Οι ηλικιωμένοι άνθρωποι που τρώνε ή πίνουν πράγματα που περιέχουν αντιοξειδωτικές φλαβονόλες, όπως φρούτα, λαχανικά, τσάι και κρασί, εμφανίζουν βραδύτερη απώλεια μνήμης, δείχνει μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα.

Οι φλαβονόλες είναι ένας τύπος φλαβονοειδών, μιας ομάδας φυτοχημικών ουσιών που έχουν ωφέλιμες επιπτώσεις στην υγεία χάρη στις αντιοξειδωτικές και αντιφλεγμονώδεις δράσεις τους.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρ Τόμας Χόλαντ του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Ρας του Σικάγου, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Neurology» της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας, μελέτησαν 961 ανθρώπους με μέση ηλικία 81 ετών, κανένας από τους οποίους δεν είχε άνοια στην αρχή της μελέτης. Οι συμμετέχοντες παρακολουθήθηκαν επί επτά χρόνια για τη διατροφή τους και παράλληλα έκαναν γνωστικά και μνημονικά τεστ, ενώ ελήφθησαν υπόψη και άλλοι παράγοντες όπως το φύλο, το κάπνισμα, το μορφωτικό επίπεδό τους, ο βαθμός σωματικής άσκησης, ο χρόνος που αφιέρωναν σε νοητικές δραστηριότητες, όπως το διάβασμα κ.α.

Οι άνθρωποι είχαν χωριστεί σε πέντε ομάδες με βάση την ποσότητα φλαβονολών που κατανάλωναν στη διατροφή τους (από 5 έως 15 μιλιγκράμ, ενώ κατά μέσο όρο ήταν περίπου 10 μιλιγκράμ τη μέρα). Κάθε συμμετέχων βαθμολογήθηκε με ένα «σκορ» που συνόψιζε τις επιδόσεις του στα συνολικά 19 γνωστικά τεστ: από 0,5 για εκείνους χωρίς προβλήματα έως 0,2 για όσους είχαν ήπια γνωστική εξασθένηση και -0,5 για τα άτομα με Αλτσχάιμερ.

Διαπιστώθηκε ότι το γνωστικό «σκορ» των ανθρώπων με την υψηλότερη κατανάλωση φλαβονολών μειωνόταν κατά μέσο όρο με ρυθμό 0,4 μονάδες ανά δεκαετία πιο αργά από ό,τι των ατόμων με την λιγότερη κατανάλωση αυτών των ουσιών στη διατροφή τους.

Με άλλα λόγια, όσο περισσότερες φλαβονόλες κατανάλωνε ένας ηλικιωμένος, τόσο απομάκρυνε την πιθανότητα να έχει εξασθενημένη γνωστική και μνημονική λειτουργία.

«Κάτι τόσο απλό όσο το να τρώμε περισσότερα φρούτα και λαχανικά, καθώς επίσης να πίνουμε περισσότερο τσάι, είναι ένας εύκολος τρόπος να φροντίσουμε πιο ενεργά για την υγεία του εγκεφάλου μας», δήλωσε ο δρ Χόλαντ.

Από το ΑΠΕ-ΜΠΕ


Πηγή