Ο Άγιος Φανούριος είναι μια άγια, σημαντική νεανική μορφή, που ξεχωρίζει με τον δικό του τρόπο ανάμεσα στους άλλους Αγίους της χριστιανοσύνης. Κι αυτό γιατί η μνήμη του Αγίου Φανουρίου δεν τιμάται απλώς σε μια μόνο ημερομηνία, αλλά η πίστη των χριστιανών κάνει συχνά τη γνωστή φανουρόπιτα.
Οι πιστοί συχνά επικαλούνται το όνομα του Αγίου Φανουρίου, ο οποίος έχει κάνει πολλά θαύματα. Ενα από τα πιο συγκλονιστικά έλαβε χώρα στη Ρόδο.
Σε μια περίοδο της ιστορικής ζωής της η Κρήτη ήταν υποδουλωμένη στους Λατίνους (1204 – 1669 μ.Χ.), που είχαν δικό τους Αρχιεπίσκοπο και γι’ αυτό προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να παρασύρουν τους κατοίκους του νησιού στον Καθολικισμό (Παπισμό).
Έτσι οι Λατίνοι πήρανε σαν καταπιεστικό μέτρο ενάντια στην Ορθοδοξία να μην επιτρέπουν να χειροτονούνται ιερείς στην Κρήτη, οπότε οι Κρητικοί αναγκάζονταν να μεταβαίνουν στο νησί Τσιρίγο (Κύθηρα) για να χειροτονηθούν ιερείς από Ορθόδοξο Αρχιερέα, που έδρευε εκεί.
Κάποια εποχή λοιπόν ξεκίνησαν απ’ την Κρήτη τρεις διάκονοι για το Τσιρίγο κι αφού χειροτονήθηκαν εκεί ιερείς, επέστρεφαν τρισευτυχισμένοι στο πολύπαθο τότε απ’ τη σκλαβιά νησί τους. Κατά κακή τους τύχη Αγαρηνοί πειρατές τους συνέλαβαν στο πέλαγος, τους μετέφεραν στη Ρόδο, όπου τους πώλησαν σε τρεις διαφορετικούς Αγαρηνούς αφέντες.
Η θέση των τριών ιερέων ήταν αξιοθρήνητη κι όμως μια γλυκειά προσμονή ήλθε να γλυκάνει το πικρό παράπονό τους. Μάθανε πως στη Ρόδο ο Άγιος Φανούριος θαυματουργούσε και σ’ αυτόν στήριξαν τις ελπίδες τους κι ολοένα προσεύχονταν και τον επικαλούνταν ο καθένας τους ξεχωριστά, για να τους λυτρώσει απ’ την σκληρή αιχμαλωσία στους μιαρούς Αγαρηνούς.
Ζήτησε, λοιπόν, ο κάθε ιερέας, χωρίς να συνεννοηθούν μεταξύ τους, απ’ τον αφέντη του, να του δώσει άδεια να μεταβεί στην εκκλησία για να προσκυνήσει την εικόνα του Αγίου Φανουρίου. Πήρανε κι οι τρεις τους μ’ ευκολία την άδεια, προσκύνησαν μ’ ευλάβεια την εικόνα του Αγίου βρέχοντας τη γη με τα δάκρυά τους γονατιστοί σαν προσεύχονταν και με όλη τη δύναμη της ψυχής τους παρακαλούσαν τον Άγιο Φανούριο να μεσολαβήσει για να γλυτώσουν πια απ’ τα χέρια των Αγαρηνών.
Αφού οι ιερείς αναχώρησαν, ανακουφισμένοι απ’ τον πόνο τους, ο Άγιος Φανούριος παρουσιάστηκε τη νύχτα και στους τρεις αφέντες τους και τους διέταξε να ελευθερώσουν τους σκλάβους ιερείς τους, διαφορετικά θα τους τιμωρούσε σκληρά. Οι Αγαρηνοί όμως άρχοντες θεώρησαν την επέμβαση του Αγίου σαν κάποια μαγεία, γι’ αυτό αλυσόδεσαν τους σκλάβους τους κι άρχισαν να τους βασανίζουν με χειρότερο τρόπο.
Την άλλη όμως νύχτα ο Άγιος Φανούριος επενέβη πιο αποτελεσματικά, έλυσε τους τρεις ιερείς απ’ τα δεσμά τους και τους υποσχέθηκε, πως θα τους ελευθέρωνε από τους Αγαρηνούς την άλλη μέρα. Φανερώθηκε και πάλι στους Αγαρηνούς και τους απείλησε αυτή τη φορά, πως αν δεν ελευθέρωναν το πρωί τους ιερείς, θα μεταχειριζόταν σκληρά μέτρα γι’ αυτούς.
Το άλλο πρωί οι Αγαρηνοί αισθάνθησαν την τιμωρία, γιατί έχασαν όλοι το φως τους και το κορμί τους έμεινε παράλυτο. Έτσι αναγκάσθησαν τότε να συμβουλευτούν τους συγγενείς τους, για να συζητήσουν το κακό που τους βρήκε. Όλοι δε οι άρχοντες αποφάσισαν να καλέσουν τους τρεις ιερείς, μήπως μπορούσαν να τους βοηθήσουν. Οι ιερείς την μόνη απάντηση που έδωσαν ήταν, πως αυτοί θα παρακαλούσαν τον Θεό τους κι Εκείνος θα αποφάσιζε.
Την τρίτη νύχτα παρουσιάστηκε πάλι ο Άγιος Φανούριος στους Αγαρηνούς και τους ανακοίνωσε πως αν δεν έστελναν οι τρεις άρχοντες γραπτώς στο ναό του τη συγκατάθεση τους για την απελευθέρωση των ιερέων, δεν θα ξανάβρισκαν πια την υγεία τους.
Οι Αγαρηνοί τότε θέλοντας και μη έγραψαν το γράμμα που ζήτησε ο Άγιος Φανούριος και δήλωναν απερίφραστα, πως παραχωρούσαν, στους τρεις ιερείς την ελευθερία τους. Αυτές οι δηλώσεις τους κατατέθηκαν στον ιερό ναό του Αγίου. Πριν ακόμα επιστρέψει η αντιπροσωπεία των Αγαρηνών απ’ το ναό, οι τυφλοί και παράλυτοι άπιστοι έγιναν εντελώς καλά με το θέλημα του Αγίου.
Οι πλούσιοι Αγαρηνοί έδωσαν στους τρεις ιερείς όλα τα έξοδα του ταξιδιού τους κι αυτοί πριν αναχωρήσουν κατέφυγαν στην εκκλησία, και αφού ευχαρίστησαν τον Άγιο για την απελευθέρωσή τους, αντέγραψαν πιστά την εικόνα του Αγίου Φανουρίου και την πήραν στην Κρήτη, όπου την τιμούσαν κάθε χρόνο με δοξολογίες και λιτανείες.