«Ούζο όταν πιεις γίνεσαι ευθύς» λέει το λαϊκό άσμα. Το ίδιο – φυσικά – συμβαίνει και με τα υπόλοιπα αποστάγματα που παράγονται στην Ελλάδα συμπεριλαμβανομένων του τσίπουρου, της ρακής, της τσικουδιάς και διάφορων άλλων οινοπνευματωδών. Το απόσταγμα αποτελεί αδιαμφισβήτητη παράδοση της χώρας. Τι συμβαίνει, όμως, όταν η παράδοση μετατρέπεται σε υποχείριο κερδοσκόπων για τον βωμό του κέρδους; Γιατί το τσίπουρο, ένα δημοφιλές ποτό στην Ελλάδα, κατάφερε να αποτελεί βαρίδιο για την οικονομία, αλλά και τη δημόσια υγεία;
Σε θέση μάχης βρίσκονται εδώ και μέρες οι Έλληνες παραδοσιακοί παραγωγοί τσίπουρου, οι λεγόμενοι διήμεροι, με σκοπό, όπως υποστηρίζουν, την προστασία του προϊόντος τους. Αφορμή στάθηκε η απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει στην εφαρμογή της νομοθεσίας η οποία είχε ψηφιστεί το 2017 και προβλέπει την απαγόρευση της κυκλοφορίας στην αγορά χύμα τσίπουρου.
Την αποφασιστικότητα του υπουργείου να επιβάλλει τη νέα πολιτική με συνεχείς και αυστηρούς ελέγχους, επιβεβαίωσε και ο Γ.Γ. Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή, Πάνος Σταμπουλίδης κατά την επίσκεψή του στην εκδήλωση «Ελληνικό Απόσταγμα» που πραγματοποιήθηκε στο Ζάππειο στις 19 Ιανουαρίου
Ο κ. Σταμπουλίδης διευκρίνισε μάλιστα πως η απόφαση αυτή εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο προσέλκυσης ξένων επενδυτών, οι οποίοι θα δίσταζαν να έρθουν σε μία χώρα όπου το κράτος δεν προστατεύει τα εμπορικά σήματά της, όπως είναι το «τσίπουρο» και η «τσικουδιά», που στην πραγματικότητα αποτελούν εθνικές «μάρκες» συλλογικής ιδιοκτησίας, τις οποίες μπορούν να εκμεταλλεύονται αποκλειστικά τα ελληνικά οργανωμένα αποσταγματοποιεία της χώρας. Αυτά δηλαδή που προ-συσκευάζουν τα επώνυμα προϊόντα τους, εμφιαλώνοντάς τα με τον κατάλληλο τρόπο.
Εν μέσω αυτής της συγκυρίας η εκδήλωση «Ελληνικό Απόσταγμα» στο Ζάππειο την Κυριακή 19 Ιανουαρίου απεδείχθη επίκαιρη όσο ποτέ. Οι συμμετέχοντες αποσταγματοποιοί παρουσίασαν περίπου 100 κορυφαία προϊόντα: ούζα, τσίπουρα, μπράντι, λικέρ και αποστάγματα φρούτων. Η υψηλή ποιότητα όλων των προϊόντων εντυπωσίασε και τους πιο δύσκολους ουρανίσκους, ενώ φέτος, για πρώτη φορά, στην εκδήλωση λειτούργησε και ένα «pop-up» μπαρ όπου οι επισκέπτες μπορούσαν να δοκιμάσουν το αγαπημένο τους απόσταγμα ως συστατικό κοκτέιλ από τα χέρια τα χέρια του «mixologist» Γιάννη Κοροβέση. Παράλληλα, οι επισκέπτες είχαν την ευκαιρία να συνοδεύσουν το ούζο ή το τσίπουρο της επιλογής τους με δημιουργικούς μεζέδες.
Η HuffPost Greece, με αφορμή την έκθεση «Ελληνικό Απόσταγμα 2020», μίλησε με τον κύριους Ανδρέα Ματθίδη, diploma WSET, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Οινοχόων και Γιώργο Παπαδογούλα, γευσιγνώστη αποσταγμάτων, για το αν το μέλλον του τσίπουρου είναι ευοίωνο κι αν το παραδοσιακό τσιπουράδικο τείνει να πεθάνει.
