Την πρόθεσή του να υποστηρίξει αποφάσεις που θα βοηθούν την ανάπτυξη της Ελλάδας διαμηνύει ο επίτροπος Οικονομίας, Πάολο Τζεντιλόνι, σε συνέντευξή του στην «Κ», απευθύνοντας έτσι ένα θετικό σήμα στο αίτημα της κυβέρνησης για μείωση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος. Στο πλαίσιο αυτό, σημειώνει, εξάλλου, ότι ενδεχόμενη απόφαση για αλλαγή της χρήσης των κερδών των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών από ελληνικά ομόλογα (SMPs και ANFAs) θα κινητοποιήσει επενδύσεις 0,6% του ΑΕΠ. Η απόφαση αναμένεται στο Eurogroup του Ιουνίου. Ο κ. Τζεντιλόνι πραγματοποιεί σήμερα την πρώτη του επίσκεψη στην Αθήνα και θα συναντηθεί, μεταξύ άλλων, με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα, τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα και τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα. Παράλληλα, ο Ιταλός επίτροπος και πρώην πρωθυπουργός ξεκαθαρίζει στη συνέντευξή του ότι η κατάργηση της προστασίας της πρώτης κατοικίας αποτελεί δέσμευση-κλειδί της χώρας. Το υφιστάμενο καθεστώς χρησιμοποιήθηκε καταχρηστικά από στρατηγικούς κακοπληρωτές, τονίζει, φωτίζοντας τις προσδοκίες της Κομισιόν ενόψει μιας δύσκολης διαπραγμάτευσης, που θα κυριαρχήσει τους προσεχείς μήνες.
– H Eλλάδα εξέδωσε με επιτυχία την περασμένη εβδομάδα ένα 15ετές ομόλογο. Τι μήνυμα στέλνει αυτό για την ελληνική οικονομία και το ρίσκο της;
– Η Ελλάδα σημείωσε μεγάλη πρόοδο στην αποκατάσταση της αξιοπιστίας της με τους επενδυτές. Η επιτυχής έκδοση της περασμένης εβδομάδας αποτελεί περαιτέρω απόδειξη της προόδου που έγινε σε αυτή την κατεύθυνση. Οι επενδυτές ξεκάθαρα αναγνωρίζουν τις απίστευτες προσπάθειες που έγιναν τα τελευταία χρόνια και την εντυπωσιακή μεταρρυθμιστική πορεία που είναι σε εξέλιξη σήμερα. Προσβλέπω στη συζήτηση με την κυβέρνηση των προσπαθειών αυτών και των αναπτυξιακών προοπτικών της Ελλάδας, κατά τις επόμενες δύο ημέρες.
– Πιστεύετε ότι πρέπει να μειωθούν οι στόχοι του πρωτογενούς πλεονάσματος της Ελλάδας; Πότε αναμένετε μια απόφαση στο σχετικό αίτημα της κυβέρνησης;
– Οι στόχοι αυτοί συμφωνήθηκαν στο Eurogroup του Ιουνίου 2018 και οποιαδήποτε πρόταση να αλλάξουν πρέπει να συζητηθεί σε αυτό το φόρουμ, σε συνέχεια μιας επικαιροποιημένης ανάλυσης βιωσιμότητας του χρέους. Οσο πιο γρήγορα και αποτελεσματικά προωθήσει τη μεταρρυθμιστική της ατζέντα η Ελλάδα, τόσο πιο ανοιχτοί θα είναι οι υπουργοί στη συζήτηση αυτού του ερωτήματος. Ως επίτροπος για την Οικονομία, εγώ θα υποστηρίξω αποφάσεις που βοηθούν την Ελλάδα να αναπτύσσεται με βιώσιμο τρόπο, με παράλληλο σεβασμό των απαιτήσεων του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης.
– Συμφωνείτε με τον στόχο της κυβέρνησης να μειωθεί το φορολογικό βάρος; Σε ποιους φόρους θα έπρεπε να δοθεί προτεραιότητα;
– Η φορολογική επιβάρυνση στην Ελλάδα πρέπει να μειωθεί, σε συμφωνία με τη διαθεσιμότητα δημοσιονομικού χώρου και με έναν φιλικό προς την ανάπτυξη τρόπο. Οι ανακοινωθείσες μειώσεις της φορολογίας των επιχειρήσεων, σχεδιασμένες για να τονώσουν τις επενδύσεις, κινούνται στη σωστή κατεύθυνση. Η διεύρυνση της βάσης της φορολογίας περιουσίας θα οδηγούσε επίσης σε μια πιο δίκαιη και αποτελεσματική φορολόγηση και θα παράσχει πόρους για τη μείωση των συντελεστών φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, όπως η εισφορά αλληλεγγύης.
