Ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας υπολόγισε πως η απώλεια εσόδων των ακτοπλοϊκών εταιρειών που εξυπηρετούν τα νησιά του Αιγαίου, την Κρήτη και τα νησιά του Ιονίου θα ξεπεράσει τα 290 εκατ. ευρώ φέτος.

Μηδενική ορατότητα έχουν οι ελληνικές ακτοπλοϊκές επιχειρήσεις τόσο για το πώς θα λειτουργήσουν φέτος όσο και για το πόσο μεγάλες ζημίες θα εγγράψουν. Ηδη, από τις αρχές Απριλίου ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ) υπολόγισε πως η απώλεια εσόδων των ακτοπλοϊκών εταιρειών που εξυπηρετούν τα νησιά του Αιγαίου, την Κρήτη και τα νησιά Ιονίου θα ξεπεράσει τα 290 εκατ. ευρώ φέτος. Ομως, επί του παρόντος έχει λάβει βοήθεια υπό τη μορφή καταβολών για δημόσιες υπηρεσίες (άγονες γραμμές) μόλις 15 εκατ. ευρώ. Το ποσό αυτό εκτιμάται πως αρκεί για να φθάσει έως και την πρώτη εβδομάδα του Ιουνίου. Για σύγκριση αρκεί ίσως να αναφερθεί ότι η Φινλανδία ανακοίνωσε την ενίσχυση με 15 εκατ. τον μήνα (45 εκατ. για τρεις μήνες) επτά πλοίων τα οποία εκτελούν δρομολόγια προς Σουηδία και Εσθονία, ενώ η Ιρλανδία επιχορηγεί με 5 εκατ. τον μήνα (15 εκατ. σε τρεις μήνες) πέντε πλοία σε 5 γραμμές. Σύμφωνα με τον ΣΕΕΝ, η αποζημίωση των ελληνικών πλοίων στα δρομολόγια τα οποία είναι υποχρεωμένα να εκτελούν σήμερα εκτιμάται σε 15 εκατ., ενώ με βάση την Υ.Α. της 16.4.2020 αποζημιώνονται σε μηνιαία βάση με 7 εκατ.

Αν και ο υπουργός Ναυτιλίας Γιάννης Πλακιωτάκης στηρίζει τον κλάδο και επιχειρεί να διασφαλίσει πρόσθετα κονδύλια και για το υπόλοιπο του Ιουνίου, επί του παρόντος δεν υπάρχει σχετική επίσημη διαβεβαίωση. Αγνωστο παραμένει ακόμα και το ποσό που θα μπορέσει να πάρει από την Ευρωπαϊκή Ενωση, βάσει της σχετικής πρόνοιας για φυσικές καταστροφές, το ελληνικό Δημόσιο για να αποζημιώσει τις ακτοπλοϊκές από την απαγόρευση μετακινήσεων που επέβαλε. Αλλά η αποζημίωση αυτή πρέπει να αφορά και τα πλοία που σήμερα δεν εκτελούν δρομολόγια. Και αυτό διότι από τα 85 πλοία-μέλη του ΣΕΕΝ, μόνο τα 31 εκτελούν δρομολόγια, δηλαδή μόνο το 36%. Τα έξοδα όμως και των 54 πλοίων, τα οποία σήμερα είναι δεμένα στα λιμάνια είναι σημαντικά, καθώς έχουν επιβαρυνθεί με όλα τα έξοδα επισκευών, συντηρήσεων, πιστοποίησης καθώς και τα πάγια χρηματοοικονομικά και άλλα έξοδα που τα αφορούν, χωρίς να εκτελούν δρομολόγια και κατά συνέπεια χωρίς να υπάρχουν έσοδα.

«Πλωτή» καραντίνα

Την ίδια ώρα, η απελευθέρωση των μετακινήσεων στα νησιά όπως προτείνεται από τον ΕΟΔΥ αφενός μοιάζει με πλωτή καραντίνα αφετέρου εγγυάται τις…  ζημίες των επιχειρήσεων. Για παράδειγμα, συστήνονται η υποχρεωτική θερμομέτρηση κατά την επιβίβαση όλων των επιβατών και η ταυτόχρονη συμπλήρωση επίσης από όλους τους επιβάτες «εντύπου-ερωτηματολογίου δήλωσης υγείας» για την ανίχνευση επιβατών που πιθανόν να έχουν εκτεθεί στο νέο κορωνοϊό. Ο μέγιστος επιτρεπόμενος αριθμός στα συμβατικά επιβατηγά πλοία τα οποία δεν διαθέτουν καμπίνες για τους επιβάτες προβλέπεται να είναι ίσος με 50% του μέγιστου επιτρεπόμενου αριθμού τόσο για τους στεγασμένους όσο και στους εξωτερικούς χώρους και για όσα διαθέτουν καμπίνες 55%. Ορίζεται «σε όλους τους εσωτερικούς και τους εξωτερικούς χώρους να τηρείται η απόσταση τουλάχιστον 1,5 μ. και υποχρεωτική χρήση υφασμάτινης μάσκας» και «τα μέλη του πληρώματος θα ελέγχουν την τήρηση των μέτρων κοινωνικής απόστασης σε όλους τους χώρους». Επίσης στις καμπίνες προτείνεται να τηρείται η αναλογία ένας επιβάτης ανά καμπίνα ή μέχρι τέσσερις αν πρόκειται για οικογένεια.

Μεγάλες απώλειες εσόδων και για τα λιμάνια

Σημαντικό ζήτημα για τα έσοδα των λιμενικών επιχειρήσεων, είτε αυτές είναι ιδιώτες παραχωρησιούχοι είτε λιμενικά ταμεία, είτε φορείς του ευρύτερου Δημοσίου, δημιουργούν οι περιορισμοί στις μετακινήσεις και ο μειωμένος αριθμός πλοίων λόγω των μέτρων για την επιδημία. Μάλιστα, καθώς τα υπουργεία Οικονομικών και Ναυτιλίας δέχονται εισηγήσεις για μηδενισμό των λιμενικών τελών φέτος και αύξησής τους στα επόμενα έτη προς ανάκτηση του εσόδου (είναι 5% επί του εισιτηρίου και προτείνεται να μηδενιστεί φέτος και να πάει στο 6% από το 2021 ή το 2022) γίνεται σαφές πως η απώλεια εσόδων θα αυξηθεί. Και αυτό, σε μια περίοδο που η δραστηριότητα της επιβατηγού ναυτιλίας για τα λιμάνια θα έχει αυξημένα κόστη όπως αυτά προκύπτουν από τις αυξημένες ανάγκες για καθαρισμούς αλλά και τις μεγαλύτερες ουρές που φέρνουν οι θερμομετρήσεις των επιβατών, αν τελικά αυτές εφαρμοστούν, και η στελέχωση υγειονομικών υπηρεσιών αντιμετώπισης κρουσμάτων. Φυσικά, μεγάλα είναι και τα απολεσθέντα έσοδα των λιμένων από το «πάγωμα» της κρουαζιέρας εν γένει. Κάτι το οποίο, παρά τις περί του αντιθέτου προσπάθειες του κλάδου, δεν αναμένεται να αρθεί σύντομα. Αλλά ακόμα και αν τελικά η κρουαζιέρα επιτραπεί, τα κρουαζιερόπλοια ενοχοποιούνται διεθνώς ως κατεξοχήν επικίνδυνα μέσα για τη διασπορά του ιού και έτσι η επιστροφή των ταξιδιωτών σε αυτά εκτιμάται πως θα καθυστερήσει πολλούς μήνες αν όχι χρόνια.

kathimerini.gr