«Το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε αυτήν την ώρα είναι να σκεφτούμε πόσο σημαντική είναι η ζωή, να σκεφτούμε ότι αυτό το παιδί πρέπει να μην το ξεχάσουμε ποτέ. Και δε θα το ξεχάσουμε», λέει ο Κώστας Περαντάκος, πρόεδρος ΑΟ Υπάτου.

«Ένα παιδί 22 χρόνων. Με τα όνειρα και τη ζωή μπροστά του. Σπούδαζε, ήταν φοιτητής στο Πολυτεχνείο της Ξάνθης. Είχε περάσει στην σχολή παραγωγής και διοίκησης και σπούδαζε, έδινε τα μαθήματά του, διάβαζε. Απλά επειδή ήθελε να παίξει ποδόσφαιρο, ήταν το όνειρό του το ποδόσφαιρο, έπαιξε Β’ Εθνική», λέει ο πατέρας του άτυχου 22χρονου.

Ο Ιορδάνης πήρε το μοιραίο δρομολόγιο χωρίς να ενημερώσει κανέναν από τους οικείους του. Ήθελε να κάνει έκπληξη στη φίλη του, που λίγες ώρες νωρίτερα είχαν τσακωθεί.

«Η αφορμή για το ταξίδι ήταν ένα μικρό καβγαδάκι με τη σύντροφό του και ήθελε να τη δει για λίγες ώρες από κοντά. Θα ταξίδευε για λίγες ώρες μόνο στη Θεσσαλονίκη», είπε ο μάνατζέρ του.

Το εισιτήριό του είχε εκδοθεί για το δεύτερο βαγόνι, όμως οι γονείς του δεν είχαν ιδέα.

«Φοβερά έξυπνος, φοβερά υπερήφανος, είχε τα χαρίσματά του. Από εκεί και πέρα όμως βλέπετε ότι…  Εμάς ένας κρίκος έσπασε και ο κρίκος αυτός γράφει ‘πόνος’. Γράφει Ιορδάνης’. Τελείωσε. Για εμάς μέχρι να πεθάνω εγώ και η σύζυγος, αυτόν τον πόνο θα έχουμε, αυτόν τον θυμό».

«Δέκα λεπτά νωρίτερα ήμουν στο εστιατόριο»

Βαγόνι νούμερο έξι. Ο Γιώργος Ευθυμιάδης συνήθιζε να παίρνει το συγκεκριμένο δρομολόγιο τα Σαββατοκύριακα για να συναντάει την οικογένειά του.

«Είδαμε όλες αυτές τις εικόνες οι οποίες δε θέλω κανένας άνθρωπος ούτε να τις δει, ούτε να τις βιώσει».

Σαν από θαύμα, σήμερα είναι ζωντανός και αυτό γιατί δέκα λεπτά πριν από τη μοιραία σύγκρουση, έψαχνε θέση στο εστιατόριο.

«Λίγη ώρα νωρίτερα, πήγα στο βαγόνι 2 που είναι το κυλικείο να πάρω έναν καφέ και επειδή δεν βρήκα κάθισμα να καθίσω, ήταν γεμάτο, γύρισα πίσω στη θέση μου. Δέκα λεπτά νωρίτερα».

Ένιωσε μία μεγάλη έκρηξη. Δεν μπορούσε κανένας από τους επιβάτες να καταλάβει τι πραγματικά έχει συμβεί.

«Όποιοι ήταν όρθιοι έφυγαν δεξιά και αριστερά μέσα στα βαγόνια. Εγώ χτύπησα, ευτυχώς όχι πολύ σοβαρά. Δεν μπορούσαμε να ανοίξουμε τις πόρτες για να κατέβουμε, άρχισε να έρχεται ο καπνός από τα πρώτα βαγόνια».

Παιδιά νεαρής ηλικίας προσπάθησαν με κάθε τρόπο να ανοίξουν τις πόρτες του βαγονιού και τα κατάφεραν. Όλοι οι επιβάτες δημιούργησαν μία ανθρώπινη αλυσίδα για να μη μείνει κανένας πίσω.

«Χάθηκαν πράγματα, χάθηκαν τηλέφωνα. Εγώ όταν κατεβήκαμε έδωσα το τηλέφωνό μου σε 5 – 6 ανθρώπους να επικοινωνήσουν, άλλοι δεν είχαν πανωφόρια, έδωσα μπουφάν σε κυρία, ήταν μέσα στα αίματα».

«Έχω χάσει τον ύπνο μου»

Ο Γιώργος Τασιόπουλος, κοιμόταν στο έβδομο βαγόνι αγκαλιά με τη σύζυγό του.

«Εγώ προσπαθούσα να βοηθήσω τη γυναίκα μου που είχε χτυπήσει λίγο πιο σοβαρά από εμένα για να βγούμε έξω και μετά βγήκαμε από το τρένο, είχαμε τα πράγματα, είχαμε τις βαλίτσες, είχαμε και αυτά. Μετά ο ένας με τον άλλον βοηθηθήκαμε».

Ο πόνος από τα τραύματα στο σώμα τους όσο περνάνε οι μέρες υποχωρεί. Εκείνο που δε γιατρεύεται, είναι η τραυματική εμπειρία που έχει ριζώσει βαθιά μέσα τους.

«Πολύ μεγάλος πανικός. Από εκείνη τη μέρα δεν μπορώ να κοιμηθώ κανονικά. Δηλαδή κοιμάμαι δύο ώρες και ξυπνάω». Δεν μπορώ να κλείσω τα μάτια να κοιμηθώ, κοιμάμαι στις πέντε και σηκώνομαι στις επτά».


Πηγή