– Ποια είναι η γνώμη σας για περαιτέρω μείωση του κατώτατου μισθού;
– Αντιλαμβάνομαι ότι οι ελληνικές αρχές θα αποφασίσουν επ’ αυτού σε περίπου 6 μήνες, ύστερα από εκτενή διαβούλευση. Τα αποτελέσματα μιας ανεξάρτητης εκ των υστέρων αξιολόγησης της περυσινής αύξησης θα είναι σύντομα διαθέσιμα. Αυτά θα δώσουν χρήσιμες πληροφορίες για τη φετινή διαδικασία αναθεώρησης. Είμαι βέβαιος ότι οι Αρχές θα επιδιώξουν ευρεία συναίνεση στην κατεύθυνση μιας βιώσιμης αύξησης, η οποία θα συμβαδίζει με τις τρέχουσες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και της αγοράς εργασίας.
– Ανησυχείτε για τις πιθανές κοινωνικές συνέπειες μετά την κατάργηση της προστασίας πρώτης κατοικίας, στο τέλος Απριλίου;
– Η προστασία της πρώτης κατοικίας είχε έναν ευγενή στόχο, αλλά υπάρχουν αποδείξεις ότι έγινε κατάχρηση από τους αποκαλούμενους «στρατηγικούς κακοπληρωτές». Το αποτέλεσμα ήταν να δυσκολέψει η πρόσβαση στις πιστώσεις και να γίνουν αυτές πιο ακριβές για όλους τους δανειολήπτες. Γι’ αυτόν τον λόγο, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί θεωρούν ότι η κατάργησή της αποτελεί δέσμευση-κλειδί για την Ελλάδα. Φυσικά, τίποτα δεν απαγορεύει να καθιερωθεί ένα ειδικό δίχτυ ασφαλείας για τις φτωχότερες εισοδηματικές ομάδες.
– Είναι το σχέδιο «Ηρακλής» αρκετό για να εγγυηθεί μια ικανοποιητική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων των ελληνικών τραπεζών.
– Το σχήμα «Ηρακλής» θα είναι ένα σημαντικό βήμα για την αποτελεσματική επιτάχυνση της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Επιπλέον, η περαιτέρω βελτίωση του νομικού πλαισίου για τη μείωση των NPLs τόσο για τις τράπεζες όσο και για τους εξωτερικούς διαχειριστές παραμένει καθοριστική. Η επικείμενη αναμόρφωση του πτωχευτικού πλαισίου για φυσικά πρόσωπα και εταιρείες θα είναι ένα κρίσιμο βήμα σε αυτή την κατεύθυνση. Την ίδια ώρα, οι τράπεζες πρέπει επίσης να παίξουν τον ρόλο τους και να συνεχίσουν να ενισχύουν την εσωτερική τους ικανότητα να αναδιαρθρώνουν δάνεια βιώσιμων επιχειρήσεων και πελατών ή να ρευστοποιούν υποθηκευμένα περιουσιακά στοιχεία.
– Βρίσκεται σε ασφαλές έδαφος η Ελλάδα τώρα, μετά την κρίση; Πού θα έπρεπε να δίνουν έμφαση οι πολιτικές της;
– Η ελληνική οικονομία ανεβάζει ταχύτητα, υποστηριζόμενη από την ισχυρή εξαγωγική της επίδοση. Η ανεργία έπεσε κάτω από 17% – προφανώς ακόμη πολύ υψηλή, αλλά 10 μονάδες κάτω από την κορύφωσή της και σταθερά μειούμενη. Οι αποδόσεις των ομολόγων βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά και η εμπιστοσύνη στο υψηλότερο επίπεδό της από το 2007. Σαφέστατα παραμένουν προκλήσεις: το μεγάλο επενδυτικό κενό, το υψηλό απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων, η πολύ δύσκολη ακόμη κοινωνική κατάσταση και το υψηλό δημόσιο χρέος. Γι’ αυτό και η διατήρηση μιας ισχυρής μεταρρυθμιστικής δυναμικής είναι ουσιώδης για να συνεχιστεί η οικοδόμηση εμπιστοσύνης και να δημιουργηθούν οι συνθήκες για μια ισχυρή, βιώσιμη ανάκαμψη. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση άρχισε να προετοιμάζει την αναθεώρηση της εθνικής στρατηγικής ανάπτυξης είναι καλό νέο και ελπίζω αυτό το σχέδιο να είναι πολύ φιλόδοξο. Καθοριστικής σημασίας είναι η αντιμετώπιση του προβλήματος των ρυθμιστικών εμποδίων στις επιχειρήσεις και η περαιτέρω βελτίωση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης και του δικαστικού συστήματος. Η Ελλάδα πρέπει επίσης να αξιοποιήσει στο έπακρο την τεράστια δυναμική της σε τομείς όπως ο αγροδιατροφικός, ο βιώσιμος τουρισμός, οι τεχνολογίες εξοικονόμησης ενέργειας και οι ανανεώσιμες πηγές, όπως η αιολική και η ηλιακή.
