Ο κορονοϊός έκανε την εμφάνισή του στην Κίνα λίγο πριν μπει το 2020 και κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι θα εξελισσόταν σε έναν από τους μεγάλους εχθρούς της υγείας της παγκόσμιας κοινότητας.
Ο COVID-19 όπως είναι το επιστημονικό όνομά του έχει προκαλέσει χιλιάδες θανάτους -κυρίως στην Κίνα- ενώ μέρα με τη μέρα μεγαλώνει ο κατάλογος των χωρών που εμφανίζουν κρούσματα, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα. Μέχρι αυτή τη στιγμή τα κρούσματα είναι τέσσερα και αφορούν τρεις γυναίκες -μία στη Θεσσαλονίκη και δύο στην Αθήνα- και το 4χρονο παιδί μίας εξ αυτών.
Μιας και ακόμα δεν υπάρχει εμβόλιο για τον κορονοϊό η ιατρική κοινότητα βάζει ως σημαντικότερο τρόπο αντιμετώπισής του το καλό πλύσιμο των χεριών. Αυτή η συμβουλή βέβαια πάει πολύ πίσω στο χρόνο και εμπνευστής της ήταν ο Ούγγρος μαιευτήρας Ignaz Semmelweis, μία από τις μεγαλύτερες μορφές της ιατρικής. Ο άνθρωπος που μας έμαθε πόσο σημαντικό είναι να πλένουμε τα χέρια μας κατάφερε να μειώσει σε σημαντικό βαθμό τους θανάτους, όμως δεν έγινε αποδέκτης του δέοντα σεβασμού από τους συναδέλφους του.
Το τέλος του Ignaz Semmelweis ήταν τραγικό. Πέθανε έγκλειστος σε ψυχιατρείο, μετά από ανελέητο ξύλο και βασανιστήρια από τους φύλακες. Αιτία θανάτου του η σηψαιμία.
Οι θάνατοι λεχώνων που παρέμεναν μυστήριο
Στα μέσα του 19ου αιώνα περίπου 1.000 γυναίκες έχαναν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια του τοκετού που έκαναν μαίες. Ωστόσο όταν έκαναν τους τοκετούς οι γιατροί που εργάζονταν στα καλύτερα μαιευτήρια σε Ευρώπη και Αμερική το ποσοστό θανάτων αυξανόταν κατά 10-20%.
Αιτία ήταν πάντα ο επιλόχειος πυρετός και οι τελευταίες στιγμές ήταν τραγικές: πυρετός, πύον να βγαίνει από το «κανάλι γέννησης», αποστήματα στην κοιλιά και το στήθος που προκαλούσαν φρικτούς πόνους. Και όλα αυτά μέσα σε 24 ώρες από τη γέννηση του μωρού.
To 1846 η γενική ιατρική και η χειρουργική ήταν οι κορυφαίες ειδικότητες στη Βιέννη. Ο Semmelweis μπορεί να ήταν ένας λαμπρός επιστήμονας όμως το ότι ήταν Ούγγρος και Εβραίος τον έριξαν στο λιγότερο λαμπερό χώρο της μαιευτικής. Εκείνος όμως είχε βάλει σκοπό της ζωής του να βρει το λόγο που το 1/3 των ασθενών του πέθαινε από τον επιλόχειο πυρετό, κάτι που συνέβαινε πολύ πιο συχνά όταν τους τοκετούς έκαναν οι γιατροί και όχι οι μαίες. Κάθε μέρα άκουγε τις γυναίκες που φρόντιζε να τον παρακαλούν να τους δώσει εξιτήριο γιατί θεωρούσαν ότι οι γιατροί ήταν οι προάγγελοι του θανάτου τους. Ο Semmelweis ήταν αρκετά έξυπνος ώστε να ακούσει τις ασθενείς του και να ρίξει φως στο μυστήριο των θανάτων.
Τελικά συνέδεσε τον φονικό επιλόχειο πυρετό με ένα είδος δηλητηρίου που μετέφεραν οι γιατροί, από τις αυτοψίες που έκαναν στα πτώματα των γυναικών, στις γυναίκες που ετοιμάζονταν να γεννήσουν. Σήμερα αυτό το δηλητήριο είναι πλέον γνωστό ως ο πυογόνος αιμολυτικός στρεπτόκοκκος ομάδας Α. Όπως μάλιστα υπενθυμίζουν οι ιστορικοί ο Semmelweis δεν ήταν ο πρώτος γιατρός που έκανε τη συγκεκριμένη σύνδεση. Πριν από αυτόν στο ίδιο συμπέρασμα είχε καταλήξει το 1795 ο Alexander Gordon και το 1843 ο Oliver Wendell Holmes.
