Συγκλονίζουν τα όσα βίωσαν οι επιβάτες της μοιραίας αμαξοστοιχίας στα Τέμπη, που συγκρούστηκε με εμπορική αμαξοστοιχία και οδήγησε στο θάνατο πολλούς ανθρώπους.

Ο Θεόδωρος Κατσιούλης κατάφερε να σωθεί και μοιράζεται την εμπειρία του.

«Ήμουν στο βαγόνι 3. Δεν πίστευε κανένας πως θα γίνει κάτι, Το τρένο το θεωρούσα το πιο ασφαλές μέσο. Όταν φτάσαμε στη Λάρισα μπήκε πολύς κόσμος μέσα. Ενώ πηγαίναμε προς Κατερίνη το τρένο ανέπτυξε μεγάλη ταχύτητα σαν να εκτροχιάστηκε. Έσπασα τη μύτη μου, όλη η δεξιά μεριά είμαι με μώλωπες. Ήταν πολύ μεγάλη η δύναμη που πετάχτηκα. Δεν ήρθε ούτε ένας από την εταιρία ούτε από το κράτος».

Ο Μιχάλης Κλάψης, φοιτητής και επιβάτης τρένου, ο οποίος κατάφερε να σώσει μία γυναίκα με το μωρό της αναφέρθηκε στη μοιραία νύχτα, μιλώντας για το πώς την βίωσε.

«Τα θυμάμαι όλα. Ήμουν τυχαία στο τρένο γιατί ήταν να φύγω με το προηγούμενο. Είχαν κλάνει λάθος το εισιτήριο μου. Ήμουν στο τρίτο βαγόνι στη θέση 54. Όταν έγινε το χτύπημα εμείς νομίζαμε πως φύγαμε από τις ράγες. Τη φωτιά την καταλάβαμε στο τέλος. Όταν καταλάβαμε τι έγινε σηκώθηκα, είδα εάν έχω χτυπήσει και άκουγα φωνές. Δεν μπορείς να μην βοηθήσεις σε τέτοιες στιγμές. Εγώ δεν θα μπορούσα. Η μητέρα ήταν κοντά μου και την άκουγα που έψαχνε το μωρό της. Τελικά το μωρό είχε πέσει κάτω από το δικό μου κάθισμα», είπε αρχικά.

«Κάποια άλλα παιδιά έσπασαν τα τζάμια για αν βγούμε. Μπροστά μου είχα ένα ζευγάρι και από ό,τι είδα στις ειδήσεις μάλλον ήταν η Ιφιγένεια. Το αγόρι της μου φώναζε να τον βοηθήσω. Σπάσαμε τις λαμαρίνες για αν μπορέσουμε να την βγάλουμε. Βρήκα ένα κινητό, άνοιξα φακό και πήγα και πάλι πίσω για αν την μεταφέρουμε. Θυμάμαι δύο κυρίες που ήταν πλακωμένες με λαμαρίνες και εμείς δεν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι. Μετά δεν άντεχα άλλο από τον καπνό και βγήκα έξω. Τότε, πήρα την μαμά μου και της είπα να μην κλείσει το τηλέφωνο μέχρι να βρω βοήθεια», πρόσθεσε.


Πηγή