To ΔΣ του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών με ομόφωνη απόφασή του απορρίπτει τη γνωμοδότηση του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕΣΥ) «αναφορικά με την άσκηση της Ομοιοπαθητικής Ιατρικής από μη γιατρούς», καθώς, όπως αναφέρει, «ανοίγει ο δρόμος για παράνομη άσκηση της ιατρικής που εγκυμονεί κινδύνους για τη δημόσια υγεία».

Ειδικότερα, ο ΙΣΑ απέστειλε επιστολή στον πρόεδρο του ΚΕΣΥ, καθηγητή Κ. Μάρκου, την οποία κοινοποίησε στον υπουργό Υγείας Ανδ. Ξανθό, όπου επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι «η εν λόγω απόφαση, με πλήθος αντιφατικών σκέψεων ανοίγει τον δρόμο για την ανεξέλεγκτη άσκηση της Ομοιοπαθητικής στο λυκόφως της νομιμότητας».

Ο ΙΣΑ διερωτάται «πώς είναι δυνατόν η Ομοιοπαθητική να μην είναι ιατρική πράξη, ενώ τα ομοιοπαθητικά φάρμακα είναι πλήρως κατοχυρωμένα μετά την εναρμόνιση της ελληνικής με την ευρωπαϊκή νομοθεσία» και κάνει λόγο για μία «απαράδεκτη γνωμοδότηση που υιοθετήθηκε από μικρό αριθμό μελών της Ολομέλειας, απουσία του ιατρού εισηγητή του θέματος».

Τονίζει επίσης ότι τίθενται σοβαροί κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία, καθώς τα ομοιοπαθητικά σκευάσματα είναι νομοθετημένα ως γαληνικά από το 1994 και ως φάρμακα από το 2013 και «η συγκεκριμένη θεραπευτική πρακτική πρέπει να ασκείται αποκλειστικά από ιατρούς που λογοδοτούν στους οικείους Ιατρικούς Συλλόγους και που έχουν εκπαιδευτεί επαρκώς και υπό τον έλεγχο των θεσμικών οργάνων».

Ο ΙΣΑ καταγγέλλει ότι η εν λόγω εισήγηση «δεν έλαβε υπόψη τις θέσεις των Ιατρικών Συλλόγων, για το σοβαρό αυτό θέμα, καθώς και τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Εναρμόνισης και τις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, ο οποίος περιλαμβάνει την ομοιοπαθητική στην παραδοσιακή ιατρική και συστήνει στα κράτη μέλη του να την εντάξουν στα εθνικά συστήματα υγείας».

«Θεωρούμε απαράδεκτη την απόφαση γιατί αγνοεί ότι η ομοιοπαθητική, ως αγωγή με σκοπό τη θεραπεία, συνιστά άσκηση ιατρικών πράξεων, παραγνωρίζει ότι τα ομοιοπαθητικά είναι φάρμακα, αποστερεί ιατρούς από τη δυνατότητα άσκησής της και κυρίως, με σοβαρές συνέπειες για την υγεία των πολιτών και τη δημόσια υγεία επιχειρεί να αναγνωρίσει το δικαίωμα άσκησης της ιατρικής σε μη ιατρούς», επισημαίνει, και καταλήγει ζητώντας την απόρριψη της γνωμοδότησης του Κ.Ε.Σ.Υ, ενώ κοινοποίησε αυτή τη θέση του που στηρίζεται στα απτά δεδομένα της ιατρικής επιστήμης και τις αρχές της νομιμότητας στον Υπουργό Υγείας αναμένοντας τις δικές του ενέργειες.


Πηγή