– Τι πρέπει να γίνει για να καλυφθεί το επενδυτικό κενό που κληροδότησε η κρίση; Θα βοηθήσει σε αυτή την κατεύθυνση η χρήση των κερδών των ANFAs και SMPs;
– Η μακρά κρίση στην Ελλάδα είχε τις συνέπειές της στις επενδύσεις, οι οποίες είναι τώρα περίπου 15 δισ. ευρώ χαμηλότερες τον χρόνο σε σύγκριση με τον μέσο όρο της Ε.Ε. Δυστυχώς, η επαναλαμβανόμενη υποεκτέλεση του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων συνέβαλε επίσης σε αυτό. Βασική προτεραιότητα θα ήταν η ενίσχυση της διαχείρισης των δημοσίων επενδύσεων, περιλαμβανομένης της θέσπισης ενός μηχανισμού ωρίμανσης δημοσίων επενδύσεων, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη συμπληρωματικότητα με τις ιδιωτικές επενδύσεις. Καλωσορίζω το γεγονός ότι οι Αρχές εξετάζουν την ανάπτυξη ενός τέτοιου μηχανισμού, στο πλαίσιο της πρόβλεψης για επενδύσεις μέσω των SMPs και ANFAs. Στο θέμα αυτό, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί έχουν εντολή από το Eurogroup να διερευνήσουν την πιθανή χρήση των κερδών από τα SMPs και ANFAs για συμφωνημένες επενδύσεις. Συζητάμε με τις Αρχές σε τεχνικό επίπεδο και θα επιστρέψουμε στο Eurogroup του Ιουνίου. Αν υιοθετηθεί η πρόταση, θα κινητοποιηθούν πρόσθετες επενδύσεις 0,6% του ΑΕΠ ετησίως. Τέλος, η αντιμετώπιση των κενών στις ψηφιακές επιδόσεις και η δημιουργία ενός περιβάλλοντος φιλικού στην καινοτομία με επαρκή χρηματοδότηση και υποστήριξη θα αποτελέσει κίνητρο για ιδιωτικές επενδύσεις.
– Ανησυχείτε για την οικονομία της Ευρωζώνης, ιδίως μετά τα στοιχεία του τελευταίου τριμήνου του 2019, που έδειξαν σχεδόν στασιμότητα;
– Σε μία εβδομάδα θα παρουσιάσω τις χειμερινές προβλέψεις μας. Μετά μια θετική έκπληξη το τρίτο τρίμηνο του περασμένου χρόνου, η οικονομία της Ευρωζώνης επιβραδύνθηκε προς το τέλος του 2019. Πρόσφατα στοιχεία δείχνουν υποτονική οικονομική ανάπτυξη, ιδίως στη μεταποίηση. Ο τομέας των υπηρεσιών είναι πιο εύρωστος, υποστηριζόμενος από μια στέρεη αγορά εργασίας. Κάποιες από τις αβεβαιότητες που συνδέονται με τις εμπορικές εντάσεις και το Brexit δείχνουν να έχουν εξασθενήσει, αλλά η ευρύτερη γεωπολιτική κατάσταση παραμένει εύθραυστη. Η επίπτωση του κορωνοϊού είναι προφανώς δύσκολο να ποσοστικοποιηθεί σήμερα, καθώς θα εξαρτηθεί από το πόσο γρήγορα θα εξαπλωθεί ή θα τεθεί υπό έλεγχο.
– Πώς περιμένετε ότι θα μεταμορφωθεί η ευρωπαϊκή οικονομία από το Brexit;
– Θα γνωρίζουμε τις ακριβείς οικονομικές επιπτώσεις του Brexit προς το τέλος της χρονιάς. Εως τις 31 Δεκεμβρίου, τίποτα δεν αλλάζει για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Μετά, όλα εξαρτώνται από τη συμφωνία που θα μπορέσουμε να κάνουμε με την κυβέρνηση του Η.Β. στις διαπραγματεύσεις που θα ξεκινήσουν σύντομα. Θέλουμε να έχουμε στενούς οικονομικούς δεσμούς με το Η.Β., αλλά αυτό απαιτεί ευθυγράμμιση με τους κανόνες της Ε.Ε. και ισότιμους όρους σε τομείς όπως η κοινωνική και περιβαλλοντική πολιτική. Η θέση του Η.Β. σήμερα είναι ότι επιθυμεί να αποκλίνει από τους κανόνες μας, γνωρίζοντας πως αυτό θα μειώσει την πρόσβασή του στην ενιαία αγορά της Ε.Ε. Δεν πιστεύω ότι αυτό είναι προς το συμφέρον του Η.Β., αλλά εναπόκειται σε αυτούς να επιλέξουν, έχοντας πλήρη επίγνωση των οικονομικών συνεπειών.
