Εντός των επόμενων πέντε μηνών αναμένεται να ληφθούν οι απαραίτητες αποφάσεις από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων σχετικά με ένα «πρόβλημα» που ταλαιπωρεί τόσο τους νέους όσο και τους νεοεισερχόμενους αγρότες. Ο λόγος για τα Ιστορικά Δικαιώματα, τα οποία αφορούν όλους τους αγρότες που κάνουν δηλώσεις ΟΣΔΕ. Το ποσό που διατίθεται κατ’ έτος αγγίζει τα 2 δισ. ευρώ με τους δικαιούχους να είναι κυρίως μεγάλης ηλικίας.

«Ήδη οι υπηρεσίες του υπουργείου μαζί με τον ΟΠΕΚΕΠΕ, το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, την Παγκόσμια Τράπεζα εργάζονται εντατικά προκειμένου να προσδιορισθεί άμεσα το μέγιστο δυνατό ποσοστό εσωτερικής σύγκλισης και να υποβληθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε 5 μήνες από σήμερα, ως επιλογή μας για το επόμενο έτος, 2022», σημείωσαν στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων στελέχη του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

Η διευθέτηση της εν λόγω αδικίας «αποτελεί» όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση του υπουργείου «πολιτική βούληση της Κυβέρνησής και της ηγεσίας του ΥΠΑΑΤ» η οποία θα γίνει «άμεσα, γρήγορα, ουσιαστικά, προς όφελος της νέας γενιάς των αγροτών, εξαλείφοντας μια χρόνια ανισότητα απέναντί τους».

Παρότι η σύγκλισή προσανατολιζόταν για την τρέχουσα χρονιά, ζητήματα όπως η καθυστέρηση της ψήφισης του μεταβατικού κανονισμού της Ε.Ε. (ο οποίος ψηφίστηκε στις 23 Δεκεμβρίου το 2020), το ασφυκτικό περιθώριο υποβολής των προτάσεών (μέχρι τις 19 Φεβρουαρίου) και η ανάγκη πρότερης προεργασίας προς την κατεύθυνση αυτή, δεν έδωσε το χρονικό περιθώριο για την «πλήρη και ορθή επεξεργασία στοιχείων που αφορούν τις ενισχύσεις εκατοντάδων χιλιάδων αγροτών και κυρίως της έγκαιρης ενημέρωσής τους για τις επιπτώσεις, ώστε να διαμορφώσουν τις επιλογές τους πριν την υποβολή των αιτήσεων ενιαίας ενίσχυσης στο εφετινό ΟΣΔΕ», σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση.

Πότε εμφανίστηκε το «πρόβλημα»

Το εν λόγω ζήτημα εμφανίστηκε κατά την περίοδο 2014-2020 με τους νεοεισερχόμενους και στους νέους αγρότες να λαμβάνουν δικαιώματα από το εθνικό απόθεμα (συνήθως μικρό αριθμό δικαιωμάτων) που είχαν μοναδιαία αξία όση ήταν η μέση μοναδιαία αξία της αντίστοιχης αγρονομικής περιφέρειας.

«Αυτή ήταν συχνά χαμηλότερη από την μοναδιαία αξία που κατείχαν μεγαλύτεροι σε ηλικία αγρότες (συνήθως ηλικιωμένοι), λόγω του ότι η αξία των δικαιωμάτων τους στηριζόταν ακόμα στην ιστορική περίοδο» ανέφεραν στελέχη του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μιλώντας στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Όπως πρόσθεσαν τα ίδια στελέχη «Η «ιστορικότητα των δικαιωμάτων», μετά από μία 20ετή εφαρμογή στην Ελλάδα, δημιουργεί σήμερα την αίσθηση της αδικίας μεταξύ των παραγωγών και αποτελεί μία μόνιμη πηγή ανισότητας μεταξύ των νέων και νεοεισερχόμενων στον αγροτικό τομέα έναντι των κατόχων ιστορικών δικαιωμάτων. Το γεγονός ότι δεν μπορεί να δικαιολογηθεί πλέον στην κοινή γνώμη, η κατανομή των ατομικών ενισχύσεων με βάση τα ιστορικά δικαιώματα που σχηματίστηκαν από την παραγωγική δραστηριότητα των αγροτών πριν μια 20ετία, οδηγεί πλέον στην επιλογή ενός διαφορετικού μοντέλου κατανομής των άμεσων ενισχύσεων».

