογδόντα του χρόνια,  ο Έρλ αποδεικνύεται αποδοτικότατος,  κι έτσι ο αρχηγός  του καρτέλ    ζητάει να τον γνωρίσει από κοντά. Στο μέγαρό του,  ο   Ερλ θα  έχει την ευκαιρία να ζήσει μια  ξέφρενη ζωή, ενώ ταυτόχρονα    θησαυρίζει  από τη καινούργια του δουλειά. Όμως  η υπηρεσία καταπολέμησης των ναρκωτικών τον έχει βάλει στο μάτι. Έτσι στα βήματά του θα βρεθεί  ο σκληρός πράκτορας Κόλιν   Μπέιτς, που θα γοητευτεί από την προσωπικότητά του.
 Ο Κλιντ Ίστγουντ  είναι αναμφίβολα ένας μεγάλος σκηνοθέτης και  σε αυτή την ταινία, αν και δεν έχει στα χέρια του μια πραγματικά δυνατή  ιστορία – η αλήθεια είναι πως λείπουν οι εντάσεις και οι κορυφώσεις,-  εδώ το αποδεικνύει για ακόμα μια φορά .
Με αφορμή την αληθινή  ιστορία του Λίο Σαρπ,  όπως λεγόταν το πραγματικό πρόσωπο, ο πάντα ακμαίος και εξαιρετικά μοντέρνος Ίστγουντ μιλάει για την τρίτη ηλικία και το δικαίωμα της στη ζωή,  αναρωτιέται σχετικά με το τι είναι ηθικό, ακροβατεί ανάμεσα στη σάτιρα και στην προσωπική τραγωδία, ενώ ταυτόχρονα κάνει το δικό του  χιουμοριστικό πολιτικό σχόλιο  για την οικονομική κρίση  και τη νέα τάξη  πραγμάτων που  έχει επικρατήσει,
Με μια δυνατή κινηματογράφηση,  ελάχιστους διαλόγους, και πολύ καλό ρυθμό στο μοντάζ, φτιάχνει ένα  απολαυστικό  road trip και  επιστρέφει στην υποκριτική με μια στιλάτη  εσωτερική ερμηνεία, έχοντας στο πλευρό του καλούς του φίλους και   δικούς του ανθρώπους, όπως τον Μπράντλεϊ Κούπερ τον  Άντι Γκαρσία, αλλά και την κόρη του, Άλισον.

Destroyer
Σκηνοθεσία: Καρίν Κουσάμα
Παίζουν: Νικόλ Κίντμαν, Σεμπάστιαν Σταν, Τατιάνα Μασλάνι

Πριν από δεκαέξι χρόνια, η ντετέκτιβ του αστυνομικού τμήματος του Λος Άντζελες Έριν Μπελ  βρέθηκε σε  μια μυστική αποστολή στην Καλιφόρνια με σκοπό να εισχωρήσει σε μια συμμορία με αρχηγό τον τρομακτικό Σίλας. Όταν μια από τις βίαιες ληστείες τους αποτυγχάνει, η κάλυψη της Έριν χάνεται και ο Σίλας διαφεύγει. Αρκετά χρόνια αργότερα, ο Σίλας επιστρέφει πιο δυνατός και πιο επικίνδυνος από ποτέ, έχοντας καταστρώσει το σχέδιο της μεγαλύτερης τραπεζικής ληστείας στην ιστορία. Αυτή τη φορά όμως η Έριν θα τον σταματήσει.

H αγνώριστη -και υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα Α’ Γυναικείου Ρόλου σε Δράμα- Νικόλ Κίντμαν,  πρωταγωνιστεί στο αστυνομικό θρίλερ της Καρίν Κουσάμα («Jennifer’s Body»).
Μια  αστυνομικός από το Λος Άντζελες, που ζει την προσωπική της παρακμή,  έρχεται αντιμέτωπη με τα φαντάσματα του παρελθόντος και τον μεγαλύτερο εχθρό της. Η  Έριν Μπελ πριν από δεκαέξι χρόνια είχε εισχωρήσει στους κόλπους μιας σπείρας ληστών. Εκείνη η εμπειρία της στέρησε όσα αγαπούσε, την έφερε αντιμέτωπη με τις ηθικές της αξίες και την αλλοτρίωσε. Όταν ο αρχηγός της συμμορίας, ο Σίλας επιστρέφει οργανώνοντας τη μεγαλύτερη  ληστεία όλων των εποχών, εκείνη θα κάνει τα πάντα για να τον σταματήσει.
Ξεκινώντας από το νεκρό σώμα του Σίλας, η Καρίν Κουσάμα με φλας μπακ και μία ανορθόδοξη αφήγηση που συχνά μπερδεύει τον χρόνο, συγκροτεί το πορτρέτο μιας ιδιόμορφης ηρωίδας, που τελικά μόνο ένα πράγμα αναζητάει: την εκδίκηση.
Μέσα σε αυτή τη βίαιη διαδρομή η Κουσάμα περιγράφει ουσιαστικά πώς ένα λαμπερό κορίτσι κατέληξε ράκος κι έχασε την ικανότητα να επικοινωνεί με τους ανθρώπους-η  Μπελ έχει εξαιρετικά κακές σχέσεις τόσο με τους συναδέλφους της, όσο και με την κόρη της-, χωρίς όμως να γίνεται μελοδραματική. Με αναφορές σε ταινίες των 70’s, όπως το «Σέρπικο» ή «ο Άνθρωπος από τη Γαλλία», η δημιουργός  δομεί ένα νεονουάρ φιλμ στο ηλιόλουστο Λος Άντζελες, που δεν στερείται δράσης, όμως τελικά κάπου χάνει τον  ρυθμό του και  γίνεται εντελώς προβλέψιμο.

