Τιμώνται σήμερα, 21 Μαΐου από την Εκκλησία οι Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη.
Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη: Ο Άγιος Κωνσταντίνος γεννήθηκε το 247. Γονείς του ήταν ο Κωνστάντιος ο Α` ο Χλωρός και μητέρα του η Ελένη από το Δρέπανο της Βιθυνίας. Ο Κωνσταντίνος σε ηλικία 18 ετών έγινε στρατιωτικός και χάρη στην ανδρεία και το αγέρωχο φρόνημά του, προήχθη γρήγορα στα ανώτατα αξιώματα του στρατού.
Ο Κύριος θέλοντας να τον βοηθήσει στον αγώνα του κατά του Μαξεντίου και του Λικίνιου, σχημάτισε στον ουρανό το σημείο του Σταυρού με την επιγραφή « Εν τούτω Νίκα», προσφέροντάς του ένα ισχυρότατο όπλο για να κατατροπώσει τούς εχθρούς του. Ήταν ο πρώτος αυτοκράτορας ο οποίος ευνόησε την Εκκλησία μετά από τρεις αιώνες απηνών διωγμών.
Μετέφερε την πρωτεύουσα του κράτους του στο αρχαίο Βυζάντιο και έκτισε τη Βασιλίδα των πόλεων, την Κωνσταντινούπολη. Λίγο πριν πεθάνει αξιώθηκε και του Αγίου Βαπτίσματος. Εκοιμήθη σε ηλικία 63 ετών, την 21 Μαΐου 327. Ο Κωνσταντίνος ενδιαφέρθηκε πολύ και για τα ιερά σεβάσματα των χριστιανών, για το λόγο αυτό απέστειλε στα Ιεροσόλυμα την μητέρα του, για να βρει τον Τίμιο Σταυρό.
Η Αγία Ελένη γεννήθηκε στο Δρέπανο της Βιθυνίας της Μικράς Ασίας περί το 247 μ.Χ. Φαίνεται ότι ήταν ταπεινής καταγωγής.
Μεταξύ των ετών 272 – 288 μ.Χ. γέννησε στη Ναϊσό της Μοισίας τον Κωνσταντίνο. Όταν, πέντε έτη αργότερα, ο Κωνσταντίνος Χλωρός έγινε Καίσαρας από τον Διοκλητιανό, αναγκάσθηκε να την απομακρύνει, για να συζευχθεί τη Θεοδώρα, θετή κόρη του αυτοκράτορα Μαξιμιανού, και να έχει έτσι το συγγενικό εκείνο δεσμό, ο οποίος θα εξασφάλιζε τη στερεότητα του Διοκλητιανού τετραρχικού συστήματος.
Παρά το γεγονός αυτό ο Μέγας Κωνσταντίνος τιμούσε ιδιαίτερα τη μητέρα του. Της απένειμε τον τίτλο της αυγούστης, έθεσε τη μορφή της επί νομισμάτων και έδωσε το όνομά της σε μία πόλη της Βιθυνίας.
Η Αγία έδειξε την ευσέβειά της με πολλές ευεργεσίες και την ανοικοδόμηση νέων Εκκλησιών στη Ρώμη (Τιμίου Σταυρού), στην Κωνσταντινούπολη (Αγίων Αποστόλων), στη Βηθλεέμ (βασιλική της Γεννήσεως) και επί του Όρους των Ελαιών (βασιλική της Γεθσημανή).
Η Αγία Ελένη πήγε το 326 μ.Χ. στην Ιερουσαλήμ, όπου «μὲ μέγαν κόπον καὶ πολλὴν ἔξοδον καὶ φοβερίσματα ηὗρεν τὸν τίμιον σταυρὸν καὶ τοὺς ἄλλους δύο σταυροὺς τῶν ληστῶν», όπως γράφει ο Κύπριος Χρονογράφος Λεόντιος Μαχαιράς. Επιστρέφοντας στην Κωνσταντινούπολη, ένα χρόνο μετά την εύρεση του Τιμίου Σταυρού του Κυρίου, η Αγία Ελένη πέρασε και από την Κύπρο.
Η Αγία Ελένη κοιμήθηκε με ειρήνη μάλλον το 327 μ.Χ. σε ηλικία ογδόντα ετών. Ο ιστορικός Ευσέβιος γράφει ότι η Αγία προαισθάνθηκε το θάνατό της και με διαθήκη άφησε την περιουσία της στον υιό της και τους εγγονούς της.
Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου Κωνσταντίνου βρίσκονται στη Μονή Κύκκου Κύπρου και στις Λαύρες Αγίας Τριάδος – Αγ. Σεργίου Μόσχας και Αγ. Αλεξάνδρου Νέβσκι Αγίας Πετρουπόλεως.