Η μελέτη των ανθρωπίνων οστών από ανασκαφές –ευρήματα τα οποία έως τα τέλη του 20ού αιώνα θεωρούνταν αμελητέα και κατέληγαν σε αποθήκες– αποδεικνύεται πολύτιμη. Φωτογραφία από ομαδικό τάφο στην Τουλούζη την εποχή της «μαύρης πανώλης».

«Σύγκριση με πανδημίες του παρελθόντος δεν μπορούμε να κάνουμε. Καθώς βιώνουμε όμως την πρωτόγνωρη υγειονομική κρίση, μπαίνω σε σκέψεις. Στον ίδιο προβληματισμό εμπλέκω και τους φοιτητές μου, με τους οποίους επιχειρούμε μια προσομοίωση σε συνθήκες προϊστορίας». Η καθηγήτρια Προϊστορικής Αρχαιολογίας και Οστεοαρχαιολογίας του ΑΠΘ Σέβη Τριανταφύλλου δεν θα μπορούσε να μιλήσει με βεβαιότητα σήμερα στους φοιτητές της για πανδημίες του προϊστορικού κόσμου, προπάντων για τις γενετικές αιτίες που τις προκάλεσαν. Τα ανασκαφικά δεδομένα σε συνδυασμό με τις πηγές, πριν από ελάχιστα χρόνια, αποτελούσαν μόνον ενδείξεις. Τα άλματα ωστόσο της παλαιογενετικής έρευνας άνοιξαν και συνεχίζουν να ανοίγουν με φρενήρεις ρυθμούς παράθυρα στο παρελθόν,  φωτίζοντας τη γνώση και για την ιστορία της επιδημιολογίας στην αρχαιότητα.

Η μελέτη των ανθρωπίνων οστών από ανασκαφές –ευρήματα τα οποία έως τα τέλη του 20ού αιώνα θεωρούνταν αμελητέα και κατέληγαν σε αποθήκες– αποδεικνύεται πολύτιμη. Το αρχαίο DNA έδειξε την πρώτη, μέχρι στιγμής,  εμφάνιση πανώλης στην Ευρώπη πριν από 5.000-3.000 χρόνια. Πρόσφατες αναλύσεις σε νεολιθικούς σκελετούς εντόπισαν βακτήριο ίδιο με αυτό που θεωρείται υπεύθυνο για πανδημία πανώλης τον 6ο αιώνα μ.Χ. και την επανεμφάνισή της τον 14ο αιώνα, αποδεκατίζοντας το 1/3 του πληθυσμού της Ευρώπης. «Οι αναλύσεις σε εργαστήρια της Κοπεγχάγης, της Γερμανίας, της Αμερικής (Χάρβαρντ) τρέχουν αλματωδώς την τελευταία πενταετία και οι δημοσιεύσεις τους, σχεδόν κάθε μήνα, διαφωτίζουν την ιατρική και την αρχαιολογία», επισημαίνει η κ. Τριανταφύλλου στην «Κ». «Το αρχαίο DNΑ που μας υποδεικνύει τον πρόδρομο των σύγχρονων επιδημιών προ 5.000 χρόνων είναι μια καινούργια πληροφορία. Τοποθετεί την πρώτη πανώλη στο τέλος της Νεολιθικής εποχής μετατοπίζοντας χρονικά την έναρξή της χιλιάδες χρόνια πριν από την καταγεγραμμένη ιστορικά ως πρώτη θανατηφόρα επιδημία την πανούκλα του Ιουστινιανού (541-543 μ.Χ.)».