Ευελιξία για πράσινες επενδύσεις
– Πρέπει να αλλάξουν οι δημοσιονομικοί κανόνες, ώστε να επιτρέψουν την απαραίτητη χρηματοδότηση για τη μετάβαση στην οικονομία χαμηλού άνθρακα, σύμφωνα με την πράσινη συμφωνία;
– Το επενδυτικό σχέδιο της πράσινης συμφωνίας μας αποβλέπει στην κινητοποίηση ενός τρισ. ευρώ, αλλά θα χρειαστούν περισσότερα. Η μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα, μια περιβαλλοντική αναγκαιότητα, αλλά επίσης και μια οικονομική ευκαιρία, θα απαιτήσει τα επόμενα 10 χρόνια τουλάχιστον 260 δισ. ευρώ τον χρόνο επιπλέον δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις. Ετσι, θέλουμε να συζητήσουμε πώς μπορεί το δημοσιονομικό πλαίσιο να υποστηρίξει τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις που χρειάζονται γι’ αυτή τη μετάβαση. Αυτό περιλαμβάνει την επανεκτίμηση της καταλληλότητας των υφιστάμενων όρων ευελιξίας σε ό,τι αφορά το εύρος και την επιλεξιμότητά τους.
Η δημοσιονομική πολιτική πρέπει να ενισχύσει την ανάπτυξη
– Χρειάζεται αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης; Ποιες είναι οι νέες προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν;
– Οι υφιστάμενοι κανόνες μας βοήθησαν τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης να μειώσουν τα ελλείμματά τους και –προφανώς λιγότερο έντονα και λιγότερο ομοιογενώς– το δημόσιο χρέος τους. Την ίδια ώρα, οι δημοσιονομικές πολιτικές συχνά ήταν προ-κυκλικές, η ποιότητα των δημοσίων οικονομικών ήταν κατώτερη του αρίστου και δεν δόθηκε προτεραιότητα στις επενδύσεις. Επίσης, οι δημοσιονομικοί μας κανόνες έγιναν υπερβολικά περίπλοκοι, εμποδίζοντας την προβλεψιμότητα και την ιδιοκτησία τους από τις κυβερνήσεις.
Επιπλέον, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε σήμερα είναι πολύ διαφορετικές από αυτές που υπαγόρευσαν την υιοθέτηση αυτών των κανόνων, κατά την περίοδο της κρίσης χρέους. Η σταθερότητα παραμένει βασικός στόχος, αλλά υπάρχει μια εξίσου πιεστική ανάγκη να υποστηριχθούν η ανάπτυξη και η κλιματική μετάβαση. Είναι ανάγκη, επίσης, να διευκολύνουμε πιο αντι-κυκλικές δημοσιονομικές πολιτικές, δεδομένων των αυξανόμενων περιορισμών που αντιμετωπίζει η ΕΚΤ.
– Περιμένετε ότι θα υπάρξουν δυσκολίες για να συμφωνηθούν νέοι κανόνες;
– Τους επόμενους έξι μήνες θα έχουμε αυτό που ελπίζω ότι θα είναι ένας εποικοδομητικός και προσανατολισμένος σε αποτελέσματα δημόσιος διάλογος για την οικονομική διακυβέρνηση. Ξεκινάμε βάζοντας στο τραπέζι μια σειρά από ερωτήματα προς συζήτηση, επιδιώκοντας τόσο την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και της συναίνεσης στους στόχους πολιτικής μας όσο και τη διασφάλιση της ικανότητάς μας να πετύχουμε αυτούς τους στόχους. Βάσει των απόψεων που θα διατυπωθούν από τώρα έως το καλοκαίρι, σκοπεύουμε να ολοκληρώσουμε τις εσωτερικές μας διαβουλεύσεις και να υποδείξουμε την περαιτέρω πορεία έως το τέλος του 2020.
Τα θέματα αυτά δεν είναι εύκολα, αλλά δεν υπάρχει λόγος να μην τα βάλουμε στο τραπέζι. Σε τελευταία ανάλυση, πρόκειται για τη διασφάλιση της ευημερίας των πολιτών μας. Αρα, πρέπει να τα κάνουμε σωστά.