– Ξεκινώντας από το επίκαιρο θέμα που απασχολεί παραγωγούς και καταναλωτές, πόσο θα επηρεαστεί η τσιπουροκατάνυξη από την εφαρμογή του νόμου περί εμφιαλωμένων αποσταγμάτων;
Γιώργος Παπαδογούλας (Γ.Π): Δεν θα υπάρξει αλλαγή. Ο λόγος είναι ότι έχουμε να διανύσουμε πολύ δρόμο ακόμη μέχρι την πλήρη πάταξη της κατανάλωσης του χύμα τσίπουρου στα μαγαζιά. Πλέον, υπάρχει μεγάλη διανομή σε νταμιτζάνα, το οποίο θα διανέμεται σε μπουκάλια και πάει λέγοντας. Μεσοπρόθεσμα θα ανέβει η κατανάλωση του τσίπουρου, θα είναι πιο ποιοτικό και δεν θα σε πιάνει πονοκέφαλος την επόμενη μέρα, όπως γινόταν μέχρι τώρα.
Ανδρέας Ματθίδης (Α.Μ): Αν το δουμε εμπορικά, η δική μου σκέψη είναι ότι δεν θα επηρεαστεί πολύ η κατανάλωση, επειδή συνήθως αυτό που είναι χύμα και προσφέρεται, συνήθως όντως «προσφέρεται». Αυτό γινεται μόνο για καλό κι έχουμε αργήσει κιόλας. Εγώ θα εβαζα σε δεύτερο ρόλο το πώς θα επηρεαστεί η κατανάλωση. Αυτό το βήμα είναι μεγάλο. Είναι και ζήτημα υγείας και οικονομίας.
Αποτελεί η εμφιάλωση πραγματικό αντίδοτο τόσο στη νοθεία όσο και τη φοροαπαλλαγή;
Α.Μ: Θεωρώ ότι καλώς ή κακώς σε αυτό το σημείο θα οδηγούμασταν κάποια στιγμή. Την ίδια ώρα που λέμε ότι θα ισχύσουν οι νόμοι, πρέπει αμέσως να ξεκινούν και οι μηχανισμοί ελέγχου. Στη χώρα μας δυστυχως δεν λείπει μόνο η πειθαρχία, αλλά και η τιμωρία.
Γ.Π: Ασφαλώς και είναι αντίδοτο. Ήμασταν μια χώρα που οι πολίτες της κυνηγούσαν το παράνομο εισόδημα. Η ποιοότητα του αλκοόλ έπεσε, η χώρα μας βαλλόταν. Έρχονταν οι τουρίστες, δοκίμαζαν χύμα τσίπουρρο και γυρνούσαν χάλια στην πατρίδα τους. Η εικόνα του προϊόντος καταρρακωνόταν από την κοινή γνώμη των ξένων. Δεν καταλαβαίνω γιατί να μην επιβληθεί ο νόμος και να μην φέρει πλεονεκτήματα στην οικονομία ολόκληρης της χώρας.
– Ποιοί επαγγελματικοί κλάδοι θα περάσουν κρίση και ποιοί επωφελούνται από την εφαρμογή του νόμου;
Γ.Π: Η μόνη που θα επηρεαστεί αρνητικά είναι η παραοικονομία, η οποία ούτως ή άλλως πρέπει να αφανιστεί.
Α.Μ: Σίγουρα οι κλάδοι που ανήκουν σε επίσημους φορείς, εργάζονται σε αποστακτήρια με επίσημα προϊόντα και γενικά είναι νόμιμοι έχουν μόνο να κερδίσουν. Μέχρι στιγμής ήταν οι μοναδικοί χαμένοι. Ήταν τυπικοί στην πληρωμή των φόρων, πλήρωναν τα πάντα στην ώρα τους, ενώ παράλληλα τους χτυπούσε και κάτω από τη ζώνη η ανελέητη παραοικονομία. Πλέον, θα μπουν όλα σε μια σειρά, πόσω μάλλον όταν μιλάμε και για θέμα υγείας.
– Το παραδοσιακό τσιπουράδικο τείνει να «πεθάνει»;
Α.Μ: Όταν βάζουμε μια σειρά, έχουμε και αντίκτυπους. Έτσι έγινε με τον αντικαπνιστικό νόμο, έτσι έγινε με παλαιότερους νόμους που σχετίζονταν με το αλκοόλ, έτσι θα γίνει και τώρα. Οι πολίτες θα λάβουν το μήνυμα ότι είναι για την προστασία τους. Θα υπάρξει μια μεταβατική περίοδος, αλλά θα εξισορροπηθεί γρήγορα.
