shutterstock 2451647741.jpg
shutterstock 2451647741.jpg

Η επιπλέον προσπάθεια συχνά λέγεται πως οδηγεί σε καλύτερα αποτελέσματα. Και ενώ αυτό τείνει να είναι αλήθεια, βασίζεται στην υπόθεση ότι το κόστος της προσπάθειας αξίζει το όφελος που αναμένουμε να λάβουμε σε αντάλλαγμα. Ωστόσο, η ψυχική και σωματική ενέργεια είναι περιορισμένοι πόροι και το είδος μας τείνει να επιθυμεί να τους διατηρήσει. Με άλλα λόγια, δεν θέλουμε να ξοδεύουμε αυτούς τους πόρους άσκοπα ή με τρόπους που δεν ευθυγραμμίζονται με τους στόχους και τα ενδιαφέροντά μας. Γι’ αυτό και πολλές φορές, καταβάλλουμε μόνο την προσπάθεια που απαιτείται για την επίτευξη ικανοποιητικών αποτελεσμάτων.

Μια πρόσφατη μετα-ανάλυση αποκάλυψε επίσης ότι, στην πραγματικότητα, η δαπάνη της πνευματικής προσπάθειας συνδέεται έντονα με αυξημένα επίπεδα αρνητικών συναισθημάτων, όπως η απογοήτευση. Η εν λόγω ανάλυση περιελάμβανε περισσότερες από 100 μελέτες, 350 επιστημονικές εργασίες και 4.500 συμμετέχοντες, γεγονός που καθιστά τα ευρήματα ισχυρά και αξιόπιστα.

Εάν περισσότερη διανοητική προσπάθεια ισοδυναμεί με περισσότερη απογοήτευση, τότε είναι λογικό, όλοι μας να θέλουμε να τεμπελιάσουμε… Η απογοήτευση που προέρχεται από τη διανοητική προσπάθεια φαίνεται να αποτελεί εμπόδιο για τα πιθανά επιτεύγματά μας.

Ωστόσο, αυτό δεν φαίνεται να ισχύει. Γιατί όχι;

Η προσπάθεια γίνεται πιο υποφερτή, ακόμη και επιθυμητή, όταν πιστεύουμε ότι το αποτέλεσμα αξίζει τον κόπο

Ενώ είμαστε «καλωδιωμένοι» για να αποφύγουμε την περιττή προσπάθεια, οδηγούμαστε επίσης από στόχους και ανταμοιβές που μας κάνουν να ξεπερνάμε την απογοήτευση όταν το στοίχημα με τον εαυτό μας είναι μεγάλο. Η προσπάθεια γίνεται πιο υποφερτή, ακόμη και επιθυμητή, όταν πιστεύουμε ότι το αποτέλεσμα θα μας δικαιώσει. Πιο απλά, η ποσότητα της προσπάθειας που είμαστε διατεθειμένοι να επενδύσουμε είναι ανάλογη με το πόσο εκτιμούμε την αξία του αποτελέσματος και πόσο εφικτό πιστεύουμε ότι είναι αυτό το αποτέλεσμα.

Εν ολίγοις, δεν είμαστε τεμπέληδες. Είμαστε επιλεκτικοί. Διατηρούμε τα υψηλότερα επίπεδα της ενέργειάς μας για καταστάσεις όπου η πιθανή ανταμοιβή δικαιολογεί το ψυχικό και συναισθηματικό κόστος. Αυτό εξηγεί γιατί οι άνθρωποι μπορεί να εργάζονται ακούραστα σε ένα έργο με πάθος ή να επιδιώκουν μια προαγωγή, αλλά διστάζουν να καταβάλλουν επιπλέον προσπάθεια για κάτι που θεωρούν ασήμαντο ή μη ευθυγραμμισμένο με τους προσωπικούς τους στόχους.

Ο ρόλος της ικανοποίησης

Όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με κάποια απαίτηση, είμαστε πρόθυμοι να καταβάλουμε μόνο την ποσότητα της προσπάθειας που απαιτείται για να διεκπεραιώσουμε τη δουλειά. Μερικές φορές, δεν είμαστε διατεθειμένοι να καταβάλουμε καμία απολύτως προσπάθεια. Για παράδειγμα, ας υποθέσουμε ότι λαμβάνετε μια πρόσκληση να παρακολουθήσετε μια εκδήλωση μετά από μια κουραστική μέρα στη δουλειά. Ενώ μπορεί να υπάρχουν οφέλη από τη συμμετοχή σας, μπορεί να εκτιμήσετε πως τα πιθανά οφέλη, δεν αξίζουν τη διανοητική προσπάθεια που απαιτείται από εσάς.

Αξίζει βέβαια να σημειωθεί ότι η αξιολόγηση προσπάθειας-ανταμοιβής είναι σχετική. Το αν ένα αναμενόμενο όφελος αξίζει τη διανοητική προσπάθεια θα επηρεαστεί αναγκαστικά από πόση πνευματική δύναμη αντιλαμβανόμαστε ότι έχουμε εκείνη τη στιγμή και από την παρουσία άλλων (ίσως ανταγωνιστικών) απαιτήσεων για την πνευματική μας προσπάθεια. Στο παραπάνω παράδειγμα, το αν η εκδήλωση αξίζει τον κόπο σας είναι πιθανό να επηρεάζεται από το πόσο δύσκολη ήταν η εργάσιμη ημέρα.

«Το καλύτερο είναι ο εχθρός του καλού»

Το να προσπαθήσουμε να καταβάλουμε την καλύτερη διανοητική προσπάθεια σε κάθε απαίτηση θα ήταν μια αναποτελεσματική και κακή χρήση των πόρων μας. Οι δαπάνες της ενέργειάς μας τείνουν να είναι απογοητευτικές, ακόμη και όταν αξίζουν τον κόπο. Και είναι γενικά απίθανο να έχουμε κίνητρο για να καταβάλουμε περισσότερη προσπάθεια από αυτή που πρέπει.

Ομολογουμένως, υπάρχουν στιγμές που είναι ωφέλιμο να υπερβούμε εαυτόν. Τελικά, μάλλον είναι θέμα σωστής αξιολόγησης, στρατηγικής και προτεραιοτήτων. Να ξέρουμε πότε αξίζει να προσπαθούμε για να φτάσουμε σε κάτι σπουδαίο και πότε είναι καλύτερο απλά να συμβιβαζόμαστε με το «ικανοποιητικό».


Πηγή