Ο Βασίλης Σαμπράκος συγκρίνει την φόρμα Παναθηναϊκού και Ολυμπιακού στα playoffs και εξηγεί γιατί περιμένει ένα «μεγάλο» ντέρμπι στη Λεωφόρο.

Όταν επιχειρείς μια σύγκριση της φόρμας των δύο ομάδων (μέσα από το Comparisonator, μια πλατφόρμα σύγκρισης της απόδοσης), ενόψει του κυριακάτικου ντέρμπι μεταξύ τους, μένεις με την αίσθηση ότι ο γηπεδούχος Παναθηναϊκός στα playoffs είναι μια ομάδα που αμύνεται πιο αποτελεσματικά συγκριτικά με τον φιλοξενούμενο Ολυμπιακό και ότι η ομάδα του Πέδρο Μαρτίνς υπερέχει στα υπόλοιπα στοιχεία του παιχνιδιού: επιτίθεται πιο αποτελεσματικά, κάνει πιο ποιοτική κυκλοφορία της μπάλας και υπερέχει στην αποτελεσματικότητα στο σύνολο των μονομαχιών.

Προτού αναζητήσει κανείς τα ονόματα των αντιπάλων και τις ειδικές συνθήκες διεξαγωγής κάθε παιχνιδιού των προηγούμενων αγωνιστικών, προχωρά σε μια γενική εκτίμηση ότι και οι δύο ομάδες έχουν πλεονεκτήματα πάνω στα οποία μπορούν να βασίσουν το αγωνιστικό σχέδιό τους στο ντέρμπι της Λεωφόρου. Και αν λάβει κανείς υπόψη την προηγούμενη παράσταση, από τον μεταξύ τους αγώνα στη Λεωφόρο για την κανονική περίοδο της Superleague, αρχίζει να αντιλαμβάνεται ποια στοιχεία μπορεί να κρατήσουν από εκείνο το ματς οι δύο προπονητές. Με άλλα λόγια έχουν και οι δύο προπονητές βάσιμες προσδοκίες για την ικανότητα της ομάδας τους να αμυνθεί και να επιτεθεί αποτελεσματικά.

Με όλα τα παραπάνω στο μυαλό, και με την επίγνωση ότι αυτό το ντέρμπι είναι πολύ σημαντικό και για τους δύο οργανισμούς, τους δύο αντιπάλους, ο παρατηρητής μένει με μια αίσθηση που δημιουργεί υψηλές προσδοκίες. Στη θεωρία, έχουμε κάθε λόγο να περιμένουμε ένα μεγάλο παιχνίδι, που θα το θυμόμαστε για καιρό.

Δεδομένης της φιλοσοφίας των δύο προπονητών και του αγωνιστικού μοντέλου που πρεσβεύει ο καθένας, ο παρατηρητής μπορεί να περιμένει ένα ντέρμπι με δύο πολύ επιθετικές ομάδες. Δηλαδή μπορεί κανείς να περιμένει ότι και οι δύο θα έχουν επιθετική στάση και κατά τη φάση της άμυνας. Αυτό το στοιχείο αναδύεται από την αγωνιστική συμπεριφορά του Παναθηναϊκού σχεδόν σε κάθε παιχνίδι του στην Λεωφόρο. Και εσχάτως αυτό το στοιχείο επανεμφανίστηκε στην αγωνιστική συμπεριφορά του Ολυμπιακού, απέναντι στην ΑΕΚ. Δεν χρειάζεται να αναλύσει κανείς σε βάθος τους λόγους που κάνουν τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς να χάνει τον ύπνο του για τη νίκη σε αυτό το ντέρμπι. Ισχύει όμως το ίδιο και για τον Πέδρο Μαρτίνς. Στην δεδομένη στιγμή, με όσα έχουν προηγηθεί, ο Πορτογάλος προπονητής δεν έχει ανάγκη μόνο την κατάκτηση του τίτλου. Του χρειάζεται το νταμπλ και μάλιστα με στιλ, δηλαδή να παρουσιάσει μια ομάδα που θα παίξει καλύτερα από τις αντιπάλους του και θα φτάσει με τρόπο πανηγυρικό στην κατάκτηση των δύο τίτλων.

Μολονότι δεν τελειώνει τίποτα την Κυριακή, αυτό το ντέρμπι μοιάζει με κάτι πολύ παραπάνω από ένα απλό παιχνίδι και για τους δύο προπονητές. Για τον Γιοβάνοβιτς μια νίκη θα ισχυροποιήσει τον δεσμό του με το κοινό της Λεωφόρου, ενώ μια ήττα θα τον βάλει σε περιπέτειες. Για τον Μαρτίνς μια νίκη θα τονώσει την πίστη αυτών που τον αντιλαμβάνονται ως ιδανικό project manager της επόμενης σεζόν στον Ολυμπιακό, ενώ αντίθετα μια ήττα θα κλονίσει αυτή την πίστη και θα τον ζορίσει σε αυτή την τελική ευθεία της σεζόν.

Η αγωνιστική νοοτροπία των ομάδων είναι, συνήθως, αντανάκλαση της νοοτροπίας των προπονητών τους. Δύο προπονητές που «καίγονται» για τη νίκη λογικά θα μεταδώσουν αυτό το στοιχείο κατά την ψυχική και πνευματική προετοιμασία των ομάδων τους. Με άλλα λόγια, περιμένω να δω στη Λεωφόρο δύο ομάδες που θα παίξουν ρέστα κατά τη διάρκεια αυτής της παρτίδας. Και επειδή μοιάζει με παιχνίδι που θα κριθεί στην αγωνιστική νοοτροπία, το πάθος, την αποφασιστικότητα, τον χαρακτήρα, αυτό το ντέρμπι θα δείξει πολλά στις ομάδες για την σημερινή επιδεξιότητα των προπονητών τους στην νοοτροπία, την πνευματική και την ψυχική προετοιμασία.


Πηγή