Γ.Π: Το παραδοσιακό τσιπουράδικο είναι ένα «προϊόν» που περιλαμβάνει ατμόσφαιρα, ποτό και γλέντι. Δεν θα επηρεαστεί από τη νομιμοποιήση του τσίπουρου. Και αν τα τσιπουράδικα τόσα χρόνια επωφελούνται εις βάρος μας με φοροδιαφυγή και με κακής ποιότητα προϊόντα, γιατί να μην ακολουθήσουμε το νόμο; Το τσιπουράδικο από εδώ και πέρα θα προσφέρει αξιοπιστία.
– Το χόμπι του ερασιτέχνη παραγωγού που αρεσκόταν να παράγει χύμα τσίπουρο σε συντεχνιακό επίπεδο θα εξαφανιστεί;
Γ.Π: Φυσικά και δεν πρόκειται να εξαφανιστεί. Η παράδοση δεν έχει καμία σχέση με την πάταξη του παραεμπορίου. Η οικιακή παραγωγή δεν εμπλέκεται στην τεράστια παράνομη επιχείρηση. Παλαιότερα υπήρχαν άδειες για 1500 λίτρα τσίπουρου. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι μια οικογένεια πίνει τόσα λίτρα τον χρόνο. Φανταστείτε πόσα από αυτά πωλούνταν.
Α.Μ: Το χόμπι ήταν το «κάλυμμα» για αυτό που εν τέλει γινόταν κατ’εξακολούθηση τόσα χρόνια. Πρέπει να υπάρξουν άμεσα μηχανισμοί ελέγχου.
– Πόσο έυκολο είναι να βγει στην αγορά κάποιος παραγωγός με το δικό του προϊόν;
Α.Μ: Είναι πολύ εύκολο. Αρκεί να έχεις την επιχειρηματική αντίληψη και την ευστροφία να χτίσεις ένα προϊόν που διαφέρει στην αγορά. Η αγορά είναι για όλους.
Γ.Π: Οι δυσκολίες κρύβονται στο ότι απαιτείται βάθος επένδυσης, υπάρχουν μεγάλοι παίχτες ήδη στο παιχνίδι με τις μάρκες τους και χρειάζεται σωστή διανομή προώθησης. Πάντως, για μια χώρα με αυτή τη συγκεκριμένη έκταση, είναι παρανοϊκός ο αριθμός των αποσταγμάτων που έχουμε.
– Ποιές συμβουλές θα δίνατε στους Έλληνες παραγωγούς για το μέλλον;
Γ.Π: Πρώτον, ότι έχει να αντιμετωπίσει δύο προκλήσεις: την επιβίωση και την επέκταση. Όλα έχουν να κάνουν με τον όγκο παραγωγής και διανομής.
Δεύτερον, το κακό που έχει η χώρα μας – κι εμείς οι ίδιοι – είναι ότι δεν παρουσιάζουμε τοπικισμό στα προϊόντα μας. Για παράδειγμα, αν ταξιδέψεις στην Τοσκάνη, θα γευτείς Τοσκάνη. Δεν θα δοκιμάσεις άλλο προϊόν, που να έχει παραχθεί σε άλλη περιοχή. Έτσι πρέπει να γίνει κι εδώ. Όταν ταξιδεύω στον Τύρναβο, να περιμένω μόνο προϊόντα Τυρνάβου.
Μία σημαντική λύση για τον Έλληνα παραγωγό είναι να προωθήσει τα προϊόντα του σε συγκεκριμένες αγορές του εξωτερικού. Να κάνει έρευνα και να τα διανείμει εκεί που πιστεύει ότι θα τα αγαπήσει ο κόσμος. Θα προκύψουν καλύτερες τιμές, καλύτερη αντιμετώπιση, ενώ δεν θα υπάρχει τέτοιος ανταγωνισμός που θα συναντήσει εδώ.
Α.Μ: Φτάνει να διαθέτουν ωραίο πνεύμα και δημιουργικότητα και να βγάλουν ένα διαφορετικό προϊόν. Αν συμβεί αυτό, δουλειά υπάρχει για όλους.
πηγη: huffingtonpost.gr