Το χαρτονόμισμα των πεντακοσίων δραχμών με παράσταση της Αγιά Σοφιάς σχεδιάστηκε το 1921 από την American Banknote Company και παραδόθηκε το 1923.
Μερικά χρόνια πριν, με το τέλος του Α’ Παγκόσμιου Πόλεμου, στις 30 Οκτωβρίου 1918 υπογράφεται η πρώτη ανακωχή του πολέμου, η Συνθήκη ανακωχής του Μούδρου, μεταξύ του Άγγλου ναυάρχου Κάλθορπ, πληρεξούσιου των Συμμάχων της Αντάντ αφενός και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αφετέρου και έτσι η Ελλάδα βρέθηκε στην πλευρά των νικητών.
Το θωρηκτό Γ. Αβέρωφ, μαζί με το θωρηκτό Κιλκίς, κατέπλευσε στην Κωνσταντινούπολη και εκεί ύψωσε την ελληνική σημαία ως μία από τις νικήτριες δυνάμεις του Μεγάλου Πολέμου, με στόχο την πραγματοποίηση της Μεγάλης Ιδέας.Ταυτόχρονα, τμήμα της Κρητικής Χωροφυλακής εγκαθίσταται στο Φανάρι, ως φρουρά του Πατριαρχείου. Τα περιστατικά αυτά γίνονται αφορμή για συγκινητικές εκδηλώσεις ενθουσιασμού από όλο τον ελληνικό πληθυσμό της Κωνσταντινούπολης.
Μια σημαντική αποκάλυψη είχε κάνει η τουρκική εφημερίδα Zaman ότι μετά την κατάληψη στις 13 Νοεμβρίου του 1918 της Κωνσταντινούπολης από τα συμμαχικά στρατεύματα της Αντάντ, οι Βρετανοί σκόπευαν να επιστρέψουν την Αγιά Σοφιά στους χριστιανούς της Πόλης αλλά την τελευταία στιγμή έκαναν πίσω.
Αντιλαμβάνεται κανείς ότι αν συνέβαινε κάτι τέτοιο και αν ο σταυρός θα δέσποζε ξανά μεγαλοπρεπής στον τρούλο της Αγιά Σοφιάς, αυτό θα ήταν ένα γεγονός μεγάλης ιστορικής συμβολικής αλλά και ψυχολογικής σημασίας και θα επηρέαζε αποφασιστικά στην οριστική επαναφορά της Πόλης στα ελληνικά χέρια.
Η εμφάνιση ξανά του σταυρού στον τρούλο της Αγιά Σοφιάς θα ήταν ένα από τα μεγαλύτερα ιστορικά χτυπήματα για τους Τούρκους και θα έδινε το έναυσμα για την εκκένωση της Πόλης από το ισλαμικό στοιχείο, όπως υπολόγιζαν τότε και τα συμμαχικά στρατεύματα, σύμφωνα πάντα με την τουρκική εφημερίδα.
Και ενώ όλα ήταν έτοιμα και είχαν ήδη καταστρωθεί τα σχέδια για την εκ νέου μετατροπή της Αγιά Σοφιάς σε χριστιανική εκκλησία, σημειώθηκε αντίδραση από τα μουσουλμανικά στρατεύματα της βρετανικής αυτοκρατορίας και διατυπώθηκαν κάποιες απειλές ότι αν συνέβαινε κάτι τέτοιο θα ξεσηκώνονταν στις Ινδίες οι μουσουλμάνοι εναντίων των Βρετανών καθώς και σε άλλες περιοχές όπου η βρετανική αυτοκρατορία εξουσίαζε μουσουλμανικούς πληθυσμούς.
Όπως αποκαλύπτει η Zaman, οι πρώτες σκέψεις του τότε Βρετανού πρωθυπουργού, Lloyd George, μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τα στρατεύματα της Αντάντ τον Νοέμβριο του 1918, ήταν η άμεση παράδοση της Αγιά Σοφιάς στους χριστιανούς. Με την κίνηση αυτή, όπως υπολόγιζε ο Βρετανός πρωθυπουργός, θα σημειώνονταν μια μεγάλη τάση φυγής των μουσουλμάνων προς την Μικρά Ασία καθώς θα φαίνονταν πως η Πόλη οριστικά περνούσε ξανά στα χέρια των χριστιανών και θα επανέρχονταν στο πρωταρχικό της όνομα, δηλαδή από Ιstanbul σε Κωνσταντινούπολη.
