Ο συνολικός λογαριασμός της εφορίας για τους μήνες Ιούλιο έως Δεκέμβριο εκτινάσσεται πάνω από τα 33 δισ. ή πάνω από τα 5,5 δισ. σε μηνιαία βάση.
Ρύθμιση φορολογικών υποχρεώσεων για «κορωνόπληκτους», η οποία θα δίνει τη δυνατότητα σε όσους έκαναν χρήση του δικαιώματος αναστολής φορολογικών υποχρεώσεων να πληρώσουν σε 12 δόσεις –άτοκες ή με εξαιρετικά χαμηλό επιτόκιο– όλα τα βάρη που έχουν συσσωρευθεί για φέτος το φθινόπωρο, μελετά το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης. Στο τραπέζι είναι και το σχέδιο αύξησης των δόσεων για την πληρωμή του φόρου εισοδήματος σε 8 μηνιαίες δόσεις, μέτρο που δεν επηρεάζει την εκτέλεση του φετινού προϋπολογισμού.
Αντίστοιχα, σε 6 δόσεις –δηλαδή μέχρι και τον Φεβρουάριο του 2021– μελετάται να πληρωθεί και ο ΕΝΦΙΑ. Αντίθετα, φαίνεται να αποκλείεται κατηγορηματικά το ενδεχόμενο να επανέλθουν οι 120 δόσεις, κίνηση που εκτιμάται ότι θα προκαλούσε πολλούς τριγμούς στις σχέσεις με τους θεσμούς σε μια κρίσιμη χρονική συγκυρία κατά την οποία θα συζητηθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι για το 2021.
Ο εφιάλτης της φοροεπιδρομής κατά το β΄ εξάμηνο της φετινής χρονιάς ξυπνάει, και το οικονομικό επιτελείο αναζητεί τη βέλτιστη λύση για εκατομμύρια φορολογουμένους οι οποίοι θα καλούνται να πληρώνουν τρεις ή και τέσσερις φορολογικές υποχρεώσεις ανά μήνα. Αν δεν υπήρχε ο κορωνοϊός, ο φορολογικός λογαριασμός του β΄ εξαμήνου θα έφτανε στα 32 δισ. ευρώ έναντι 21 δισ. ευρώ στο πρώτο εξάμηνο. Λόγω όμως της αναστολής των φορολογικών βαρών που δόθηκε κατά τη διάρκεια του lockdown, υποχρεώσεις συνολικού ύψους 1,5 δισ. ευρώ μεταφέρθηκαν από το πρώτο στο δεύτερο εξάμηνο, με αποτέλεσμα ο συνολικός λογαριασμός για τους μήνες Ιούλιο έως Δεκέμβριο να εκτινάσσεται πάνω από τα 33 δισ. ευρώ ή πάνω από τα 5,5 δισ. ευρώ σε μηνιαία βάση (σ.σ. τουλάχιστον θεωρητικά καθώς ήδη χάνονται φόροι από ΦΠΑ, ειδικούς φόρους κατανάλωσης και μειωμένης παρακράτησης φόρου σε μισθωτούς και ελεύθερους επαγγελματίες).
Στο υπουργείο Οικονομικών εξετάζουν ήδη τρεις ρυθμίσεις για να «ξεφουσκώσουν» τον λογαριασμό και να διευκολύνουν τους φορολογουμένους, χωρίς όμως να δημιουργήσουν σοβαρό δημοσιονομικό πρόβλημα:
1. Να θεσπιστεί ειδική ρύθμιση για τις φορολογικές υποχρεώσεις που έχουν ανασταλεί. Πρόκειται για περίπου 1 δισ. ευρώ από την αναστολή του ΦΠΑ και 472 εκατ. ευρώ από την αναστολή λοιπών φορολογικών υποχρεώσεων. Η ρύθμιση θα αφορά ουσιαστικά τους πληγέντες από τον κορωνοϊό, καθώς αυτοί είχαν και το δικαίωμα να αναστείλουν τα φορολογικά τους βάρη. Αυτό «μαρτυρά» και το πρόγραμμα σταθερότητας που υπέβαλε το υπουργείο Οικονομικών στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ενώ ο συνολικός λογαριασμός από τις αναστολές φορολογικών υποχρεώσεων μέχρι και τον Ιούνιο εκτιμάται στο 1,5 δισ. ευρώ (χωρίς τις ασφαλιστικές εισφορές) προβλέπεται ότι μέχρι το τέλος του χρόνου θα εισπραχθούν μόλις 300 εκατ. ευρώ ενώ τα υπόλοιπα 1,2 δισ. ευρώ μετατίθενται να εισπραχθούν για το 2021 (κάτι που επίσης μαρτυρά το πρόγραμμα σταθερότητας, καθώς αναφέρει πρόσθετα έσοδα το 2021 από είσπραξη ανεσταλμένων φορολογικών υποχρεώσεων ύψους άνω του 1,2 δισ. ευρώ). Για να επιτευχθεί αυτό το δημοσιονομικό σενάριο, χρειάζεται μια ειδική ρύθμιση τουλάχιστον 12 δόσεων (ακόμη και άτοκων) στις οποίες κάθε φορολογούμενος που έκανε χρήση της αναστολής των φορολογικών βαρών κατά τους μήνες Μάρτιο έως Ιούνιο, θα μπορεί να εντάξει τα ποσά που έχουν συσσωρευθεί. Αυτό είναι και το κυρίαρχο σχέδιο που θα βάλει στο τραπέζι η κυβέρνηση: μια νέα τύπου πάγια ρύθμιση 12 δόσεων, η οποία θα έχει πολύ χαμηλότερο ή ακόμη και σχεδόν μηδενικό επιτόκιο από αυτό που προβλέπει η μόνιμη ρύθμιση (4,5% για 12 δόσεις και 6% για 24 δόσεις), την οποία θα μπορούν να εκμεταλλευτούν οι πληγέντες από τον κορωνοϊό. Μέσω αυτής, οι φορολογικές υποχρεώσεις των μηνών Μαρτίου, Απριλίου και Μαΐου που έχουν μετατεθεί για τον Αύγουστο, τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο, θα μπορούν να «σπάσουν» σε 12 δόσεις και να πληρωθούν έως και το φθινόπωρο του 2021 χωρίς μεγάλο ή και καθόλου κόστος για τον δανειολήπτη.
