Σύμφωνα με πληροφορίες, το υπουργείο Οικονομικών έχει θέσει τον πήχυ μείωσης των εσόδων στο 20% προκειμένου να ενταχθεί μια επιχείρηση στο μέτρο της μικρότερης προκαταβολής φόρου.
Τα ακαθάριστα έσοδα του διαστήματος Μαρτίου, Απριλίου και Μαΐου θα κρίνουν το ποσοστό της μείωσης της προκαταβολής φόρου αλλά και τον αριθμό των επιχειρήσεων που θα επωφεληθούν από το μέτρο. Σύμφωνα με πληροφορίες, με βάση τα στοιχεία που έχουν συλλέξει στο υπουργείο Οικονομικών σχεδόν το σύνολο των πληττόμενων επιχειρήσεων παρουσιάζει μείωση των ακαθάριστων εσόδων άνω του 20% συγκριτικά με τα αντίστοιχα έσοδα του προηγούμενου έτους, εξέλιξη που αναμένεται να συνεχισθεί για τις περισσότερες μέχρι το τέλος του 2020.
Το όριο μείωσης των ακαθάριστων εσόδων θα αποτελέσει και τον σημαντικότερο παράγοντα, καθώς θα κρίνει πόσες επιχειρήσεις θα τύχουν του ευεργετήματος της μείωσης της προκαταβολής φόρου αλλά και του ύψους της μείωσης. Εάν οι επιχειρήσεις που θα ενταχθούν στο μέτρο είναι πάρα πολλές, το ποσοστό της μείωσης δεν θα φθάσει στο 50% αλλά θα περιοριστεί στο 30%.
Σύμφωνα με πληροφορίες, εξετάζεται η μείωση της προκαταβολής φόρου κατά 30% ή 50%. Δηλαδή από το 100% σήμερα η προκαταβολή φόρου θα περιοριστεί στο 70% ή ακόμα και στο 50%. Στην περίπτωση που συρρικνωθεί η προκαταβολή φόρου κατά 50% το Δημόσιο θα χάσει περίπου από 800 εκατ. ευρώ έως 1 δισ. ευρώ, ενώ εάν περιορισθεί στο 30% οι απώλειες θα είναι της τάξης των 500 εκατ. ευρώ περίπου.
Παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών αναφέρουν ότι η κυβέρνηση μπορεί να «σηκώσει» με βάση τα σημερινά δεδομένα απώλειες που θα φθάσουν έως το 1 δισ. ευρώ, σημειώνοντας ότι «θα ήταν παράλογο να ζητήσει κανείς από τις επιχειρήσεις να προκαταβάλουν φόρο με βάση την περυσινή τους κερδοφορία, αφού ούτως ή άλλως το επόμενο έτος, όταν θα γίνει η εκκαθάριση της φετινής δύσκολης χρονιάς, αυτά τα ποσά θα έπρεπε να τους επιστραφούν», μειώνοντας ταυτόχρονα τα έσοδα του επόμενου έτους.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το σχέδιο που επεξεργάζονται στο υπουργείο Οικονομικών προβλέπει τα εξής:
• Το ποσοστό της μείωσης θα είναι οριζόντιο. Δηλαδή δεν θα διαμορφώνεται ανάλογα με το ποσοστό της μείωσης των ακαθάριστων εσόδων των επιχειρήσεων.
• Από το 100% σήμερα σχεδιάζεται να περιορισθεί στο 70% ή στο 50%. Το ποσοστό μείωσης του τζίρου θα κρίνει και το ποσοστό μείωσης της προκαταβολής φόρου. Πληροφορίες αναφέρουν ότι ο πήχυς έχει μπει στο 20% για να μπορέσει κάποια επιχείρηση να ενταχθεί στο μέτρο της μείωσης της προκαταβολής φόρου.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, η προκαταβολή φόρου ανέρχεται ετησίως στο ποσό των περίπου 2,4 δισ. ευρώ. Πάντως και σήμερα οι επιχειρήσεις μπορούν να ζητήσουν τη μείωση της προκαταβολής φόρου αλλά υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, ενώ η διαδικασία είναι αρκετά χρονοβόρα. Οπως προκύπτει από τη νομοθεσία, στην περίπτωση που μειωθεί το εισόδημα σε ποσοστό άνω του 25%, μπορεί να ζητήσει με αίτησή της τη μείωση της προκαταβολής. Προκειμένου οι φορολογικές αρχές να εκτιμήσουν τη μείωση του εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα λαμβάνουν ενδεικτικά υπόψη:
α) Το ποσό των ακαθάριστων εσόδων της επιχείρησης στο τρέχον φορολογικό έτος, συγκρινόμενο με τα ακαθάριστα έσοδα της αντίστοιχης περιόδου του προηγούμενου φορολογικού έτους.