Η Νικόλ Κίντμαν, σε έναν ρόλο που στην ουσία περισσότερο θα ταίριαζε σε  άνδρα-  η Έριν Μπελ  δεν έχει ακριβώς αυτό που ονομάζουμε γυναικεία ιδιοσυγκρασία-  πέρα της εντυπωσιακής της μεταμόρφωσης, κάνει μία ερμηνεία εντελώς διαφορετική από όσες την έχουμε συνηθίσει, δημιουργώντας δύο εαυτούς για την ηρωίδα της: στα νιάτα της είναι γεμάτη ενέργεια, ερωτική και φιλόδοξη για να καταλήξει τελικά  μία κουρασμένη και καθόλα ηττημένη γυναίκα.


Η  άγρια αχλαδιά (Ahlat Agaci/ The wild pear tree)
Σκηνοθεσία: Νουρί Μπιλγκέ Τσεϊλάν
Παίζουν: Ντογκού Ντεμιρκόλ, Μουράτ Σεμσίρ, Χαζάρ Εργκουκλού

Ο νεαρός Σινάν επιστρέφει απρόθυμα μετά τις σπουδές του στο χωριό που μεγάλωσε και στο σπίτι των γονιών του,  προσπαθώντας  να αποφασίσει τι θα κάνει με το μέλλον του. Καθώς οι μέρες περνούν,  περιπλανιέται στον σχεδόν ασφυκτικό μικρόκοσμο του χωριού του, συναντά συγγενείς και φίλους και σιγά σιγά συνειδητοποιεί τόσο την αντιπάθειά του για το μέρος που τον περιβάλλει όσο και για τον πατέρα του- έναν ανεύθυνο καθηγητή και οικογενειάρχη, πνιγμένο στα χρέη και με αδυναμία στον τζόγο.

Ο Νουρί Μπιλγκέ Τσεϊλάν («Κάποτε στην Ανατολία», «Χειμερία Νάρκη») μέσα σε τρεις ώρες καταγράφει το πορτρέτο της σύγχρονης Τουρκίας μέσα από  μια   οξυδερκή  ιστορία ενηλικίωσης.  
Η ταινία ήταν η  επίσημη υποβολή της Τουρκίας για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.
Ένας νέος επίδοξος συγγραφέας, ο Σινάν, επιστρέφει στο χωριό του μετά από τις σπουδές του,  ενώ παράλληλα ετοιμάζεται να δώσει εξετάσεις για να διοριστεί ως δάσκαλος, όπως και ο πατέρας του. Οι μέρες κυλούν μελαγχολικά για τον Σινάν,  ο οποίος με το θράσος και την υπεροψία της νιότης του συναναστρέφεται συγχωριανούς του: έναν διακεκριμένο συγγραφέα, τον δήμαρχο του χωριού, ένα κορίτσι που γνώριζε από το σχολείο, ενώ παράλληλα  βρίσκεται συνεχώς  σε μία διαρκή σύγκρουση με τον εθισμένο στον τζόγο  πατέρα του. Τελικά ο Σινάν εκδίδει το βιβλίο του,  την «Άγρια Αχλάδια»,   για να συνειδητοποιήσει  ότι η ενηλικίωση προϋποθέτει τη συγχώρεση και την αποδοχή.