Όσον αφορά το μουσουλμανικό χαλιφάτο που είχε μέχρι τότε την έδρα του στην Κωνσταντινούπολη, θα μεταφέρονταν στην Προύσα ή στο Ικόνιο και έτσι μεγάλο μέρος και του μουσουλμανικού ιερατείου θα έφευγε από την Πόλη. Εξ άλλου, όπως ανέφεραν τότε οι βρετανικές πηγές, στην Κωνσταντινούπολη ήδη υπήρχαν εκατοντάδες τζαμιά και έτσι η αλλαγή του καθεστώτος της Αγιά Σοφιάς και η εκ νέου μετατροπή της σε χριστιανικό ναό δεν θα επηρέαζε τα θρησκευτικά καθήκοντα των μουσουλμάνων που θα παρέμεναν στην Πόλη.
Διαφωνία υπήρξε στο θέμα σε ποιους θα παραδίδονταν η Αγιά Σοφιά. Φυσικά την πρώτη προτεραιότητα την είχαν οι Έλληνες της Πόλης, όπως ανέφεραν οι βρετανικές πηγές, καθώς η Αγιά Σοφιά αποτέλεσε επί χίλια χρόνια το σύμβολο της ελληνικής ορθοδοξίας και τώρα την διεκδικούσε με σοβαρές αξιώσεις το ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο. Υπήρξαν όμως και διεκδικήσεις από ρωσικής πλευράς ήδη από το 1915 από τον Ρώσο Trubetskoy και σχετικές αναφορές από τον γνωστό Ρώσο συγγραφέα, Dostoyevski.
Τίποτα όμως από όλα αυτά δεν έγινε εξ’ αιτίας των δεύτερων σκέψεων του Λονδίνου, δηλαδή του κέντρου της τότε μεγάλης βρετανικής αυτοκρατορίας που την εποχή εκείνη διοικούσε το μεγαλύτερο μέρος του ισλαμικού κόσμου και μάλιστα είχε υπό την κατοχή της τις μεγάλες ιερές πόλεις των μουσουλμάνων, δηλαδή την Μέκκα και την Μεδίνα.
Το θέμα έμεινε χωρίς καμία εξέλιξη για να φτάσουμε στην μικρασιατική καταστροφή και την κατάληψη της Πόλης από τα στρατεύματα του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, στις 6 Οκτωβρίου του 1924. Έτσι χάθηκε μια μοναδική ευκαιρία για τον χριστιανισμό αλλά και για τον ελληνισμό που θα επέστρεφε μετά από τεσσεράμισι αιώνες στον ιστορικό αυτό ναό.
Παρ’ όλα αυτά η Αγιά Σοφιά δεν έμεινε σαν τζαμί καθώς ο Κεμάλ, όπως αναφέρει η τουρκική εφημερίδα, αποδέχτηκε κάποια νέα βρετανικά σχέδια για την μετατροπή της σε μουσείο. Το σκεπτικό ήταν ο ιστορικός αυτός ναός να γίνει, όπως και έγινε, παγκόσμιο αξιοθέατο που κάθε χρόνο δίνει στην τουρκική οικονομία εκατομμύρια σε συνάλλαγμα από τους επισκέπτες που έρχονται από παντού για να θαυμάσουν αυτό το αριστούργημα της ελληνικής ορθοδοξίας.Έτσι κι αλλιώς όμως η συνθήκη της Λωζάνης (23 Ιουλίου 1923) ήδη επέβαλε τελείως διαφορετικό ελληνοτουρκικό καθεστώς τόσο εδαφικά όσο και πληθυσμιακά.
Όσο για το πεντακοσάρικο δεν κυκλοφόρησε ποτέ λόγω… πληθωρισμού (κατά την επίσημη δικαιολογία).Το πιθανότερο όμως είναι ότι λόγω της αλλαγής χρήσης της Αγιά Σοφιάς από τζαμί σε μουσείο και αφού δεν επέστρεψε στα χέρια των χριστιανών, απετράπη η κυκλοφορία του συγκεκριμένου χαρτονομίσματος το οποίο θα παρουσίαζε την Αγιά Σοφιά χωρίς μιναρέδες και με χριστιανικό σταυρό στον τρούλο και έτσι θα είχε τιμητικό χαρακτήρα.Έτσι το χαρτονόμισμα αυτό, παρέμεινε ένα σπάνιο αρχειακό δείγμα.