«Ο πάτερ ζητούσε διάφορα ποσά της τάξης των 5,000 και 10,000€ κάθε φορά δήθεν για παράβολα στην Μητρόπολη και την Αρχιεπισκοπή, οι επικοινωνίες γίνονταν ή τετ-α-τετ ή από το τηλέφωνο και ο πάτερ καλούσε από μοναστήρι επειδή ο ίδιος δεν είχε κινητό για να μην τον παρακολουθούν, όταν ο μηνυτής είχε ενδοιασμούς δεχόταν παραινέσεις από 2 άλλους να μην διστάζει και μάλιστα μία γυναίκα του έλεγε πως αυτή πούλησε σπίτι για να τα δώσει στον πάτερ να γίνει Μητροπολίτης», δήλωσε μία γυναίκα.

Από το περιβάλλον του θύματος περιγράφεται:

«Ήταν πολύ πειστικός. Δεν είχε βάλει «ταβάνι» στα χρήματα που χρειαζόταν. Δέκα χρόνια πήγαινε αυτή η ιστορία. Ούτε και εκείνος δεν ήξερε πόσα χρειαζόταν. Προκειμένου να του δοθούν τα χρήματα, το πνευματικό του παιδί δανείστηκε από άλλο άτομο και έπειτα το σπίτι μπήκε σε πλειστηριασμό. Για να σωθεί το σπίτι αναγκάστηκε να πουλήσει άλλο ακίνητο. Μιλάμε για 800 χιλιάδες ευρώ. Τα χρήματα δίνονταν με όλους τους τρόπους και μετρητά και μέσω τραπέζης. Ήξερε ότι θα βγει το σπίτι στον πλειστηριασμό και έλεγε τάχα ότι όλα θα πάνε καλά. Υπήρχε σχέση εμπιστοσύνης γιατί ήταν πνευματικό του παιδί. Η απάντηση του ιερέα ήταν ”δεν έχω τα χρήματα εγώ και πρέπει να τα βρω γιατί μια φορά σου τυχαίνει η ευκαιρία”. Δεν κινείται νομικά αλλά δεν είναι θέμα φόβου αλλά πίστεως. Ακόμα και να καταδικαστεί, θα επιστραφούν τα χρήματα;».

Ενώ ο ίδιος ο ιερέας φαίνεται να έχει πει:

«Δανείστηκα τα χρήματα και η πρόθεση μου είναι να τα επιστρέψω απλά η οικονομική μου κατάσταση είναι απελπιστική. Τα λεφτά δεν τα έχω τα έδωσα σε εκλέκτορες για να γίνω Μητροπολίτης τα ποσά που ζητούσαν τα μάθαινα από φάκελο που ερχόταν στα χέρια μου κυρίως από το Πατριαρχείο και την Αρχιεπισκοπή, στις επιστολές ζητούσαν να αγοραστούν και προϊόντα κυρίως τυριά».


Πηγή