Ο Τσεϊλάν σε αυτή την ταινία δεν στηρίζεται τόσο στην εικονοποιία, αν και δεν λείπουν τα λυρικά φθινοπωρινά και χειμερινά πλάνα που μεταφέρουν τη ζωή της επαρχίας,  αλλά περισσότερο σε μεγάλες σκηνές με πυκνογραμμένους διαλόγους, μέσα από τους οποίους μιλάει για την τέχνη, τη θρησκεία και για υπαρξιακά ζητήματα με μία λογοτεχνική διάθεση.
Μέσα από τις συναντήσεις του Σινάν,  ο Τούρκος δημιουργός περιγράφει τη διαδικασία ωρίμανσης ενός ανθρώπου, αναρωτιέται σχετικά με το νόημα της ύπαρξης, ενώ ταυτόχρονα στοχάζεται για την ταυτότητα της χώρας του που παλεύει να ισορροπήσει ανάμεσα στο δυτικό μοντέλο και στην παράδοση. Η μεγάλη διάρκεια της ταινίας εδώ λειτουργεί μαγνητιστικά για τον θεατή, που παρακολουθεί βήμα βήμα τη ζωή του κεντρικού ήρωα και με έναν τρόπο γίνεται κοινωνός μιας πραγματικότητας που ο Τσεϊλάν επιλέγει να καταγράψει με ποιητικούς όρους, συνδέοντας την πορεία του Σινάν με τον κύκλο της ζωής. Στοχαστικός ,συμπονετικός αλλά και αισιόδοξος τελικά ο Τσεϊλάν φτιάχνει με τσεχοφικές επιρροές ένα έπος πολλαπλών αναγνώσεων, μετουσιώνοντας την « Άγρια Αχλαδιά»   σε σύμβολο των ψευδαισθήσεων μιας χαμένης νιότης.

Μια Δεύτερη Ευκαιρία (Second Act)
Σκηνοθεσία: Πίτερ Σίγκαλ
Παίζουν: Τζένιφερ Λόπεζ, Λία Ρέμινι, Βανέσα Χάντζενς, Τριτ Γουίλιαμς, Μίλο Βεντιμίλια
 

Η 43χρονη Μάγια είναι μια ιδιοκτήτρια καταστήματος λιανικής πώλησης που παλεύει με τα απωθημένα και τα ανεκπλήρωτα όνειρά της. Μέχρι που αποκτά την ευκαιρία να αλλάξει τρόπο ζωής και να αποδείξει στους γιάπηδες  ότι το «σχολείο της ζωής» έχει την ίδια αξία με τα ακριβά κολέγια και πως ποτέ δεν είναι αργά για μια δεύτερη ευκαιρία.

Η αποθέωση του American dream με την Τζένιφερ Λόπεζ να υποδύεται την πτωχή πλην τίμια, που αν και δεν έχει μάστερ και διδακτορικά, καταφέρνει εκτινάξει στα ύψη  τις πωλήσεις μιας  πολυεθνικής  εταιρείας.
Η Μάγια λοιπόν είναι μια μεσήλικη  αλλά πολύ γοητευτική  γυναίκα που    με ένα ψεύτικο  βιογραφικό πιάνει τη δουλειά των ονείρων της.   Εκεί όμως πρέπει να  αποδείξει την αξία της αλλά και να πείσει τους  ανώτερούς της ότι έχει  τα προσόντα για μια   μεγάλη καριέρα. Τι κι αν δεν έχει τελειώσει το Χάρβαρντ,  η Μάγια ξέρει τι χρειάζεται ο κόσμος, οπότε  μπορεί να  παρασκευάζει  βιολογικά καλλυντικά χωρίς να αυξήσει το κόστος.   Φυσικά  η ίδια ονειρεύεται μια οικογένεια, αλλά δεν τολμάει  το μεγάλο βήμα, καθώς  στα νιάτα της λόγω συνθηκών είχε αναγκαστεί να δώσει για υιοθεσία το μωρό της.
 Αυτά κι άλλα πολλά   περιλαμβάνει το πακέτο της « Δεύτερης Ευκαιρίας»  με το φτηνό περιτύλιγμα μιας χιλιοπαιγμένης κομεντί με όλα τα κλισέ μαζεμένα, πολλές   τοποθετήσεις  προϊόντων, μια  κακή απεικόνιση  του λούμπεν προλεταριάτου της Αμερικής και την JLo να επαναλαμβάνει την ίδια μελό και   μονότονη ερμηνεία που   έχουμε ξαναδεί πολλάκις.


Escape Room
Σκηνοθεσία: Άνταμ Ρόμπιτελ
Παίζουν: Τέιλορ Ράσελ, Λόγκαν Μίλερ, Ντέμπορα Αν

Ένα ψυχολογικό θρίλερ που παρακολουθεί έξι αγνώστους μπλεγμένους σε καταστάσεις πέρα από τον έλεγχό τους. Για να επιβιώσουν, πρέπει να σκαλίσουν το μυαλό τους, αλλιώς δεν θα βγουν ζωντανοί από το δωμάτιο-γρίφο.

Το θρίλερ του Άνταμ Ρόμπιτελ  ( «Παγιδευμένη Ψυχή: Το τελευταίο κεφάλαιο») βάζει νέους κανόνες σε ένα κινηματογραφικό είδος, που μοιάζει να επαναπροσδιορίζεται και να αναδιομορφώνεται εκ νέου.

