Η περαιτέρω μείωση της φορολογίας αλλά και των ασφαλιστικών εισφορών βρίσκεται στο τραπέζι του υπουργείου Οικονομικών και οι αποφάσεις θα «κλειδώσουν» το πρώτο τρίμηνο.

Σενάρια για την ενδυνάμωση των επιχειρήσεων, με στόχο να γίνουν ανταγωνιστικές στην Ε.Ε., σχεδιάζει το οικονομικό επιτελείο με απώτερο σκοπό την τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας αλλά και την προσέλκυση επενδύσεων. Η μείωση της φορολογίας αλλά και των ασφαλιστικών εισφορών βρίσκεται στο τραπέζι για το 2020, και μάλιστα δεν αποκλείεται οι όποιες αποφάσεις να ληφθούν στο πρώτο τρίμηνο του έτους, προκειμένου οι επιχειρήσεις να γνωρίζουν το επόμενο έτος πώς θα φορολογηθούν, ώστε να προχωρήσουν στον δικό τους σχεδιασμό είτε αυτός είναι αύξηση των θέσεων εργασίας είτε του πάγιου εξοπλισμού, είτε ακόμα και αυξήσεις στους εργαζομένους.

Τα στελέχη του υπουργείου Οικονομικών εξετάζουν δύο σενάρια, προκειμένου να διαπιστώσουν ποιο είναι επωφελέστερο για το επιχειρείν,  πώς θα μεγεθυνθεί το εργατικό δυναμικό με στόχο τη στήριξη του ασφαλιστικού συστήματος και κατ’ επέκταση τις αποδοχές των σημερινών συνταξιούχων και, γενικότερα, ποιο θα συμβάλει περισσότερο στην ανάπτυξη της οικονομίας.

α) Το πρώτο και βασικό σενάριο προβλέπει τη μείωση του φορολογικού συντελεστή από το 24% στο 20% για τη χρήση του 2020. Το κόστος του μέτρου το οποίο ανέρχεται στα 500 εκατ. ευρώ θα επηρεάσει τον προϋπολογισμό του 2021. Η νέα μείωση, μετά από αυτήν που ψηφίσθηκε τις προηγούμενες μέρες και προβλέπει συντελεστή 24% από 28% για τα κέρδη του τρέχοντος έτους, θα δώσει περαιτέρω ώθηση στις επιχειρήσεις, οι οποίες τα τελευταία χρόνια αναγκάζονταν μαζί με τις ασφαλιστικές εισφορές να δίνουν στο κράτος το 55% των κερδών τους. Με βάση τα παραπάνω, ο μέσος συντελεστής φορολόγησης των επιχειρήσεων (φόρος εισοδήματος και φόρος επί των μερισμάτων) από 35,2% που ήταν μέχρι πριν από μερικές μέρες, μειώνεται στο 27,8% για το 2019 και στο 24% το 2020.

Η εξέλιξη αυτή τοποθετεί την Ελλάδα στις χώρες με συντελεστή (κερδών και μερισμάτων) μικρότερο από τον μέσο όρο της Ε.Ε. Με βάση τις αλλαγές που έγιναν, μία επιχείρηση με φορολογητέα κέρδη 100.000 ευρώ πλήρωσε για τα κέρδη του 2018 φόρο 28.000 ευρώ, για τα κέρδη του 2019 θα πληρώσει 24.000 ευρώ και για τα κέρδη του 2020, φόρο ύψους 20.000 ευρώ. Δηλαδή ο φόρος θα περιορισθεί κατά 28,5%.

Από την πρόσφατη έρευνα του Tax Foundation προκύπτουν τα εξής:

• Το 1980 ο μέσος συντελεστής διεθνώς ήταν 40,38%. Από τότε, τα κράτη αναγνώρισαν την αρνητική επίπτωση της φορολογίας στο επενδυτικό περιβάλλον και, έτσι, το 2019 ο μέσος όρος έχει πέσει στο 24,18%.

• Ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ενωση είναι 21,77%, στις χώρες του ΟΟΣΑ 23,59% και στο G7 διαμορφώνεται στο 27,65%.

Σημειώνεται ότι στην Ελλάδα την τελευταία διετία, κόντρα σε όλες τις τάσεις, αυξήθηκαν υπέρμετρα φόροι και εισφορές, με αποτέλεσμα να κατατάσσεται πρώτη στην αύξηση φόρων μεταξύ των 34 χωρών-μελών του ΟΟΣΑ.

β) Το δεύτερο και με λιγότερες πιθανότητες εφαρμογής σενάριο έχει κόστος για το Δημόσιο επίσης 500 εκατ. ευρώ και προβλέπει τη μείωση των εργοδοτικών εισφορών, οι οποίες φθάνουν ακόμα και το 40,5% επί του μισθού. Το μέτρο είναι επωφελές για τις μεγάλες επιχειρήσεις εντάσεως εργασίας, καθώς μειώνονται σημαντικά οι εργοδοτικές εισφορές και αυξάνονται τα κέρδη της επιχείρησης. Για τις μικρότερες επιχειρήσεις, οι οποίες είναι και οι περισσότερες στην Ελλάδα, αυξάνονται μεν τα φορολογικά κέρδη για τις επιχειρήσεις, αλλά στο τέλος της ημέρας ο τελικός φόρος δεν μειώνεται σημαντικά.

kathimerini.gr