Το 1905, την ώρα που ο Ρόμπερτ Κοχ έπαιρνε το Νόμπελ Ιατρικής για τη σπουδαία ανακάλυψη που είχε κάνει το 1882, απομονώνοντας το μυκοβακτηρίδιο της φυματίωσης (βάκιλος του Κοχ), ο κόσμος θα γνώριζε ένα νέο ξέσπασμα της μεταδοτικής νόσου.

Η φυματίωση βύθιζε ξανά τον κόσμο στον θάνατο και τον φόβο, μόνο που τώρα η ανθρωπότητα δεν θα έμενε με τα χέρια σταυρωμένα.

Υγειονομικός αξιωματούχος της Νέας Υόρκης ανέβηκε στο βήμα της Αμερικανικής Ιατρικής Ένωσης και έκανε μια εναλλακτική έκκληση. Αυτή τη φορά είχε στο στόχαστρο τα σχολεία.

«Για να αφαιρέσουμε όλες τις πιθανές αιτίες που μπορεί να κάνουν ένα παιδί ευάλωτο στην επιδρομή της φυματίωσης κατά τη σχολική ζωή του», είπε με θάρρος, «πρέπει να απευθυνθούμε στα σχολικά συμβούλια, τους δασκάλους, τους επιθεωρητές και τους σχολικούς γιατρούς για να κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους».

Ο ομιλητής είχε παρατηρήσει πως τα παράθυρα στις σχολικές αίθουσες της Αμερικής άνοιγαν μόνο ως τη μέση. Κάλεσε λοιπόν να αντικατασταθούν αμέσως με γαλλικού τύπου παραθυρόφυλλα, «επιτρέποντας διπλάσια ποσότητα μολυσμένου αέρα να βγει έξω και διπλάσια ποσότητα καθαρού αέρα να μπει μέσα».

Κάθε σχολείο πρέπει να φτιάξει μεγάλους παιδότοπους, συνέχισε, και ο εξαερισμός των τάξεων οφείλει να γίνει όσο καλύτερος γίνεται. Οι τάξεις πρέπει επίσης να καθαρίζονται καθημερινά, αλλά και να φτιαχτεί επιτέλους ένα «συνετό πρόγραμμα σπουδών» που να περιλαμβάνει «όσο περισσότερη εξωτερική εκπαίδευση γίνεται».

Ο ομιλητής δεν ήταν καθόλου τυχαίος. Ήταν ο Sigard Adolphus Knopf, ένας γερμανικής καταγωγής ειδικός στη φυματίωση που είχε θεμελιώσει την Εθνική Ένωση Φυματίωσης των ΗΠΑ. Δέκα χρόνια αργότερα, η ίδια αυθεντία στη νόσο έγινε ακόμα πιο σαφής. Μέχρι τότε η φυματίωση σκότωνε έναν στους εφτά ανθρώπους στην Ευρώπη και την Αμερική.

Τώρα (1915) ο Knopf ισχυριζόταν πως «τα ανοιχτά σχολεία και όσο περισσότερη εξωτερική εκπαίδευση γίνεται στα νηπιαγωγεία, τα σχολεία και τα πανεπιστήμια οφείλουν να είναι ο κανόνας». Η φυματίωση έχανε πια παγκοσμίως σε όρους φονικότητας μόνο από τη γρίπη.

Γεννημένος στη Γερμανία καθώς ήταν και διατηρώντας ισόβιες σχέσεις με την πατρίδα του, ήξερε πολύ καλά τι έλεγε…

 

Πώς ξεκίνησε η ιδέα των ανοιχτών σχολείων

 

Στις αρχές του 20ού αιώνα, η φυματίωση έγινε μια από τις τρομακτικότερες αιτίες ανθρώπινης θνησιμότητας. «Λευκή πανούκλα» και «λευκό θάνατο» την αποκαλούσαν και αποδεκάτιζε τον πληθυσμό. Στην Αμερική και μόνο 450 άνθρωποι έχαναν καθημερινά τη ζωή τους από τη νόσο και οι περισσότεροι ήταν ηλικιακά μεταξύ 15-44 ετών.

