Από τα τέλη Ιανουαρίου 2018, και έως τις αρχές του ερχόμενου Απριλίου, στην Πινακοθήκη του Μεγάρου Barberini στη Ρώμη εκτίθεται ένας περίφημος πίνακας, η Madonna Esterházy, έργο του Ραφαήλ (1483-1520), από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες της ιταλικής Αναγέννησης. Ο πίνακας ανήκει στις συλλογές του Μουσείου Szépmûvészeti της Βουδαπέστης και μεταφέρθηκε στη Ρώμη, εν είδει προσωρινής ανταλλαγής για ένα άλλο έργο του Ραφαήλ, της πασίγνωστης Fornarina, το οποίο εστάλη σε έκθεση στην Ουγγαρία. Υπάρχει ένας (εξωκαλλιτεχνικός) λόγος για τον οποίο μας ενδιαφέρει εδώ η Madonna Esterházy.

Αν κανείς επισκεφθεί την αίθουσα του ρωμαϊκού μουσείου στην οποία εκτίθεται το συγκεκριμένο έργο και κάνει τον κόπο να διαβάσει το συνοδευτικό κείμενο ή να αναζητήσει πληροφορίες για τον πίνακα σε άλλες πηγές, θα μάθει όχι μόνον για πραγματολογικά, εικονογραφικά και στυλιστικά ζητήματα -ότι, για παράδειγμα, στο έργο αυτό, που φιλοτεχνήθηκε το 1508, την εποχή που ο ζωγράφος μετακινήθηκε από τη Φλωρεντία στη Ρώμη, εντοπίζουμε την ισχυρή επίδραση της τέχνης του Λεονάρντο ντα Βίντσι, φιλτραρισμένη από τον κλασικισμό του Ραφαήλ- αλλά θα πληροφορηθεί και για τις μεταγενέστερες περιπέτειες του: στον 18ο αιώνα ο πίνακας δωρήθηκε από τον πάπα Κλήμεντα ΙΑ΄ στην αυτοκράτειρα Ελισάβετ Χριστίνα, κατόπιν πέρασε στις συλλογές του πρίγκιπα Νικόλαου Εστερχάζυ, από όπου κατέληξε στο μουσείο της Βουδαπέστης. Θα διαβάσει και κάτι ακόμα: ότι το έργο εκλάπη τον Νοέμβριο του 1983 και βρέθηκε, δύο μήνες αργότερα, «σε ένα εγκαταλελειμμένο ορθόδοξο μοναστήρι στην περιοχή … του Αιγίου»(!).

Η ΚΛΟΠΗ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ
Αν αποπειραθούμε να απαντήσουμε στο ερώτημα πως το κλαπέν έργο του Ραφαήλ βρέθηκε από τη Βουδαπέστη στο Αίγιο θα βρεθούμε μπροστά σε μια υπόθεση, η οποία διαδραματίστηκε τριανταπέντε περίπου χρόνια πριν. Είχε δε χαρακτηριστεί τότε ως μια από τις πιο εντυπωσιακές κλοπές έργων τέχνης στον 20ό αιώνα, ακόμα και ως «η κλοπή του αιώνα». Και είναι αλήθεια ότι η όλη πλοκή της υπόθεσης θα αποτελούσε τον θεματικό πυρήνα ενός αστυνομικού μυθιστορήματος. Η ιστορία σε γενικές γραμμές, όπως τουλάχιστον μπορούμε να την ανασυστήσουμε μέσα από διάφορα δημοσιεύματα στον διεθνή Τύπο, έχει ως εξής:

