Αυτό που «μέτρησε» στην απόφαση να αφεθεί ελεύθερος ο γνωστός δικηγόρος, Απόστολος Λύτρας, ήταν, σύμφωνα με πληροφορίες, η κατάθεση του θύματος ότι ο ξυλοδαρμός έγινε για πρώτη φορά και ουδέποτε είχε συμβεί κάτι στο παρελθόν, όπως και η κατάθεση της πρώην συζύγου του η οποία τον είχε καταγγείλει στο παρελθόν, ωστόσο όταν έγινε η δίκη, αυτή ανακάλεσε.

Σε αυτά, προστίθενται και η κατάθεση της κόρης και του κουμπάρου του, οι οποίοι κατέθεσαν υπέρ του, αλλά και η παραδοχή του ίδιου ότι θα ζητήσει βοήθεια από ειδικούς ψυχικής υγείας.

«Χρειάζεται χρόνος – Σίγουρα θα έχουν προηγηθεί και άλλες μορφές βίας»

«Ένας άνθρωπος που είναι βίαιος και γίνεται κακοποιητής, για να μιλήσουμε για θεραπεία, πάει να πει ότι χρειάζεται πάρα πολύς χρόνος γιατί από πίσω υπάρχει ένα τραύμα το οποίο είναι βαθύ. Δεν είναι μια παρορμητική συμπεριφορά, δε συνέβη ξαφνικά, από πίσω πάει να πει ότι έχω οικειοποιηθεί τη βία», λέει, μιλώντας στο MEGA, η ψυχολόγος Άννα Κανδαράκη.

«Κάθε περίπτωση είναι μοναδική, δεν μπορούμε να ξέρουμε τι σκοτάδια κουβαλάει ο καθένας. Δεν είναι απλή η θεραπεία σε έναν άνθρωπο ο οποίος έχει καταγράψει τη βία σαν τρόπο διαφυγής και λειτουργίας. Τις περισσότερες φορές, το πιο δύσκολο κομμάτι είναι να αναγνωρίσω ότι έχω αυτήν τη διαταραχή και αυτό το τραύμα, να αναγνωρίσω ότι τελικά είναι πρόβλημα και δεν είναι κάτι το οποίο μπορεί απλά να διορθωθεί και εφόσον μπω και αποφασίσω συνειδητά να ακολουθήσω μια θεραπευτική διαδικασία, ανάλογα θα πρέπει να κατανοήσω ότι θα πρέπει να λειτουργεί αυτή η θεραπεία σε δύο επίπεδα», συμπληρώνει.

«Μιλάμε για ένα πολυσύνθετο φαινόμενο, για μια πολύ βαθιά θεραπεία διότι είναι μια συμπεριφορά που από πίσω κρύβει βαθύ, χρόνιο τραύμα. Για να φτάσει στο σημείο της σωματικής βίας, σίγουρα θα έχει προηγηθεί λεκτική, ψυχολογική, κρυφή βία. Δεν μπορούμε να μιλήσουμε εύκολα για μία μεμονωμένη περίπτωση. Η βία λειτουργεί κλιμακωτά. Σίγουρα θα έχουν προηγηθεί και άλλες μορφές βίας», καταλήγει.

«Η κατηγορία είναι πάρα πολύ βαριά»

Από την πλευρά της και αναφερόμενη στο θέμα, η δικηγόρος Εβίτα Βαρελά, σημειώνει:

«Η κατηγορία που αποδίδεται είναι πάρα πολύ βαριά, διότι μιλάμε για βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη. Εδώ πέρα έχουμε να κάνουμε με ένα κακούργημα. Ελέγχονται δικαστικοί λειτουργοί για την απόφαση αυτή (σ.σ. μη προφυλάκισης) διότι προφανώς δεν προβλέπεται ποινική διαμεσολάβηση στα κακουργήματα και ειδικότερα όταν υπάρχει κίνδυνος ζωής. (…) Όταν λέμε ότι θα θεραπευτεί, το πρωταρχικό μας ζήτημα αυτήν την στιγμή δεν είναι η θεραπεία. Θεραπευτικά και αναμορφωτικά μέτρα επιβάλλονται στους ανήλικους. Δε μιλάμε εδώ για ανήλικο. Το πρωταρχικό κομμάτι θεωρώ ότι θα έπρεπε να είναι η πλήρης απόδοση ευθυνών».

«Το θύμα μπορεί να έχει την στάση του, όμως πρέπει να προστατευτεί. Δεν προκύπτει κάποια ενοχή από προηγούμενη υπόθεση, οπότε εξετάζεται το μεμονωμένο περιστατικό. Ένα τέτοιο περιστατικό δεν είναι επαρκές για να προστατευτεί το θύμα και ενδεχομένως άλλα θύματα; Κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου, ούτε ένας ποινικολόγος. Όλοι ελεγχόμεθα», συμπληρώνει.


Πηγή