Η φυματίωση είχε συνδεθεί με τις κακές και ανθυγιεινές συνθήκες ζωής στην πόλη, όσο οι πόλεις της Δύσης είχαν μετατραπεί σε τεράστιες φάμπρικες μετά τη Βιομηχανική Επανάσταση. Χωρίς διαθέσιμη αποτελεσματική θεραπεία, ο ανοιχτός αέρας και ο ήλιος θεωρήθηκαν ως οι καλύτεροι τρόποι αντιμετώπισής της.

Αυτό έκαναν εξάλλου στα σανατόρια και κάποιοι σκέφτηκαν πως το ίδιο έπρεπε να γίνει και στα σχολεία. Γιατροί και εκπαιδευτικοί θεώρησαν τις γεμάτες τάξεις και την έλλειψη φρέσκου αέρα στα σχολεία ως παράγοντες κινδύνου. Ήταν ώρα λοιπόν να βγει το σχολείο στην ύπαιθρο.

Και πρωτοπόρος υπήρξε εδώ η Γερμανία.

Η ιατρική κοινότητα έκρινε αφύσικη και ανθυγιεινή τη ζωή στην πόλη, με τις οικογένειες να ζουν στοιβαγμένες σε μικροσκοπικά διαμερισματάκια. Χωρίς φρέσκο αέρα και ήλιο, όλοι γίνονταν πιο ευάλωτοι στη φυματίωση και ειδικά τα μικρά παιδιά.

Η λύση ήταν αυτό που έλεγε ο Knopf: «Βγάλτε τα παιδιά έξω». Αν τα μαθήματα γίνονταν στο ύπαιθρο, τα σχολιαρόπαιδα «θα μάθουν να αγαπούν τον φρέσκο αέρα». Εκεί, ακόμα κι ένα παιδί με φυματίωση δεν θα αποτελούσε κίνδυνο για την ομήγυρη.

Και πράγματι, την 1η Αυγούστου 1904 έγινε το πρώτο ποτέ μάθημα σε ανοιχτό σχολείο. Προοριζόταν για τα «εύθραυστα παιδιά άπορων οικογενειών» και το σχολείο λειτουργούσε στο δάσος του Σαρλότενμπουργκ, μιας ακμάζουσας πόλης κοντά στο Βερολίνο.

Η ιδέα του «σχολείου στο δάσος» (Waldschule) προερχόταν από τον Bernhard Bendix, διακεκριμένο παιδίατρο σε νοσοκομείο του Βερολίνου, που τη συζήτησε με τον επιθεωρητή μέσης εκπαίδευσης Hermann Neufert και κατέληξαν πως ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να γίνει για την υγεία των παιδιών.

Οι δυο τους συμβουλεύτηκαν κατόπιν τον Adolf Gottstein, επιδημιολόγο και επικεφαλής της δημόσιας υγείας στο Σαρλότενμπουργκ, ώστε να φτιαχτεί πράγματι το σχολείο με δημοτικά κονδύλια.

Το κράτος καλωσόρισε την ιδέα. Η φυματίωση απειλούσε εξάλλου και τη γερμανική κοινωνία και τα καταστροφικά αποτελέσματά της είχαν μετατρέψει την παιδική υγεία σε προτεραιότητα της εθνικής πολιτικής.

Εκείνη τη χρονιά εξάλλου (1904) η Γερμανία είχε καταγράψει ένα από τα τρομακτικότερα ποσοστά θανάτων από φυματίωση παγκοσμίως (193,8 θάνατοι ανά 100.000 ανθρώπους).

Και οι ειδικοί είχαν αποφανθεί: για όλα έφταιγαν ο ελλιπής εξαερισμός και οι κακές συνθήκες υγιεινής: μικρά σπίτια, συνωστισμός στα δωμάτια, βρόμικα σεντόνια, αλλά και οι τόσες και τόσες ώρες που περνούσε ο κόσμος κλεισμένος στο σπίτι του.