Τι είναι τα ιστορικά δικαιώματα

Η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) είναι μια παρεμβατική πολιτική που στηρίχτηκε σε ένα σύστημα θεσμικών τιμών με στόχο την αύξηση της γεωργικής παραγωγής και παραγωγικότητας, αλλά και των εισοδημάτων των παραγωγών.

Αυτό το πλαίσιο πολιτικής συνεχίστηκε μέχρι και την δεκαετία του 1980. Το 1992, λόγω της δημιουργίας υπέρογκων πλεονασμάτων και εκτόξευσης του κοινοτικού προϋπολογισμού, μειώθηκαν κατά 30% οι εγγυημένες τιμές σε όλα τα αγροτικά προϊόντα και τα ποσά που εξοικονομήθηκαν επεστράφησαν στους παραγωγούς ως μία αντιστάθμιση με την μορφή άμεσων ενισχύσεων, οι οποίες ήταν συνδεδεμένες όχι μόνο με το ύψος της παραγωγής, αλλά και με την καλλιεργούμενη έκταση.

Το 2003 αποφασίσθηκε η δραστική μεταρρύθμιση της ΚΑΠ και ειδικότερα οι περισσότερες άμεσες ενισχύσεις, αποσυνδέθηκαν από το ύψος της παραγωγής και αντικαταστάθηκαν με τη θέσπιση του συστήματος της Ενιαίας Αποδεσμευμένης Ενίσχυσης (ΕΑΕ).

Η Ενιαία Αποδεσμευμένη Ενίσχυση, ως ποσό αναφοράς, αποτελεί το μέσο όρο των άμεσων ενισχύσεων που εισέπραξε ο παραγωγός καθεμιάς εκμετάλλευσης μια συγκεκριμένη περίοδο αναφοράς. Ως περίοδο αναφοράς επιλέχτηκαν τα έτη 2000-2002. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκαν τα «ιστορικά δικαιώματα».

Η μεταρρύθμιση της ΚΑΠ, αποφασίσθηκε μεν το 2003, αλλά εφαρμόσθηκε στην Ελλάδα από το 2006 έως το 2013. Η Ενιαία Αποδεσμευμένη Ενίσχυση καταβαλλόταν σε κάθε παραγωγό, που καλλιεργούσε ή εξέτρεφε ζώα τις προαναφερόμενες περιόδους αναφοράς ανεξαρτήτως του είδους και ύψους της τρέχουσας παραγωγής του.

Οι αγρονομικές περιφέρειες

Την περίοδο 2014-2020, με τη βασική ενίσχυση δημιουργούνται νέα δικαιώματα, τα οποία στην Ελλάδα κατανέμονται σε τρεις αγρονομικές περιφέρειες, δηλαδή σ’ αυτές των αροτραίων καλλιεργειών, των δενδρωδών καλλιεργειών και των βοσκοτόπων (κτηνοτροφία).

Τα νέα δικαιώματα, ως «κληρονόμοι» των ιστορικών δικαιωμάτων εμπεριέχουν μεγάλες διαφορές όσον αφορά στη μοναδιαία αξία τους (δηλ. ανά εκτάριο/10 στρέμματα), λόγω της διαφορετικής προέλευσής τους και των επιτυγχανόμενων διαφορετικών αποδόσεων ανά μονάδα (ανά εκτάριο ή κεφαλή ζώου) κατά την περίοδο αναφοράς.

«Στον περιορισμό των διαφορών αυτών στόχευε η εφαρμογή του μηχανισμού εσωτερικής σύγκλισης (tunnel model), που εφαρμόσθηκε στη χώρα μας της περίοδο 2014-2020. Έτσι, οι διαφορές των μοναδιαίων αξιών των δικαιωμάτων και στις 3 αγρονομικές περιφέρειες (αροτραίες καλλιέργειες, δενδρώδεις καλλιέργειες και βοσκότοποι) εξομαλύνθηκαν σε σημαντικό βαθμό», τόνισαν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ πηγές του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.


Πηγή