Ο Ανδρέας Ηλιάδης είναι ο εντατικολόγος που την κούραρε επί μήνες μετά την ανακοπή, λειτουργώντας πολλές φορές πέρα από τα όρια των καθηκόντων του.

Πέραν όμως από κορυφαίος επιστήμονας και φύλακας άγγελος της μικρής, όπως η κατηγορούμενη συνήθιζε να τον αποκαλεί, ήταν και ο πρώτος που υποψιάστηκε το ενδεχόμενο εγκληματικής ενέργειας.

«Το καμπανάκι που μου χτύπησε ήταν οι δύο αιφνίδιοι θάνατοι και ο τρίτος. Το πρώτο περιστατικό για ηπατική ανεπάρκεια δεν με έπειθε. Ταυτόχρονα, έτρεχε ο γονιδιακός έλεγχος. Έπρεπε να προστατεύσουμε τη μικρή Τζωρτζίνα».

Καρφίτσα δεν έπεφτε σήμερα στην δικαστική αίθουσα όπου ο Ανδρέας Ηλιάδης κατέθετε και ξεδίπλωνε με κάθε λεπτομέρεια τον αγώνα που έδωσε εκείνος και το ιατρικό προσωπικό του για να κρατήσουν στη ζωή τη μικρή Τζωρτζίνα. Η περιγραφή του ξεκινά από την 11η Απριλίου όταν η 9χρονη φτάνει στο Ρίο από το Καραμανδάνειο, διασωληνωμένη μετά την ανακοπή.

«Ήταν μια δραματική νύχτα εκείνη, έφυγα στις 5 το πρωί. Δεν το λέω για να εντυπωσιάσω, ήταν ένας ασθενής που πραγματικά πέσαμε πάνω του. Γύρω στις 05.00 το πρωί, νομίζω τα πράγματα σταθεροποιήθηκαν. Και έκλεισε η πρώτη νύχτα. Ενημέρωσα τους γονείς τους είπα ‘θα πολεμήσουμε, θα είμαστε κοντά σας. Είναι μια καλή μονάδα’. Είδα δύο θλιμμένους γονείς».

Η «περίεργη» τιμή της τροπονίνης

Από το πρώτο κιόλας βράδυ, ο Ανδρέας Ηλιάδης ήταν αποφασισμένος να κερδίσει αυτήν τη μάχη. Συναντήθηκε με την ιατρική ομάδα, έκανε καρδιογράφημα στην Τζωρτζίνα, αν και δεν είναι καρδιολόγος ενώ ιδιαίτερη εντύπωση του έκανε μια τιμή τροπονίνης, που είχε εκτιναχθεί στα ύψη.

«Να πω κ. Πρόεδρε ότι μόλις ήρθε η μικρή Τζωρτζίνα, έκανα εγώ έναν υπέρηχο. Δεν είμαι καρδιολόγος αλλά σύμφωνα με την ιατρική οφείλω να κάνω υπέρηχο καρδιάς. Η πιο σημαντική πληροφορία που πήρα από το καρδιογραφημα της μικρής, με θετική έκπληξη είναι ότι δεν είχε καμία ιδιαίτερη παθολογία. Μας έκανε εντύπωση μια τιμή τροπονίνης. Έχω το σχεδιάγραμμα αν θέλετε να σας το δείξω, είναι εντυπωσιακό. Όταν ξεφεύγει κάτι από το φυσιολογικό, συνήθως όταν στρεσάρεται μία καρδιά, μπορεί να πάει στο 500, μπορεί να πάει 1000, τώρα είχαμε μία τιμή πάνω από 8000. Αλλά ξέρετε ποιο είναι το πιο σημαντικό; Δεν είναι αυτή η τιμή, είναι το πώς συμπεριφέρεται σε σχέση με τον χρόνο. Έπεσε σε απίστευτα μικρό χρονικό διάστημα».

Αποσβολωμένος άκουγε την μητέρα να του εξιστορεί το ιστορικό της οικογένειας.

Το πρώτο παιδί έφυγε από ηπατική ανεπάρκεια, το δεύτερο εντελώς αναπάντεχα στην κούνια του και το τρίτο μόλις είχε διακομιστεί στην κλινική του μετά από αιφνίδια ανακοπή.

«Η μητέρα μου είπε για την Μαλένα, ότι υπήρχε ηπατική ανεπάρκεια. Επειδή μου φάνηκε πολύ περίεργο επικοινώνησα με την κ. Μπάκα (γιατρός Μαλένας). Η κ.Μπάκα μου είπε ότι δεν είχε πειστεί για την ηπατική ανεπάρκεια. Σαν γιατρός μου ήταν αδιανόητο να πιστέψω για ηπατική ανεπάρκεια. Για την Ίριδα είχα ενημερωθεί ότι είχε πεθάνει στην κούνια της. Θάνατος της κούνιας. Επομένως είχαμε δύο θανάτους που έπρεπε να διαχειριστούμε. Πήρα τηλέφωνο έναν εξειδικευμένο συνάδελφο στις αρρυθμίες, τον κ. Παπαγιάννης, στο Ωνάσειο. Του έστειλα αμέσως πληροφορίες, του εξήγησα τι κάνουμε, οφείλουμε να σταθεροποιήσουμε την μικρή. Ο Παπαγιάννης, δεν ήρθε ουρανοκατέβατος και πήρε τη Τζωρτζίνα από εμάς. Ήταν άνθρωπος που ήταν ενήμερος. Από τον υπέρηχο που έκανα, είδαμε την καλή συστατικότητα της καρδιάς, το είδε η κ. Καρατζά. Με τον κ. Παπαγιάννη αρχίσαμε την επικοινωνία, ήταν συνεχόμενη».