Τα στοιχεία

«Μέχρι πρότινος», εξηγεί, «οι ασυνήθιστοι τρόποι ταφής, οι αλλοιώσεις στον σκελετό από συγκεκριμένες μολυσματικές νόσους (σύφιλη, φυματίωση, λέπρα), η συρρίκνωση πληθυσμών, η ακμή και η παρακμή πολιτισμών, σε συνδυασμό με τις πηγές συναποτελούσαν ενδεικτικά στοιχεία για τις επιδημίες του παρελθόντος, αλλά το αρχαίο DNA μπορεί να ανασυστήσει την ιστορία τους». Οι συγγραφείς άφησαν εκτενή κείμενα για τους γιατρούς και τους αρχαιολόγους του μέλλοντος. Οι αναφορές, π.χ., του Ιπποκράτη για τον «βήχα της Πυρίθου» σε ένα από τα επτά συγγράμματα «Επιδημίαι» (ο τίτλος αφορούσε νόσους των δήμων και όχι επιδημίες) ή του Προκόπιου και του Καντακουζηνού για τις πανδημίες του Ιουστινιανού και του 14ου αιώνα αντίστοιχα, βοηθούν τους ερευνητές στην ταυτοποίηση των επιδημικών νόσων. «Οι λεπτομερείς περιγραφές τους, ωστόσο, αναφέρονται μόνο στη συμπτωματολογία. Δεν δίνουν τους γενετικούς κώδικες ούτε απαντούν στα ερωτήματα ποια νόσος ήταν υπεύθυνη για τις φονικές επιδημίες του παρελθόντος», παρατηρεί η κ. Τριανταφύλλου.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι και ο λοιμός των Αθηνών. Η ένδειξη της  ασυνήθιστης ομαδικής ταφής με 150 σκελετούς στον Κεραμεικό και οι περιγραφές του Θουκυδίδη, ο οποίος με την εμπειρία ενός ανθρώπου που επιβίωσε από την επιδημία, κατέγραψε λεπτομερώς τα συμπτώματα της νόσου και την κατάρρευση των κοινωνικών φραγμών και αξιών που προκάλεσε ο λοιμός, δεν ήταν ενδεικτικά ενός τυφοειδούς πυρετού. Το μυστήριο της αιτίας έλυσε η έρευνα DNA που πραγματοποίησε το Πανεπιστήμιο Αθηνών στους πολφούς τριών δοντιών από τρία διαφορετικά κρανία. Οι αναλύσεις έδειξαν γονίδια της Salmonella enterica Typhi δίνοντας ισχυρές ενδείξεις ότι επρόκειτο για τυφοειδή πυρετό.

Η παλαιογενετική μάς δείχνει επίσης ότι ένα λοιμογόνο στέλεχος ευθύνεται για τον «μαύρο θάνατο» του 14ου αιώνα, αλλά και για τις μετέπειτα επιδημίες. Μέχρι σήμερα δεν ήταν γνωστό εάν η διασπορά του προήλθε από μία μόνο πηγή ή εισήχθη στην Ευρώπη περισσότερο από μία φορά από ταξιδιώτες προερχόμενους από διάφορα μέρη του αρχαίου κόσμου. Πρόσφατες αναλύσεις σε 34 αρχαία γονιδιώματα του βάκιλου του Γερσίν (Υ Pestis) από δόντια ανθρώπων που είχαν ταφεί σε 10 τοποθεσίες σε όλη την Ευρώπη από τον 14ο έως τον 17ο αιώνα, συμπεριλαμβανόμενου ενός ομαδικού τάφου στην Τουλούζη της Γαλλίας, διαπίστωσαν ότι ένα στέλεχος του Υ Pestis ήταν προγονικό σε όλα τα άλλα γονιδιώματα που μελετούσαν.

Το σημείο μηδέν

Η πανδημία εξαπλώθηκε από το Laishevo του Βόλγα της Ρωσίας χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ήταν το σημείο μηδέν – θα μπορούσε να έχει προέλθει από άλλα μέρη της δυτικής Ασίας, όπου δεν έχουν γίνει ακόμη αναλύσεις αρχαίου DNA, διευκρινίζουν στο περιοδικό Nature communications οι ερευνητές του Ινστιτούτου Mαξ Πλανκ στη Γερμανία. Τα αποτελέσματα αναλύσεων έδειξαν ότι το ίδιο στέλεχος ήταν το μοναδικό που προκάλεσε την πανούκλα στην Ευρώπη και, σε άλλες παραλλαγές, θανατηφόρους επιδημίες από το τέλος του 14ου μέχρι τον 18ο αιώνα. Το βακτήριο αυτό –ενδεχομένως με φορείς τα τρωκτικά– εξελίχθηκε σε ποικίλα στελέχη, που ήταν υπεύθυνα για μεταγενέστερες επιδημίες.

«Τα πρώιμα βακτήρια, η προέλευσή τους, οι πρώτες μολυσματικές δεξαμενές και τα στάδια της εξέλιξής τους που σκόρπισαν τον θάνατο ανά τους αιώνες στην Ευρώπη είναι θεμελιώδη ζητούμενα της παλαιογενετικής έρευνας», αναφέρει η κ. Τριανταφύλλου. «Τα αρχικά βήματά της είναι γοργά, απομένουν όμως πολλά ακόμη για να αποσαφηνίσει σενάρια. Η συμβολή της αρχαιολογίας με περισσότερο υλικό αρχαίου ανθρώπινου DNA είναι καθοριστική».

Πηγή