Την ώρα που η φυματίωση ανάγκασε σε υιοθέτηση μέτρων κοινωνικής απόστασης αλλά και ατομικής συμπεριφοράς (όπως το να μη φτύνει ο κόσμος στο έδαφος), οι επαγγελματίες της υγείας έδιναν μάχη για φρέσκο αέρα και ήλιο.

Ο ίδιος ο Ρόμπερτ Κοχ το είπε περίτρανα στον ευχαριστήριο λόγο του για το Νόμπελ το 1905, επιβεβαιώνοντας πως η φυματίωση μεταδιδόταν από τον αέρα. Αν δεν μπορούσε η ανθρωπότητα να τη θεραπεύσει, μπορούσε σίγουρα να περιορίσει την εξάπλωσή της στους δρόμους, τους δημόσιους χώρους και τα σχολεία…

 

Μια νέα ιδέα: το ανοιχτό σχολείο

 

Και στη Γερμανία έπιασαν δουλειά: δημοτικοί αξιωματούχοι υποδείκνυαν στα συνεργεία τους χώρους για τα ανοιχτά σχολεία και εκείνοι άρχιζαν το χτίσιμο: άλλα είχαν κανονικά θρανία και άλλα τραπέζια ή παγκάκια. Όλα τους διέθεταν όμως μεγάλους παιδότοπους για γυμναστική στον φρέσκο αέρα.

Η απλή ξύλινη κατασκευή περιλάμβανε κήπους, κιόσκια και ανοιχτές αίθουσες, ώστε να γίνονται τα μαθήματα όταν έβρεχε. Σε άλλο και μεγαλύτερο κιόσκι έτρωγαν οι μαθητές και αλλού περνούσαν την ώρα τους οι δάσκαλοι.

Πλάι στην ανοιχτή κουζίνα και τις τουαλέτες, υπήρχε υποχρεωτικά και μια «αίθουσα θεραπείας», μια ειδική κατασκευή για τη μεγιστοποίηση της έκθεσης στο ηλιακό φως.

Αγόρια και κορίτσια έκαναν τώρα μάθημα μαζί. Και όπως ακριβώς προέβλεπε ο νέος σχεδιασμός, εκεί που σε κάθε μαθητή της Πρωσίας αντιστοιχούσαν μόλις 2 τετραγωνικά μέτρα σχολείου, στο δάσος του Σαρλότενμπουργκ ο μαθητής απολάμβανε χώρο 40 τ.μ.

Και μιας και τα παιδιά της εργατικής τάξης θεωρούνταν οι μεγαλύτεροι παράγοντες κινδύνου για την εξάπλωση της φυματίωσης, όπως είχε αποφανθεί το Διεθνές Συνέδριο για τη Φυματίωση που έγινε στο Βερολίνο το 1899, τουλάχιστον οι μισοί δάσκαλοι ήταν πρώην ασθενείς.

Το πρώτο αυτό σχολείο στο Σαρλότενμπουργκ κατακλύστηκε από αιτήσεις. Επεκτεινόταν συνεχώς για να μπορεί να χωρά ακόμα περισσότερα παιδιά. Έφτασε να έχει 250, κι όμως άλλα τόσα ήθελαν να φοιτήσουν εκεί.

Το μικρό πείραμα του σχολείου του δάσους έγινε μέσα σε μερικούς μήνες παγκόσμια είδηση. Ειδικοί από κάθε χώρα έρχονταν να το δουν με τα μάτια τους και να το αξιολογήσουν και μέσα σε 4 χρόνια (1908) ανοιχτά σχολεία λειτουργούσαν στη Βρετανία, τη Γαλλία, το Βέλγιο, την Ελβετία, την Ισπανία και την Ιταλία.