Τη νύχτα του Σαββάτου 5 προς Κυριακή 6 Νοεμβρίου 1983, διαρρήκτες εισήλθαν, σχεδόν ανενόχλητοι, στο Μουσείο της Βουδαπέστης, εκμεταλλευόμενοι τη σκαλωσιά που είχε στηθεί στο πίσω μέρος του κτηρίου για εργασίες συντήρησης, ακριβώς κατά την ώρα αλλαγή του φύλακα. Αφαίρεσαν το έργο του Ραφαήλ και άλλα έξι, επίσης σημαντικά, ζωγραφικά έργα της Αναγέννησης. Την επόμενη ημέρα σήμανε συναγερμός σε παγκόσμιο επίπεδο. Η κινητοποίηση ήταν άμεση σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Ωστόσο, όπως μπορούμε να υποθέσουμε, στην Ελλάδα δεν θα υπήρχε ιδιαίτερος λόγος για μια ανάλογη κινητοποίηση. Η κομμουνιστική τότε Ουγγαρία ήταν μακριά. Το όποιο ενδιαφέρον για την τέχνη της Αναγέννησης σχεδόν ανύπαρκτο. Εξάλλου, ανάλογες ιστορίες ουδέποτε είχαν λάβει χώρα στην Ελλάδα.

Η ΟΜΟΛΟΓΙΑ
Οι ουγγρικές αρχές, έναν μήνα αργότερα, απέσπασαν την ομολογία μιας δεκαεξάχρονης, η οποία φέρεται ως σύνδεσμος μεταξύ ιταλών και ούγγρων διαρρηκτών, οι οποίοι είχαν «συνεργαστεί» για την αφαίρεση των έργων από το μουσείο της Βουδαπέστης. Οι ιταλικές αρχές, από την πλευρά τους, πληροφορήθηκαν ότι οι ιταλοί κακοποιοί, υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, είχαν περάσει οδικώς στην Ελλάδα, μέσω της τότε Γιουγκοσλαβίας, με ένα κόκκινο Fiat Ritmo, στο οποίο θα βρίσκονταν τα κλοπιμαία. To αυτοκίνητο, λίγες ημέρες αργότερα, εντοπίστηκε, άδειο, στην περιοχή της Ιτέας, κοντά σε ένα εργοστάσιο λαδιού…

Επιστρέφοντας στην κλοπή των έργων: Τον Ιανουάριο του 1984, ένα ανώνυμο τηλεφώνημα στην Ιντερπόλ (από ελληνική φωνή) πληροφορούσε πως οι πίνακες βρίσκονταν «σε μια βαλίτσα πεταμένη ανάμεσα στους θάμνους στους κήπους του μοναστηριού της Παναγίας της Τρυπητής». Πράγματι, ο πίνακας του Ραφαήλ, μαζί με τις υπόλοιπους πέντε βρέθηκαν εκεί (ο έβδομος παρέμεινε -ως ενέχυρο;- στα χέρια ενός από τους ούγγρους συνεργούς στη Βουδαπέστη). Επεστράφησαν, στα τέλη του ίδιου μήνα, στη Βουδαπέστη σε άθλια κατάσταση: η Madonna Esterházy σχεδόν δεν αναγνωριζόταν – είχε σπάσει στα δυο και χρειάστηκαν οι κοπιώδεις εργασίες ιταλών και ούγγρων συντηρητών για να αποκταστήσουν το έργο στην πρότερή του μορφή.
Οσο για τους ιταλούς διαρρήκτες, που είχαν εν τω μεταξύ ομολογήσει, αυτοί οδηγήθηκαν στις ιταλικές φυλακές.

Μόλις το 2015, ένας από τους ληστές, που φέρεται και ως ο αρχηγός της συμμορίας, δήλωσε, σε συνέντευξή του σε εφημερίδα, ότι στην υπόθεση είχαν εμπλακεί οι μυστικές υπηρεσίες (είμαστε ακόμα στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου) και, ακόμα, ότι τα κλοπιμαία προορίζονταν για ιδιώτη συλλέκτη στη Νέα Υόρκη, αφού πρώτα θα χρησιμοποιούνταν για την «εξυπηρέτηση» και ελληνικών υποθέσεων…Η αξία των έργων του Ραφαήλ είναι στην κυριολεξία ανυπολόγιστη – για να δώσουμε λίγο τα μεγέθη: ένα μικρών διαστάσεων απλό σχέδιο του ζωγράφου που δημοπρατήθηκε πρόσφατα ξεπέρασε το ποσό των 17 εκατομμυρίων ευρώ (!).

Του
Παναγιώτη Κ. Ιωάννου
Επίκουρου Καθηγητή Ιστορίας της Τέχνης
Πανεπιστήμιο Κρήτης – Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας

dete.gr


Πηγή