β) Το ποσοστό των δαπανών και εξόδων διαχείρισης συγκριτικά με το προηγούμενο έτος.
γ) Τις μεταβολές που τυχόν επήλθαν στους παράγοντες διαμόρφωσης του μεικτού κέρδους της επιχείρησης κατά το τρέχον φορολογικό έτος σε σχέση με το προηγούμενο.
Παράδειγμα
Εστω επιχείρηση ότι είχε κέρδη το 2018 και το 2019 ύψους 50.000 ευρώ. Ο φόρος που θα κληθεί να πληρώσει ανέρχεται στα 12.000 ευρώ, όσο ήταν και η προκαταβολή που είχε δώσει η επιχείρηση για το 2019. Αρα επί της ουσίας ο φόρος μηδενίζεται φέτος και καλείται να πληρώσει μειωμένη προκαταβολή φόρου για το 2020 κατά 50%. Δηλαδή θα καταβάλει στο Δημόσιο 6.000 ευρώ.
Το 2021 η ίδια επιχείρηση στην περίπτωση που έχει μείωση κερδών κατά 20% ο φόρος θα ανέλθει στα 9.600 ευρώ. Από το προηγούμενο έτος είχε καταβληθεί προκαταβολή φόρου 6.000 ευρώ. Θα πρέπει να πληρώσει στην εφορία 3.600 ευρώ (9.600-6.000) καθώς και την προκαταβολή φόρου για το 2022 που θα ανέλθει στα 9.600 ευρώ. Συνολικά θα καταβάλει 13.200 ευρώ.
Εφόσον όμως η επιχείρηση έχει μείωση κερδών 40% το ποσό που θα καταβληθεί (φόρος και προκαταβολή φόρου) θα περιορισθεί στα 8.400 ευρώ.
«Ψαλίδι» στην αποζημίωση των ιδιοκτητών ακινήτων για τις απώλειες από ενοίκια
Την κάλυψη του 33,3% των πραγματικών απωλειών εισοδήματος των ιδιοκτητών ακινήτων θα καλύψει η κυβέρνηση μετά την απόφασή της να μειωθούν τα ενοίκια κατά 40% για τις πληττόμενες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Ωστόσο, πληροφορίες αναφέρουν ότι δεν αποκλείεται το ποσοστό αυτό να αυξηθεί ελαφρώς και να φθάσει ενδεχομένως το 40%, κάτι που θα αποφασισθεί τις προσεχείς ημέρες.
Η διάταξη που ετοιμάζει το υπουργείο Οικονομικών προβλέπει την κάλυψη του 33,3% των πραγματικών απωλειών εισοδήματος των ιδιοκτητών ακινήτων. Μετά τις αντιδράσεις αναζητείται δημοσιονομικός χώρος για να αυξηθεί λίγο το ποσοστό αναπλήρωσης (ίσως έως το 40%). Σε κάθε περίπτωση δεν θα υπάρχει περιορισμός ως προς το είδος των φορολογικών υποχρεώσεων με τις οποίες θα γίνει ο συμψηφισμός. Για παράδειγμα, εάν ένας ιδιοκτήτης ακινήτων έχει χάσει εισόδημα 2.000 ευρώ από ενοίκια στο τρίμηνο Μαρτίου – Μαΐου εξαιτίας της υποχρεωτικής μείωσης των μισθωμάτων κατά 40%, θα μπορεί να περιορίσει από τον Ιούλιο και μετά φόρο εισοδήματος, ΕΝΦΙΑ ή άλλη φορολογική υποχρέωση συνολικού ύψους 666 (ή 800 ευρώ αν το ποσοστό αναπλήρωσης απωλειών φτάσει στο 40%).
