Ο Άγιος Ονησίφορος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Οι γονείς του ήσαν άνθρωποι πολύ ευσεβείς κι ενάρετοι, μα και πολύ πλούσιοι κι είχαν τιμηθεί από τους τότε άρχοντες και βασιλείς με πολλές τιμές και αξιώματα. Παρά την ξεχωριστή όμως τούτη προβολή τους, οι άνθρωποι αυτοί έμειναν μέχρι τέλους πιστοί και ταπεινοί.
Ο Άγιος Ονησίφορος πήρε από τη βρεφική ηλικία την ανάλογη χριστιανική μόρφωση κι ανατροφή. Μεγαλώνει μέσα στο παλάτι αλλά δεν παρασύρεται από την λάμψη των αξιωμάτων, τα οποία του προσφέρονται από νωρίς. Νεώτατος χάρη στη σοφία και τη σύνεση και τις γνώσεις του έγινε Αυγουστάλιος, δηλαδή ναύαρχος του στόλου της Αυτοκρατορίας, όπως θα λέγαμε σήμερα. Κι όμως ο Ονησίφορος δεν υπερηφανεύεται. Δεν αλλάζει τρόπους ζωής.
Με βαθιά συναίσθηση της θέσεως του φροντίζει απ’ την πρώτη στιγμή πώς να αυξήσει με κατάλληλα καράβια τον στόλο της Αυτοκρατορίας. Πολλοί είναι οι εχθροί που επιβουλεύονται τη δύναμη της. Κι άλλοι τόσοι εκείνοι που φθονούν τη δόξα και το μεγαλείο της. Τα βλέπει αυτά ο συνετός νέος και σπεύδει να ετοιμασθεί. Δεν πρόφτασε όμως. Κάποιο πρωινό τα εχθρικά καράβια πλέουν προς την Πόλη. Κι ο Ονησίφορος, μολονότι ανέτοιμος, κινείται να τα ανακόψει. Στη ναυμαχία που έγινε, «κρίμασιν οἲς οἶδε Κύριος», τα ελληνικά εκείνα καράβια, που έπλευσαν να αντιμετωπίσουν τον εχθρό διελύθησαν. Μόνο η ναυαρχίδα διασώθηκε, στην οποία βρισκόταν κι ο Άγιος Ονησίφορος.
Η ήττα αυτή συνεκλόνισε τον φιλότιμο νέο, που συντετριμμένος εγκαταλείπει τη σταδιοδρομία του και με δέκα άλλους συντρόφους έρχεται στην Κύπρο και βγαίνει εκεί στην Πάφο. Ο φιλόθεος νέος, ο Άγιος Ονησίφορος, αφού περιόδευσε διάφορους τόπους, ήλθε προς τα μέρη του χωριού Αναρίτα. Η ησυχία, το άφθονο πράσινο του όμορφου εκείνου τοπίου του ικανοποιούν την ψυχή και του φλογίζουν την καρδιά.
Τα λόγια του Κυρίου «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεὶν ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοί» κυκλοφορούν συνέχεια στο μυαλό του και του θεριεύουν την ιερή απόφαση. Την απόφαση να ζήσει πια με οδηγό το θέλημα του Χριστού και για τον Χριστό. Ένας ο ευγενής οραματισμός του. Να μπορέσει κάποια μέρα να αναφωνήσει κι αυτός του θείου Παύλου τα λόγια. «Ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγῶ’ ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός».
Μια σπηλιά έξω από το χωριό γίνεται τώρα ο τόπος διαμονής και το ασκητήριό του. Με αδιάλειπτη προσευχή και νηστεία, αλλά και με κάθε αρετή, σαν προσεκτικός γεωργός, φροντίζει καθημερινά και με σκληρό αγώνα προσπαθεί να ξεριζώνει από της ψυχής του το χωράφι τα διάφορα αγκάθια των παθών. Οι πειρασμοί που δοκιμάζει μέσα σ’ εκείνη τη στενή και υγρή σπηλιά είναι αφάνταστα πολλοί. Στο ερημικό εκείνο μέρος περνά τις ημέρες του.
Το σώμα του δεν διστάζει να το ταλαιπωρεί με νηστείες και αγρυπνίες και να το υποτάσσει στο θέλημα του Θεού. Συγχρόνως όμως και στην ψυχή του δεν αμελεί να προσφέρει κάθε πνευματική τροφή. Ο Θεός τον τίμησε με ιδιαίτερες δωρεές και χαρίσματα. Του έδωσε πλούσια το χάρισμα της θεραπείας. Πολλά θαύματα και ιατρείες επενεργούσε καθημερινά. Θεραπείες δαιμονισμένων, λεπρών, καρκινοπαθών, παθήσεων ματιών κι ένα σωρό άλλων ασθενειών.
Σε μια περίοδο τρομερής ανομβρίας με τη θερμή προσευχή του σαν τον Προφήτη Ηλία άνοιξε τους καταρράκτες του ουρανού και κατέβασε βροχές ευεργετικές, που δρόσισαν όχι μονάχα ανθρώπους και ζώα, αλλά και πότισαν τη διψασμένη γη. Δυστυχώς το σπήλαιο του Αγίου είναι ακαθόριστο σήμερα. Ο χρόνος το έχει εξαφανίσει και ο χώρος έχει καταχωσθεί. Έξω όμως από το χωριό και στο Ν.Α. άκρον του κοιμητηρίου βλέπει κανείς ένα ερειπωμένο εκκλησάκι, που έκτισε ο ίδιος ο Άγιος με τα χέρια του.
Η μικρή αυτή Βυζαντινή εκκλησούλα είναι μονόκλιτος και με στέγη καμαρωτή, στενόμακρη 10.80μ. επί 3.60μ. Δυστυχώς εδώ και ολίγα χρόνια έπαψε και να λειτουργείται. Γύρω από την εκκλησούλα υπάρχουν θεμέλια κελλιών, που μαρτυρούν ότι κάποτε εκεί ήταν κτισμένη και Ιερά Μονή προς τιμή του αγίου Ονησιφόρου.