Είναι εντυπωσιακό το πώς σύσσωμο το ιατρικό δυναμικό από τρία διαφορετικά νοσοκομεία είχε πέσει πάνω στην 9χρονη. Ο Ηλιάδης την επισκεπτόταν καθημερινά από τις 11 Απριλίου μέχρι τις 10 Μάϊου όπου η Τζωρτζίνα διακομίστηκε στο Ωνάσειο.

«Με ιδιαίτερη προσοχή καθημερινά πήγαινα κάθε πρωί και έβλεπα αν έχει πιάσει μια αρρυθμία, να μην μας είχε ξεφύγει τίποτα. Γιατί υπήρχε και η αγωνία των γονιών. Τι θα γίνει, αν θα πάμε στο σπίτι κλπ. Υπήρξε μια επικοινωνία με την μητέρα και τον πατέρα. ‘’Κύριε Παπαγιάννη έλεγα τι θα κάνουμε;’’. Δεν ήθελα αυτό το παιδάκι να πάει στο σπίτι. Πήραμε την απόφαση ότι για την προστασία της μικρούλας για να μην κινδυνεύσει, διεκομίσθη με γιατρό στο Ωνάσειο».

Η κατάθεση του μετά από ολιγόλεπτη διακοπή συνεχίστηκε περιγράφοντας τα όσα έγιναν και τoν Ιανουάριο του 2022 όταν η μικρή Τζωρτζίνα επιστρέφει και πάλι στο Ρίο με σπασμούς. 10 μέρες μετά θα πεθάνει στο κρεβάτι του νοσοκομείου.

Ο Ανδρέας Ηλιάδης για το σύνδρομο Μινχάουζεν

Α. Ηλιάδης: Βασιζόμενος στα στοιχεία που είχα, άρχισα να σκέφτομαι την περίπτωση να επρόκειτο για το «Σύνδρομο Μινχάουζεν δια αντιπροσώπου» στη θανατηφόρα του μορφή μάλιστα.

Πρόεδρος: Εξηγήστε μας τι είναι αυτό το Σύνδρομο.

Α. Ηλιάδης: Το Σύνδρομο Μινχάουζεν θεωρείται κακοποίηση παιδιού. Υπήρχαν red flags που ήμουν υποχρεωμένος να δω. Το συζήτησα με συναδέλφους μου, μεταξύ άλλων και με την κυρία Τσιόλα. Δεν μου φάνηκαν λογικοί οι θάνατοι των δύο άλλων παιδιών και την ρώτησα τι με συμβουλεύει. Μου συνέστησε να περιμένω να γίνει ο γονιδιακός έλεγχος. Μου είπε χαρακτηριστικά: «Θέλω να είσαι κοντά στην οικογένεια». Ήταν κάτι το οποίο κράτησα με ευλάβεια.

Έκανα ακόμα ένα βήμα, κύρια Πρόεδρε. Ζήτησα βοήθεια της ψυχιατρικής κλινικής. Κάναμε μία μεγάλη συζήτηση με τον διευθυντή. Δυστυχώς ένιωσα ότι δεν υπήρχε τρόπος να βοηθηθώ. Το μόνο που κατάφερα ήταν να κλείσω μία συνάντηση με έναν ψυχίατρο βάρδιας για τη μητέρα. Το αποτέλεσμα μάλλον δεν ήταν καλό, γιατί την επόμενη ήρθαν και οι δύο και ο Μάνος Δασκαλάκης μου είπε: «Κύριε Ηλιάδη, τι είναι αυτά τα πράγματα; Ο ψυχίατρος ρωτούσε αν η γυναίκα μου είναι τρελή». Και οι δύο μου τόνισαν: «Δεν επιθυμούμε τέτοιου είδους παρεμβάσεις και γενικά δεν επιθυμούμε άλλη επαφή, γιατί αντί να μας ρωτήσει για το παιδί, μας ρωτούσε αν η μάνα βλέπει δράκους και φίδια». Ο ψυχίατρος βέβαια ρωτούσε για να αποκλείσει κάποιες πιθανότητες. Έκλεισε το κεφάλαιο εκείνο.

Να προσθέσω ότι στην επίσκεψη της κυρίας Τσιόλα στη Μονάδα, για κάποιο λόγο, πίσω από την πόρτα βρισκόταν η μητέρα της Τζωρτζίνας. Όταν άνοιξε την πόρτα η κυρία Τσιόλα για να φύγει, μου λέει η μητέρα: «Κύριε Ηλιάδη, τα άκουσα όλα». Της είπα πολύ ευγενικά: «Δεν έχετε το δικαίωμα, δεν θα σας λέω τι συζητάω με τους συνεργάτες μου, είναι κάτι που δεν σας αφορά». Μου απάντησαν ότι δεν ήθελαν περαιτέρω επαφή. Δεν ξέρω τι είπαν μεταξύ τους, αλλά αν η μητέρα είχε ακούσει τους προβληματισμούς μου, όπως είπε, περίμενα να μου πουν: «Κύριε Ηλιάδη, τι είναι αυτά που λέτε;». Αυτοί ήρθαν με πολύ φιλική διάθεση. Τους είπα ότι θα σεβαστώ αυτή την επιθυμία.

Μείναμε εκεί, κρατήσαμε τις σκέψεις της κ. Τσιώλα και οι μέρες πέρασαν μέχρι που αποσωληνώσαμε την Τζωρτζίνα.


Πηγή