Οι ιδιοκτήτες που εκμισθώνουν ακίνητα από τα οποία θα εισπράξουν μειωμένα κατά 40% ενοίκια το τρίμηνο Μαρτίου – Μαΐου θα κληθούν να δηλώσουν σε ειδική ηλεκτρονική πλατφόρμα της ΑΑΔΕ τις εισοδηματικές απώλειες που έχουν και να συνυποβάλουν το μισθωτήριο συμβόλαιο των ακινήτων με το αποδεικτικό της είσπραξης των μειωμένων ποσών. Οι απώλειες που θα προκύψουν θα συμψηφιστούν με τον φόρο εισοδήματος, ή ΕΝΦΙΑ ή άλλες φορολογικές υποχρεώσεις από την 1η Ιουλίου και μετά. To κόστος για το ελληνικό Δημόσιο υπολογίζεται στα 70-80 εκατ. ευρώ, ενώ οι ιδιοκτήτες ακινήτων έχουν χάσει περισσότερα από 200 εκατ. ευρώ.
Το 2021 οι ιδιοκτήτες θα φορολογηθούν μόνο για τα ενοίκια που εισέπραξαν. Για παράδειγμα, στην περίπτωση που ιδιοκτήτης εκμισθώνει ακίνητο με μηνιαίο μίσθωμα 1.000 ευρώ. Από την υποχρεωτική μείωση κατά 40% λαμβάνει μηνιαίως 600 ευρώ. Το μειωμένο ενοίκιο αφορά τους μήνες από Μάρτιο μέχρι και Αύγουστο. Δηλαδή, είχε μείωση ενοικίου για έξι μήνες. Αυτό σημαίνει ότι για έξι μήνες εισέπραξε 6.000 ευρώ και τους υπόλοιπους έξι μήνες 3.600 ευρώ. Συνολικά εισέπραξε 9.600 ευρώ (αντί για 1.200 ευρώ). Το ποσό αυτό θα φορολογηθεί με συντελεστή 15%.
Σημειώνεται ότι στις επιχειρήσεις που έκλεισαν με κρατική εντολή δόθηκε το δικαίωμα μείωσης του ενοικίου επαγγελματικής εγκατάστασης κατά 40% για τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο και Μάιο. Για τους εργαζόμενους που τέθηκαν σε αναστολή σύμβασης εργασίας δόθηκε το ίδιο δικαίωμα για τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο και Μάιο εφόσον πρόκειται για πρώτη κατοικία. Οι επιχειρήσεις με πληττόμενους ΚΑΔ είχαν μείωση ενοικίου για τον Απρίλιο και τον Μάιο. Το ίδιο δικαίωμα δόθηκε και στους εργαζόμενους που βρίσκονται σε αναστολή εργασίας και πληρώνουν ενοίκιο για τα εξαρτώμενα παιδιά τους που σπουδάζουν σε άλλη πόλη από αυτήν της μόνιμης κατοικίας τους.
Καθώς η αγορά επανέρχεται σε συνθήκες σχετικής κανονικότητας η περίμετρος κάλυψης της έκπτωσης ενοικίου έχει πλέον περιοριστεί. Τον Ιούνιο η έκπτωση θα ισχύει για επιχειρήσεις που παραμένουν κλειστές, επιχειρήσεις των κλάδων τουρισμού, εστίασης, μεταφορών, πολιτισμού και αθλητισμού, επιχειρήσεις που άνοιξαν τον Μάιο, συμπεριλαμβανομένου του λιανικού εμπορίου. Μείωση ενοικίου κατά 40% θα έχουν Ιούλιο και Αύγουστο μόνο οι επιχειρήσεις των κλάδων τουρισμού, μεταφορών, πολιτισμού και αθλητισμού.