Την ίδια χρονιά άνοιξε χάρη σε δυο γιατρίνες και το πρώτο στις ΗΠΑ, στο Rhode Island, μέσα στο καταχείμωνο. Δεν ήταν ακριβώς ανοιχτό αυτό, παρά ένα παλιό σχολικό κτίριο όπου είχε αφαιρεθεί ένας τοίχος για να μπουν τεράστια παράθυρα που έμεναν μονίμως ανοιχτά.

Μεταξύ 1910-1925 εκατοντάδες τέτοια ανοιχτά σχολεία, περισσότερο ή λιγότερο πιστά στο γερμανικό μοντέλο, άνοιξαν σε όλο τον κόσμο. Στις ΗΠΑ και μόνο, πριν την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου λειτουργούσαν περισσότερα από 150 ανοιχτά σχολεία σε 86 πόλεις.

Και πίσω από το καθένα υπήρχε μια ενεργή κοινότητα ειδικών και γονέων που φρόντιζαν για την επιτυχία του εγχειρήματος. Στην Αμερική τα μαθήματα δεν γίνονταν βέβαια σε απομακρυσμένα δάση στα περίχωρα των πόλεων, όπως στην Ευρώπη, παρά μέσα στον πυκνό ιστό της πόλης.

Μετά τον Α’ Παγκόσμιο μάλιστα το κίνημα του ανοιχτού σχολείου έγινε ακόμα πιο επίσημο. Τώρα υπήρχε μια διεθνής ένωση (Σύνδεσμος Υπαίθριας Εκπαίδευσης) που προωθούσε τον νέο τύπο σχολείου και έφερνε κοντά τους ειδικούς σε παγκόσμιας εμβέλειας συνέδρια (διοργανώθηκαν 5 τέτοιες συγκεντρώσεις μεταξύ 1922-1956).

Και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, η πόλη ενοχοποιήθηκε ως ο μεγαλύτερος παράγοντας εξάπλωσης της φυματίωσης και το ανοιχτό σχολείο παρείχε μια καλή διέξοδο. Και στην Αμερική, που τα ανοιχτά σχολεία προορίζονταν για μαθητές που είτε ήταν ήδη άρρωστοι ήταν ανήκαν σε ομάδες υψηλού κινδύνου, φάνηκε πως το πράγμα δούλευε.

Τα στατιστικά μετά το πέρας της πρώτης χρονιάς έδειχναν πως κανένας μαθητής δεν είχε νοσήσει και οι δείκτες της υγείας τους εμφανίζονταν συνολικά βελτιωμένοι. Ήταν αυτή η επιτυχία που πυροδότησε την εξάπλωση του ανοιχτού σχολείου, καθώς το ίδιο έλεγαν και τα στατιστικά των άλλων χωρών.

Το πείραμα φάνηκε να πετυχαίνει για μια μεταδοτική νόσο που καλούσε σε μέτρα κοινωνικής απόστασης.

Χάρη στις καλύτερες συνθήκες της δημόσιας υγείας, αλλά και την ανακάλυψη της στρεπτομυκίνης και των άλλων αποτελεσματικών αντιφυματικών φαρμάκων, η φυματίωση υποχώρησε από τις πρώτες θέσεις των σοβαρών απειλών για την ανθρώπινη υγεία μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1940.

Και μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια, το ίδιο θα υποχωρούσε και η ιδέα του ανοιχτού σχολείου. Τα νέα αντιβιοτικά σκότωσαν και την ιδέα της εκπαίδευσης στο ύπαιθρο.

Σήμερα, που βιώνουμε μια πανδημία με αρκετές αναλογίες, μοιραία αναρωτιούνται κάποιοι γονείς γιατί δεν μπορεί τα σχολεία να γίνονται έξω, εκεί δηλαδή που ο κίνδυνος μετάδοσης του κορονοϊού είναι μικρότερος.

Κι αν για τέτοια σχέδια δεν έχουμε ακούσει μέχρι στιγμής πουθενά στον κόσμο, δεν είναι ακριβώς ότι δεν υπάρχει εδώ προηγούμενο…

newsbeast.gr

Πηγή