Μία ήταν η συμβουλή του μαιευτήρα στους φοιτητές ιατρικής και τους συναδέλφους του: Πλύντε τα χέρια σας με χλωριούχο διάλυμα με μυρωδιά λεμονιού. Μάλιστα τους καλούσε να τα πλένουν τόση ώρα ώστε να μην υπάρχει καθόλου η μυρωδιά των αποσυντεθειμένων πτωμάτων από το δωμάτιο της νεκροψίας. Σύντομα μετά την καθιέρωση του συγκεκριμένου πρωτοκόλλου το 1847 τα ποσοστά θνησιμότητας στις μαιευτικές πτέρυγες έπεσαν κατακόρυφα.
Οι σφοδρές αντιδράσεις και το άδοξο τέλος
Οι ιδέες του Semmelweis συνάντησαν σφοδρές αντιδράσεις από τους συναδέλφους του καθώς εκείνοι δεν μπορούσαν να δεχτούν ότι κατηγορούνταν οι ίδιοι για τους θανάτους τόσων γυναικών. Ο ίδιος δεν δέχτηκε ποτέ να δημοσιεύσει τα συμπεράσματά του παρά τις διαρκείς πιέσεις που δέχτηκε από τους υποστηρικτές του.
Για να κάνει τα πράγματα ακόμη χειρότερα δεν δίστασε να γίνει αγενής και να προσβάλλει πολλούς από τους κορυφαίους γιατρούς του νοσοκομείου της Βιέννης που είχαν αμφισβητήσει τα λεγόμενά του. Αυτές οι εκρήξεις δεν πέρασαν ποτέ απαρατήρητες από την ιατρική κοινότητα και έτσι το 1850 ο Semmelweis έχασε τη θέση του στο νοσοκομείο και έφυγε για τη Βουδαπέστη χωρίς να ενημερώσει κανέναν.
Τελικά το 1861 δημοσίευσε το έργο του «Die Aeriologie, der Begriff und die Prophylaxis des Kindbettfiebers» (The Etiology, the concept and the prophylaxis of childbed fever) όπου εξηγούσε τις θεωρίες του για τον επιλόχειο πυρετό και τους τρόπους που θα μπορούσε να αποφευχθεί η διασπορά του με το καλό πλύσιμο των χεριών, μαζί με μια σειρά χαρακτηρισμών για όσους του άσκησαν σφοδρή κριτική.
Εκείνη την περίοδο άρχισε να υποφέρει από κατάθλιψη και να αποστασιοποιείται ολοένα και περισσότερο. Έγινε εξωφρενικά αγενής στις κοινωνικές του συναντήσεις και οι εκρήξεις θυμού του διαδέχονταν η μία την άλλη. Άρχισε να πίνει και να περνάει όλο και περισσότερο χρόνο μακριά από την οικογένειά του, έχοντας πολύ συχνά για συντροφιά πόρνες.
Το 1865 τον έκλεισαν σε ψυχιατρικό ίδρυμα όπου και έζησε φρικτές στιγμές. Έπεσε πολλές φορές θύμα ξυλοδαρμού από τους φύλακες, για πολλές μέρες ήταν δεμένος με ζουρλομανδύα σε σκοτεινό κελί, ενώ συχνά τον υπέβαλαν σε βασανιστήρια με παγωμένο νερό. Δύο εβδομάδες μετά τον εγκλεισμό του δεν άντεξε και πέθανε εξαιτίας μιας πληγής που είχε μολυνθεί στο χέρι του. Η αυτοψία έδειξε αιτία θανάτου τη σηψαιμία.
Λίγοι ήταν αυτοί που πήγαν στην κηδεία του, λίγες ήταν και οι ανακοινώσεις για τον θάνατό του στα ιατρικά περιοδικά της Βιέννης και της Βουδαπέστης. Ο άνθρωπος που είχε κάνει μια τόσο σπουδαία ανακάλυψη δεν τιμήθηκε ποτέ όπως του άρμοζε. Θεωρήθηκε μία εκκεντρική προσωπικότητα, ένας ασταθής άνθρωπος που θα έπρεπε να είχε απομακρυνθεί από την ιατρική.
Ωστόσο από τις αρχές του 1900 πολλοί γιατροί και ιστορικοί εξήραν το έργο του και εξέφρασαν τη λύπη τους για τα δεινά που είχε υποστεί. Σήμερα σε κάθε σχολή ιατρικής και δημόσιας υγείας το όνομά του εκφωνείται με ευλάβεια κάθε φορά που διδάσκεται το κρίσιμο θέμα της πλύσης των χεριών.