2. Ως πρόσθετη διευκόλυνση εξετάζεται το ενδεχόμενο να αλλάξει ο τρόπος πληρωμής του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων. Ο νόμος προβλέπει καταβολή σε τρεις διμηνιαίες δόσεις: τέλος Ιουλίου, τέλος Σεπτεμβρίου και τέλος Νοεμβρίου. Διατήρηση αυτού του προγράμματος σημαίνει ότι τον Σεπτέμβριο και τον Νοέμβριο, ο φορολογούμενος θα πρέπει να πληρώσει το 33,3% του συνολικού φόρου εισοδήματος (σ.σ. συνολικά 1 δισ. ευρώ για καθένα από τους δύο αυτούς μήνες), επιπλέον 550 εκατ. ευρώ για τον ΕΝΦΙΑ, συν τις τρέχουσες υποχρεώσεις από ΦΠΑ, συν τις εκκρεμότητες που έχουν δημιουργηθεί από την περίοδο του κορωνοϊού. Το σενάριο να δοθούν 8 μηνιαίες άτοκες δόσεις (από Ιούλιο έως και Φεβρουάριο του 2021) δεν έχει κανένα δημοσιονομικό κόστος, καθώς φόροι που εισπράττονται μέσα στο πρώτο 2μηνο της επόμενης χρονιάς, καταλογίζονται στα έσοδα της προηγούμενης.
3. Αντίστοιχη λύση αναμένεται να δοθεί και για τον ΕΝΦΙΑ: ο φόρος να πληρωθεί σε 6 μηνιαίες δόσεις από τον Σεπτέμβριο μέχρι και τον Φεβρουάριο του 2021, κάτι που επίσης δεν επηρεάζει τον προϋπολογισμό σε δημοσιονομικό επίπεδο.
Μειώθηκαν οι εισπράξεις ληξιπρόθεσμων οφειλών
Με το τρίμηνο «πάγωμα» των φορολογικών υποχρεώσεων για μισθωτούς που μπήκαν σε καθεστώς αναστολής, αυτοαπασχολουμένους αλλά και ιδιοκτήτες ακινήτων που έχασαν εισόδημα από ενοίκια, «πάγωσε» σε μεγάλο βαθμό και ο ρυθμός δέσμευσης των τραπεζικών λογαριασμών αλλά και αύξησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την εφορία. Ωστόσο, το πρόβλημα των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων παραμένει φλέγον και μάλιστα θα αναδειχθεί ακόμη περισσότερο κατά την προσπάθεια επιστροφής στην ανάπτυξη.
Η πανδημία μάς βρίσκει με ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις συνολικού ύψους 105,8 δισ. ευρώ (με βάση τα στοιχεία στο τέλος Μαρτίου, τα οποία όμως δεν αναμένεται να έχουν διαφοροποιηθεί αισθητά λόγω της αναστολής υποχρεώσεων), αλλά και «πραγματικό υπόλοιπο» ύψους 84 δισ. ευρώ. Μια από τις συνέπειες που έχει προκαλέσει ο κορωνοϊός στα ληξιπρόθεσμα χρέη είναι η μείωση των εισπράξεων έναντι του ληξιπρόθεσμου χρέους, κάτι που προφανώς οφείλεται στην αναστολή των δόσεων. Οι εισπράξεις κατά το πρώτο τρίμηνο της φετινής χρονιάς περιορίστηκαν στο 1,765 δισ. ευρώ από 2,267 δισ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο του 2019.
Η ρύθμιση των 120 δόσεων, που «έτρεξε» στο τέλος του 2019, αύξησε μεν το τμήμα του χρέους που είναι σε καθεστώς ρύθμισης, αλλά όχι σε ικανοποιητικό βαθμό. Το σχετικό ποσοστό αντιστοιχεί στο 6% και αντιστοιχεί σε οφειλές 6,3 δισ. ευρώ. Ωστόσο, το αντίστοιχο περυσινό διάστημα, το ποσοστό ήταν μόλις 3,3%, δηλαδή κοντά στα 3,5 δισ. ευρώ.
Χρέη στην εφορία έχουν αυτή τη στιγμή περίπου 3,956 εκατ. φορολογούμενοι, περίπου 16.800 περισσότεροι σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2019. Από αυτούς, περίπου 1,8 εκατ. έχουν οφειλές άνω των 500 ευρώ και ως εκ τούτου μπορούν να υποστούν τα αναγκαστικά μέτρα της εφορίας. Ηδη, δέσμευση τραπεζικού λογαριασμού έχει υποστεί 1,2 εκατομμύριο πολίτες, κάτι που τους εμποδίζει σε μεγάλο βαθμό από το να κάνουν χρήση των μέτρων ανακούφισης που προωθεί η κυβέρνηση.