Ενα τρίτο, αισιόδοξο σενάριο, δίπλα στο βασικό και στο δυσμενές που κατά παράδοση περιέχει η ανάλυση βιωσιμότητας χρέους, ενέταξε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στη χθεσινή έκθεσή της. Με τον τρόπο αυτό θέλησε να επικαιροποιήσει την ανάλυσή της, μετά τη δραστική μείωση των επιτοκίων δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου, εκφράζοντας όμως τις επιφυλάξεις της ως προς τη διατηρησιμότητά τους.

Σε κάθε περίπτωση, η ανάλυση ανοίγει, με αυτόν τον τρόπο, ένα παράθυρο αισιοδοξίας, που έχει τη σημασία του και σε σχέση με την επικείμενη διαπραγμάτευση για τη μείωση του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων. Εξάλλου, η Επιτροπή έχει αναθεωρήσει ελαφρώς προς το καλύτερο, σε σύγκριση με την προηγούμενη έκθεσή της, του Ιουνίου, τόσο το βασικό όσο και το δυσμενές σενάριο για την εξέλιξη του χρέους.

Σημειώνεται ότι ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Βάλντις Ντομπρόβσκις είπε χθες, κατά την παρουσίαση της έκθεσης: «Τα πρωτογενή πλεονάσματα είναι εκεί για έναν λόγο: Η Ελλάδα έχει με μεγάλη διαφορά το υψηλότερο χρέος προς το ΑΕΠ της και δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για λάθη – το χρέος πρέπει να μειωθεί σε πιο ασφαλή επίπεδα». Πρόσθεσε, πάντως, ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα συνδέονται με την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους και «αν και εφόσον δούμε μια σαφή θετική τάση, τότε αυτό θα μπορούσε να αποτυπωθεί και στα πρωτογενή πλεονάσματα».



«Η Ελλάδα έχει με μεγάλη διαφορά το υψηλότερο χρέος προς το ΑΕΠ της και δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για λάθη – το χρέος πρέπει να μειωθεί σε πιο ασφαλή επίπεδα», ανέφερε ο αντιπρόεδρος της Ε.Ε. Βάλντις Ντομπρόβσκις.

Τα τρία σενάρια της Κομισιόν είναι τα εξής:

1. Το βασικό σενάριο δείχνει ότι το χρέος θα ακολουθήσει καθοδική πορεία, αλλά θα παραμείνει πάνω από το 100% του ΑΕΠ έως το 2041. Στην ανάλυση του Ιουνίου αναφερόταν ότι θα παραμείνει πάνω από 100% του ΑΕΠ έως το 2048. Επίσης, η έκθεση αναφέρει ότι οι χρηματοδοτικές ανάγκες θα παραμείνουν γύρω στο 10% του ΑΕΠ έως το 2032 και μετά θα αρχίσουν να αυξάνονται αργά, παραμένοντας γύρω στο 14% του ΑΕΠ έως το τέλος του προβλεπόμενου ορίζοντα (2060). Η ανάλυση του Ιουνίου ανέφερε ότι θα παραμείνουν στο 17% του ΑΕΠ την ίδια περίοδο.

2. Στο αισιόδοξο σενάριο, το χρέος μειώνεται γρήγορα και φτάνει το 60% του ΑΕΠ το 2055. Στην ανάλυση του Ιουνίου δεν υπήρχε αισιόδοξο σενάριο. Το χρέος είναι εντελώς βιώσιμο και οι χρηματοδοτικές ανάγκες παραμένουν γύρω στο 10% του ΑΕΠ έως το 2060.

3. Στο δυσμενές σενάριο φαίνεται ότι το χρέος θα αρχίσει πάλι να αυξάνεται μετά τις αρχές της δεκαετίας του 2040 και οι χρηματοδοτικές ανάγκες θα φτάσουν το 20% του ΑΕΠ το 2042 και θα αυξάνονται εφεξής. Το σενάριο του Ιουνίου προέβλεπε ανάλογη εξέλιξη ένα χρόνο νωρίτερα, το 2041.

Εξηγώντας γιατί προχώρησε στη διαμόρφωση ενός αισιόδοξου σεναρίου, η έκθεση επισημαίνει ότι «υπάρχει αξιοσημείωτη αβεβαιότητα για τη διατήρηση του σημερινού περιβάλλοντος χαμηλών επιτοκίων και πώς αυτό θα έπρεπε να αντανακλάται στην ανάλυση».

Η ανάλυση λαμβάνει ως δεδομένη την τήρηση των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα όλα τα επόμενα χρόνια, την πλήρη εφαρμογή των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος (επιστροφή SMPs και ANFAs και χρήση τους για την εξυπηρέτηση του χρέους και μόνο) και την πρόωρη εξόφληση του δανείου του ΔΝΤ.

kathimerini.gr