Στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου σημειώνεται ότι «η ρύθμιση θεσμοθετεί στην ελληνική έννομη τάξη τον γάμο μεταξύ δύο προσώπων ανεξάρτητα από το φύλο τους, προκειμένου να επιτευχθούν η ισότητα στον γάμο και η νομική προστασία οικογενειών. Η θεσμοθέτηση της ισότητας στον γάμο δημιουργεί και ισότητα στα δικαιώματα παιδιών ομόφυλων ζευγαριών, που ήδη υπάρχουν.
Αυτονοήτως, το νομοσχέδιο αφορά στον πολιτικό γάμο, ως αντικείμενο ρύθμισης της κρατικής έννομης τάξης. Δεν παρεμβαίνει στη συνταγματικά κατοχυρωμένη ελευθερία της ανατολικής ορθόδοξης εκκλησίας ή άλλων δογμάτων ή θρησκειών γνωστών στην Ελλάδα, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1367 ΑΚ, να καθορίσουν τις προϋποθέσεις της ιεροτελεστίας και κάθε θέμα σχετικό μ’ αυτήν σύμφωνα με το τυπικό και τους κανόνες του δόγματος ή του θρησκεύματος σύμφωνα με το οποίο γίνεται η ιεροτελεστία, ούτε περιορίζει την ελευθερία αυτή.
Η προβλεπόμενη επέκταση του δικαιώματος σύναψης γάμου αποτελεί ένα αποφασιστικό βήμα προς την κατεύθυνση της εμπέδωσης της ισότητας και της άρσης του κοινωνικού αποκλεισμού και των διακρίσεων σε βάρος των ομόφυλων ζευγαριών και εντάσσεται στo ευρύτερο πλαίσιο της δημιουργίας μιας κοινωνίας χωρίς διακρίσεις.
Έτσι η χώρα μας προστίθεται στον μακρύ κατάλογο των χωρών που αναγνωρίζουν την ισότητα στον γάμο, από μακρού χρόνου, όπως η Ολλανδία, το Βέλγιο, ο Καναδάς, η Σουηδία, η Νορβηγία, η Πορτογαλία, η Αργεντινή, η Δανία, η Γαλλία, η Βραζιλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, ή πιο πρόσφατα, η Φινλανδία, το Λουξεμβούργο, η Ιρλανδία, η Εσθονία, η Γερμανία, η Μάλτα, η Αυστραλία, η Ελβετία και οι ΗΠΑ (συνολικά 36 χώρες στον κόσμο)».
Το χρονοδιάγραμμα
Το νομοσχέδιο θα εισαχθεί προς επεξεργασία στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή την ερχόμενη Δευτέρα 5 Φεβρουαρίου. Την Τετάρτη 7 Φεβρουαρίου θα κληθούν στην επιτροπή οι αρμόδιοι φορείς.
Τη Δευτέρα 12 Φεβρουαρίου θα διεξαχθεί η δεύτερη ανάγνωση του νομοσχεδίου και θα εισαχθεί προς ψήφιση στην Ολομέλεια της Βουλής στις 14 και 15 Φεβρουαρίου.
Αντιδρά η Εκκλησία
Την ίδια στιγμή, με μια επτασέλιδη επιστολή προς τους 300 της Βουλής, η Ιερά Σύνοδος τάσσεται κατά του νομοσχεδίου για τα ομόφυλα ζευγάρια, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων ότι καταργεί την μητρότητα και την πατρότητα.
Η επιστολή της Ιεράς Συνόδου, αναφέρει μεταξύ άλλων για τα ομόφυλα ζευγάρια: «Ουδετεροποιεί τα φύλα στο πλαίσιο της σχέσης γονέων και παιδιών, μετατρέπει τους γονείς από πατέρα και μητέρα σε ουδετερόφιλους κηδόμενες και τοποθετεί τα δικαιώματα ομοφυλόφιλων ενηλίκων πάνω από τα συμφέροντα των μελλοντικών παιδιών, που θα επιτρέψει να έχουν ως γονείς ομόφυλα ζευγάρια και θα μεγαλώσουν χωρίς πατέρα ή μητέρα, σε ένα περιβάλλον σύγχυσης των ρόλων των δύο φύλων».
Σε άλλο σημείο, η επιστολή προς τους βουλευτές αναφέρει ότι η μονογονεϊκή οικογένεια είναι διαφορετική περίπτωση, κατά την οποία δεν προκαλείται σύγχυση στο παιδί για το ρόλο των γονέων καθώς εκεί υπάρχει στέρηση του ενός γονέα χωρίς αποκλείεται την παρουσία στη ζωή του παιδιού.
«Αντίθετα, η ομόφυλη οικογένεια προξενεί και τα δύο. Επιπλέον τα παιδιά αυτά συχνά δεν θα έχουν δυνατότητα γνωριμίας με τον άλλο βιολογικό γονέα τους. Δεν θα έχουν ούτε την προσωπική εμπειρία της παρουσίας του άλλου φύλου (αντίθετου των ομόφυλων γονέων τους) μέσα σε μια ετερόφυλη σχέση»…
«Δε μπορεί η απόκτηση παιδιών να γίνει εργαλείο αντιρατσιστικής ή εξισωτικής πολιτικής υπέρ των ομοφυλόφιλων ατόμων» αναφέρει η επιστολή της Ιεράς Συνόδου.
Θα διαβαστεί στους ναούς
Μετά από την ομόφωνη απόφαση της Ιεράς Συνόδου ότι διαφωνεί με τον γάμο και την τεκνοθεσία, δόθηκε στο φως της δημοσιότητας η εγκύκλιος που θα διαβαστεί την Κυριακή στους ναούς της χώρας.
Συγκεκριμένα, στο κείμενο αυτό αναφέρεται ξεκάθαρα ότι «Η Εκκλησία δεν μπορεί να αποδεχθεί τον ‘ομοφυλοφιλικό γάμο”», αλλά και ότι με το νομοσχέδιο για τα ομόφυλα ζευγάρια προωθείται η κατάργηση της πατρότητας και της μητρότητας και η μετατροπή τους σε ουδέτερη γονεϊκότητα. «Όλα αυτά η Εκκλησία δεν μπορεί να τα αποδεχτεί γιατί θα προδώσει την αποστολή της», επισημαίνεται.
Αν και τα μέλη της Ιεράς Συνόδου ξεκαθαρίζουν στο κείμενο ότι «η Εκκλησία ούτε συμπολιτεύεται ούτε αντιπολιτεύεται», σημειώνουν ταυτόχρονα ότι η Εκκλησία «έχει ιδιαίτερο λόγο που πρέπει να γίνει σεβαστός».
Όπως σημειώνεται στο κείμενο, «η χριστιανική παραδοσιακή οικογένεια αποτελείται από πατέρα, μητέρα και παιδιά και σε αυτή την οικογένεια τα παιδιά αναπτύσσονται, γνωρίζοντας τη μητρότητα και την πατρότητα, που θα είναι απαραίτητα στοιχεία στη μετέπειτα εξέλιξή τους».
Πηγή