Κατασκευασμένο σαν επιτραπέζιο παιχνίδι, όπου υπάρχουν κανόνες, τιμωρίες και έπαθλα, το  «Escape Room» καταγράφει  την αγωνία μιας ομάδας, με παίκτες που δεν γνωρίζονται μεταξύ τους, αλλά καλούνται όχι μονάχα να βρουν την τελική έξοδο, αλλά να την ανακαλύπτουν σε κάθε  δωμάτιο που ανοίγει μπροστά τους ή κλείνει πίσω τους.
Χωρισμένο σε κλειδωμένα κεφάλαια, όπου το ένα δωμάτιο οδηγεί σε ένα έτερο δωμάτιο με διαφορετικό γρίφο, οι έξι «άγνωστοι» φίλοι κινούνται ομαδικά, προσπαθώντας να βρουν την έξοδο σε ένα παιχνίδι  που κινείται ανάμεσα σε κρυμμένα μυστικά του παρελθόντος και στα άγρια ένστικτα των συμμετεχόντων.

Η απίστευτη ιστορία του γιγάντιου αχλαδιού (Den Utrolige Historie om den Kkæmpestore Pære / The Incredible Story of the Giant Pear)

Σκηνοθεσία: Φίλιπ Αϊνστάιν Λίπσκι, Γιόργkεν Λέρνταμ, Αμαλί Νέζμπι Φικ

Με τις φωνές των ( στα ελληνικά): Στεφανίας Φιλιάδη, Παναγιώτη Αποστολόπουλου, Ιφιγένειας Στάικου, Κωνσταντίνου Κακανά, Ποίμη Πέτρου, Γιάννη Υφαντή, Βασίλη Μήλιου
 

Μια θαλασσινή περιπέτεια που απέσπασε το βραβείο στο 1ο Παιδικό & Εφηβικό Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Αθήνας, βασισμένη σε ένα  διασκεδαστικό  δανέζικο παραμύθι του  σατιρικού κομίστα Γιάκομπ Μάρτιν Στριντ .

Η ζωή είναι πολύ όμορφη για τον ελέφαντα Σεμπαστιάν και την κολλητή του φίλη, τη γάτα Μίτσο, μέχρι που ξαφνικά  ο δήμαρχος της ηλιόλουστης πόλης τους εξαφανίζεται μυστηριωδώς.  Λίγο πριν όμως, προλαβαίνει να στείλει ένα μήνυμα μέσα σε ένα μπουκάλι, ενημερώνοντας ότι έχει ναυαγήσει στο Μυστηριώδες Νησί και ότι έχει κάνει μια τρομερά σπουδαία ανακάλυψη. Μέσα στο μπουκάλι υπάρχει κι ένας σπόρος που ο Σεμπαστιάν και η Μίτσο φυτεύουν  για να διαπιστώσουν την   επόμενη μέρα  ότι στη θέση του έχει φυτρώσει ένα γιγάντιο αχλάδι. Από το τεράστιο αυτό φρούτο, που αρχικά μετατρέπεται σε σπίτι, ο ιδιοφυής καθηγητής Γκλουκόζ, κατασκευάζει ένα πλοίο με το οποίο σαλπάρουν οι ήρωές μας για το νησί, προκειμένου να βρουν το δήμαρχο του νησιού τους, μολονότι και οι δυο τους δεν τα πάνε καλά με το νερό.
Στον  δρόμο τους, θα συναντήσουν πειρατές, έναν μεγάλο  θαλάσσιο δράκο και διάφορα περίεργα φαντάσματα, αλλά τίποτα δεν μπορεί να τους αποτρέψει από το να ολοκληρώσουν   την  επικίνδυνη αποστολή τους.

Γουίλι (Wheely)  
Σκηνοθεσία: Γιουσρί Αμπντούλ Χαλίμ

Ένα animation για ένα αυτοκίνητο που ονειρεύεται να γίνει σταρ των αγώνων ταχύτητας.

Η ταινία προβάλλεται μεταγλωττισμένη στα ελληνικά.

O Γουίλι είναι ένα αυτοκίνητο με μεγάλα σχέδια. Εργάζεται ως ταξί, αλλά ονειρεύεται να τρέξει σε αγώνες αυτοκινήτων. Ήταν άλλωστε πρωταθλητής της τοπικής σκηνής και υπήρξε θρύλος. Όμως μετά από αυτό, τι του έχει απομείνει; Μία πρωινή δουλειά και ένα αφεντικό που δεν μπορεί να εγκαταλείψει. Μέχρι που ερωτεύεται ένα σπορ αυτοκίνητο και η ζωή του  ανατρέπεται.


Πηγή