Φρέσκο χρήμα για τη σταδιακή επανεκκίνηση της οικονομικής δραστηριότητας, που θα μπορούσε να φτάσει ακόμα και τα 15 δισ. ευρώ, θα πέσει τους επόμενους μήνες στην αγορά από την κυβέρνηση και το τραπεζικό σύστημα. Καθώς ενεργοποιείται αύριο το σχέδιο άρσης του lockdown, τα υπουργεία Οικονομικών και Ανάπτυξης στοχεύουν, αρχής γενομένης από τον Μάιο, στην παροχή του απαραίτητου κεφαλαίου κίνησης, ώστε να λειτουργήσουν ξανά υπό ομαλότερες συνθήκες οι επιχειρήσεις που έχουν κατεβάσει ρολά εδώ και ενάμιση μήνα.
Πρόκειται για ρευστότητα που θα διοχετευθεί στην οικονομία με πολύ χαμηλά επιτόκια, είτε απευθείας από το κράτος ή από τις τράπεζες, συνδυαστικά με δημόσια προγράμματα επιδότησης τόκων ή εγγυοδοτικά. Είναι δε επιπρόσθετη της τρίμηνης επιδότησης για τα υφιστάμενα ενήμερα δάνεια που δικαιούνται όλες οι επιχειρήσεις που πλήττονται από την υγειονομική κρίση.
Οπως επισημαίνει ο κ. Δημήτρης Βερελής, Senior Director Εταιρικής και Επενδυτικής Τραπεζικής της Τράπεζας Πειραιώς, «τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία αναμφίβολα θα περιορίσουν τις βαριές συνέπειες που ήδη προκαλεί η πανδημία στη λειτουργία της αγοράς, των επιχειρήσεων και της οικονομίας ευρύτερα». Σύμφωνα με τον ίδιο, με την προετοιμασία που έχει γίνει από τις τράπεζες, η αξιολόγηση των αιτημάτων και η εκταμίευση θα ολοκληρώνονται μέσα σε λίγες ημέρες.
Δίψα για ρευστό
Ετσι, με το κρατικό δάνειο της Επιστρεπτέας Προκαταβολής, το οποίο με τη δεύτερη φάση του Μαΐου θα φτάσει τα 2 δισ. ευρώ, τη δράση ύψους 2 δισ. ευρώ του ΤΕΠΙΧ για διετή επιδότηση τόκων κατά 100% σε νέες χορηγήσεις, το νέο πρόγραμμα κρατικών εγγυήσεων 2 δισ. ευρώ, μέσω του οποίου μπορούν να δοθούν με μόχλευση δάνεια ως 7 δισ. ευρώ, αλλά και με τα απευθείας ανοίγματα των τραπεζών στους πελάτες τους, εκτιμάται ότι το νέο χρήμα θα ανέλθει σε επίπεδα μεταξύ 12 δισ. και 15 δισ. ευρώ εφέτος.
Η δίψα της αγοράς για φθηνή ρευστότητα αποτυπώνεται ήδη στην υψηλή ζήτηση για τα προγράμματα που είναι ανοιχτά. Σύμφωνα με τραπεζική πηγή, «μέσα σε τρεις ημέρες δεχθήκαμε για το πρόγραμμα διετούς επιδότησης τόκων του ΤΕΠΙΧ τον ίδιο αριθμό αιτήσεων δανειοδότησης που λάβαμε πέρυσι όλον τον χρόνο από μικρομεσαίες επιχειρήσεις». Δεν είναι τυχαίο ότι την πρώτη εβδομάδα των αιτήσεων δεσμεύθηκε το 65% των πόρων, δηλαδή 1,30 δισ. ευρώ.
Τα δύο νέα εργαλεία
Αναλυτικότερα, στη διάθεση επιχειρήσεων και επαγγελματιών βρίσκονται ή θα υλοποιηθούν μέσα στον Μάιο τα ακόλουθα εργαλεία άντλησης ρευστότητας:
1.Πρόγραμμα επιδότησης τόκων για 2 έτη: Μικρομεσαίες επιχειρήσεις κάθε νομικής μορφής που έχουν πληγεί από τις συνέπειες της πανδημίας μπορούν να χρηματοδοτηθούν μέσω του νέου υποπρογράμματος της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας (ΕΤΑ), για να καλύψουν τις ανάγκες τους σε κεφάλαιο κίνησης. Δηλαδή δαπάνες που σχετίζονται με λειτουργικά έξοδα και γενικά με όλο το συναλλακτικό τους κύκλωμα. Μάλιστα, δεν είναι απαραίτητη η προσκόμιση παραστατικών.
Η χρηματοδότηση φτάνει ως τις 500.000 ευρώ. Το επιτόκιο, που είναι σταθερό τα δύο πρώτα έτη, μπορεί να ανέλθει σε αυτό το διάστημα ως 8%. Οι τόκοι επιδοτούνται από το ΤΕΠΙΧ ΙΙ κατά 100% την πρώτη διετία. Προϋπόθεση για τη λήψη της επιδότησης είναι η διατήρηση για 2 χρόνια του ίδιου αριθμού θέσεων απασχόλησης. Στη συνέχεια μέχρι την πλήρη εξόφληση το επιτόκιο επιδοτείται κατά 40%.
Η συνολική διάρκεια του δανείου κυμαίνεται από 2 έως 5 χρόνια και η περίοδος χάριτος από 6 έως 12 μήνες. Η εκταμίευση γίνεται εφάπαξ ή σταδιακά. Το ποσό της επιδότησης επιτοκίου θα καταβάλλεται προκαταβολικά από την ΕΑΤ κάθε 6 μήνες, εφόσον τηρείται η δέσμευση για το προσωπικό.
2.Εγγυήσεις για παροχή δανείων σε όλες τις επιχειρήσεις: Οι εγγυήσεις παρέχονται μέσω του Ταμείου Εγγυοδοσίας (ΕΑΤ). Μπορούν να αξιοποιηθούν από μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αυτοαπασχολουμένους αλλά και μεγάλες επιχειρήσεις για νέο δανεισμό, προς κάλυψη αναγκών ρευστότητας. Αρκεί να μην ήταν προβληματικές στο τέλος του 2019 και να μην έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές.
Οι εγγυήσεις για όλες τις τράπεζες ανέρχονται σε 2 δισ. ευρώ και με τη μόχλευση μέσω των τραπεζών μπορούν να δοθούν δάνεια άνω των 7 δισ. ευρώ. Το πλεονέκτημα του συγκεκριμένου μηχανισμού είναι ότι με μειωμένες εξασφαλίσεις, λόγω της κρατικής εγγύησης του δανείου κατά 80%, δίνεται στον πελάτη προνομιακή τιμολόγηση.
Το ύψος του εγγυημένου δανείου μπορεί να ανέλθει ως το διπλάσιο του μισθολογικού κόστους της επιχείρησης ή το 25% του συνολικού κύκλου εργασιών του 2019. Το επιτόκιο διαμορφώνεται ελεύθερα από κάθε τράπεζα, ανάλογα με την πιστοδοτική της πολιτική. Η διάρκεια εξόφλησης μπορεί να φθάσει έως τα 5 χρόνια.
Επίσης, προβλέπεται προμήθεια για την εγγύηση, ανάλογα με το μέγεθος της επιχείρησης και τη διάρκεια του δανείου. Με απόφαση όμως της Κομισιόν, ο προϋπολογισμός της δράσης αυξάνεται κατά 250 εκατ. ευρώ για να επιδοτηθεί και αυτό το κόστος.