Στον «κάλαθο των αχρήστων» έχουν την δυνατότητα να ρίξουν πλέον χιλιάδες φυσικά και νομικά πρόσωπα τα φορολογικά αρχεία, εφόσον αυτά αφενός αφορούν στο έτος 2017 και αφετέρου δεν είχαν υποστεί έλεγχο από τις Αρχές. Βεβαίως, παρά το ότι ο νόμος επιτρέπει την καταστροφή του αρχείου, από την στιγμή που συμπληρώθηκε η 5ετία που οδηγεί σε παραγραφή των υποθέσεων, καλό θα είναι τα όποια στοιχεία αφορούν σε έτος παραγραφής να διατηρούνται για κάποιο διάστημα παραπάνω στην κατοχή του φορολογούμενου, καθώς υπάρχουν και οι … διασταυρώσεις.
Γράφει ο Βαγγέλης Δουράκης
Όπως και να έχει μετά τη συμπλήρωση της 5ετίας -και βεβαίως με την επιφύλαξη των περιπτώσεων που οδηγούν σε… διπλασιασμό του σχετικού διαστήματος- η παραγραφή συμπαρασύρει και την υποχρέωση διαφύλαξης του αρχείου του φορολογούμενου.
Ποια φορολογικά αρχεία μπορούν να διαγραφούν
Εφόσον λοιπόν κάποιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο δεν έχει υποστεί έλεγχο για το έτος 2017, αυτό σημαίνει ότι μπορεί να προβεί σε καταστροφή του αρχείου του για το έτος αυτό πλην των εγγράφων που αφορούν στα εργατικά θέματα.
Παρόλο που ισχύει αυτό στην νομοθεσία, καλό θα ήταν το αρχείο να τηρείται και για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, καθώς τα στοιχεία μπορεί να χρησιμοποιηθούν σε διασταυρωτικούς ελέγχους που αφορούν σε εταιρείες και φυσικά πρόσωπα.
Δεν ήταν τυχαίο που το τελευταίο διάστημα είχαν ενταθεί οι έλεγχοι φορολογικών υποθέσεων που αφορούσαν το φορολογικό έτος 2017 (1/1/2017 – 31/12/2017), διότι αυτές παραγράφονται στο τέλος της τρέχουσας χρονιάς.
Στη πράξη πάντως, παραγράφονται στις 10 Δεκεμβρίου, διότι εκ του νόμου (με βάση το άρθρο 28 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας – Ν. 4174/2013) δίδεται περιθώριο είκοσι ημερών (20 ημέρες) στον κάθε φορολογούμενο, ούτως ώστε να έχει τη δυνατότητα να απαντήσει και να τεκμηριώσει τα πιθανά σφάλματα που προκύπτουν κατά τη διαδικασία του ελέγχου.
Με την παρέλευση του εικοσαημέρου, η ελεγκτική αρχή έχει ένα μήνα προκειμένου να επεξεργαστεί τα νέα στοιχεία και να κοινοποιήσει την «Έκθεση Ελέγχου Προσδιορισμού Φόρου» καθώς και τις οριστικές καταλογιστικές πράξεις.
Πότε ο φορολογούμενος έχει δικαίωμα στην προσφυγή
Από τη στιγμή της κοινοποίησης και μετά, το ποσό που έχει προκύψει, βεβαιώνεται στις οφειλές του φορολογούμενου. Ο ελεγχόμενος έχει στη διάθεσή του 30 ημέρες προκειμένου να καταθέσει Ενδικοφανή Προσφυγή ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία μέσα σε διάστημα 120 ημερών έχει την υποχρέωση να εξετάσει τους ισχυρισμούς του ελεγχόμενου και είτε να τους αποδεχθεί, είτε να τους απορρίψει.
Μετά την παρέλευση των 120 ημερών και στην περίπτωση που η Δ.Ε.Δ. δεν έχει λάβει θέση, η προσφυγή θεωρείται σιωπηρώς απορριπτέα και ο φορολογούμενος θα πρέπει να αποφασίσει εάν θα ακολουθήσει τη δικαστική οδό ή θα εξοφλήσει το φόρο που έχει επιβληθεί.
Σε ποιες περιπτώσεις η παραγραφή πάει στα 10 έτη
Υπάρχουν πάντως και πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις που το διάστημα παραγραφής διπλασιάζεται και φτάνει τα 10 έτη: Ειδικότερα, για τις χρήσεις 2012 και 2013 και τα φορολογικά έτη 2014, 2015, 2016 και 2017, πράξη διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου για περιπτώσεις φοροδιαφυγής μπορεί να εκδοθεί εντός δέκα ετών από τη λήξη του έτους εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής δήλωσης.
Έτσι, με βάση σχετικές οδηγίες της ΑΑΔΕ η παραγραφή πάει στα 10 χρόνια:
- Έπειτα από πληροφορίες που περιέρχονται σε γνώση οποιασδήποτε υπηρεσίας της φορολογικής διοίκησης και αφορούν σε φοροδιαφυγή, πράξεις προσδιορισμού φόρου εκδίδονται μόνο εφόσον πρόκειται για ποσά φόρων που υπερβαίνουν τις 50.000 ευρώ αν πρόκειται για υποθέσεις ΦΠΑ ή 100.000 ευρώ για άλλους φόρους ή τέλη κ.ά. Στην περίπτωση που οι πληροφορίες περί φοροδιαφυγής περιέλθουν σε γνώση οποιασδήποτε υπηρεσίας της φορολογικής διοίκησης μετά την πενταετία οι πράξεις προσδιορισμού φόρου και επιβολής προστίμου εκδίδονται αποκλειστικά για τη φορολογητέα ύλη που προκύπτει από τις πληροφορίες αυτές και για το έτος στο οποίο αφορούν.
- Για υποθέσεις που αφορούν την έκδοση πλαστών/εικονικών φορολογικών στοιχείων ή λήψη εικονικών φορολογικών στοιχείων ή νόθευση τέτοιων στοιχείων στις χρήσεις 2012 και 2013, καθώς και στο φορολογικό έτος 2014 και στο διάστημα 1/1 έως και 16/10/2015 του φορολογικού έτους 2015, οι οικείες πράξεις επιβολής προστίμου εκδίδονται ανεξαρτήτως ποσού, κατόπιν σύγκρισης για τη διαπίστωση της ευνοϊκότερης κύρωσης. Περαιτέρω, μόνο εφόσον από τον έλεγχο αυτών των φορολογικών στοιχείων προκύπτει ότι το ποσό του κύριου φόρου που δεν αποδόθηκε ή αποδόθηκε ανακριβώς ή εξέπεσε υπερβαίνει τις 50.000 ευρώ για ΦΠΑ ή τις 100.000 ευρώ για άλλους φόρους ή τέλη, οι οικείες πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου στη φορολογία εισοδήματος ή/και ΦΠΑ κατά περίπτωση.
- Για τις χρήσεις 2012 και 2013, ειδικά για τη φορολογία κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και κερδών από τυχερά παίγνια και για το φορολογικό έτος 2014, εξακολουθούν να έχουν εφαρμογή οι προϊσχύουσες του Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών διατάξεις περί παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να κοινοποιεί πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και προστίμου, ανεξαρτήτως του ύψους της φοροδιαφυγής.
enikonomia.gr