Εντός του 2019 ο Γενικός Δείκτης καταγράφει κέρδη της τάξεως του 47% και στη συνολική κεφαλαιοποίηση της εγχώριας αγοράς έχουν προστεθεί σχεδόν 16 δισ. ευρώ.
To 2019 αποτελεί έτος-ορόσημο για την ελληνική αγορά, με το Χρηματιστήριο Αθηνών και τα ελληνικά κρατικά ομόλογα να σημειώνουν τις καλύτερες επιδόσεις διεθνώς, αιφνιδιάζοντας και τους πιο αισιόδοξους.
Με κέρδη της τάξεως του 47% το Χρηματιστήριο βρίσκεται στην κορυφή των αποδόσεων των αγορών, μία «θέση» που είχε κερδίσει από τον Μάιο και κατάφερε να τη διατηρήσει για το υπόλοιπο του έτους, σβήνοντας εντελώς το έντονο σφυροκόπημα που δέχθηκε το 2018. «Οδηγός» αυτής της εντυπωσιακής υπεραπόδοσης ήταν το ιλιγγιώδες ράλι των ελληνικών τραπεζών, με τον κλαδικό δείκτη να έχει ενισχυθεί πάνω από 100% από τις αρχές του έτους.
Το «ξύπνημα» της αγοράς μετά το α΄ τρίμηνο του έτους οφείλεται σε μεγάλο βαθμό, σύμφωνα με τους αναλυτές, στις προσδοκίες που κυριαρχούσαν για αλλαγή κυβέρνησης στη χώρα, για τη βελτίωση των οικονομικών προοπτικών, την επιτάχυνση των αναβαθμίσεων της Ελλάδας, καθώς και τη σταδιακή αποτίμηση του σεναρίου ότι ο τραπεζικός κλάδος θα αναλάβει πιο τολμηρά βήματα για την επιστροφή στην κανονικότητα. Το θετικό μομέντουμ ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο όταν οι διοικήσεις των τραπεζών ενέτειναν τις κινήσεις για την εξυγίανση των ισολογισμών από τα κόκκινα δάνεια και η νέα κυβέρνηση προχώρησε τις διαδικασίες για την εφαρμογή του σχεδίου «Ηρακλής» που είχε «παγώσει» από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Οι ανησυχίες για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών που βύθισαν τις μετοχές τους το 2018, εκμηδενίστηκαν. Είναι αξιοσημείωτο πως φέτος έχουν προστεθεί σχεδόν 16 δισ. ευρώ στη συνολική κεφαλαιοποίηση της αγοράς, η οποία διαμορφώνεται σήμερα στα 60,5 δισ. ευρώ από 44,9 δισ. ευρώ στις 31 Δεκεμβρίου 2018.
Παρά την πολύ «δυνατή» κληρονομιά που αφήνει το 2019 για το Χ.Α., οι αναλυτές εμφανίζονται αισιόδοξοι για τη συνέχεια. Οι ελληνικές επιχειρήσεις βγαίνουν στις αγορές μειώνοντας το κόστος δανεισμού ακολουθώντας τα βήματα του ελληνικού Δημοσίου, τα capital controls έχουν αρθεί, οι τράπεζες επιταχύνουν τις τιτλοποιήσεις, ενώ αναμένεται να βγουν και πάλι στις αγορές μέσω τίτλων Tier 2, μια διαδικασία που άνοιξαν το καλοκαίρι η Εθνική και η Πειραιώς.
Ηδη το Χ.Α. έχει μπει έντονα στο ραντάρ των επενδυτικών οίκων και των ποιοτικών funds και αυτό φάνηκε στα roadshows που πραγματοποιήθηκαν σε Ευρώπη και ΗΠΑ το τελευταίο τετράμηνο. Η HSBC μάλιστα αναβάθμισε σε overweight τις ελληνικές μετοχές, ενώ η Jefferies συστήνει στους επενδυτές να παραμείνουν θετικοί στο Χ.Α., δηλώνοντας αισιόδοξη για το 2020. Οπως σημειώνει στην «Κ» ο Νίκος Σακαρέλης, αναλυτής της Wealth Financial Services, μετά ένα εντυπωσιακό ράλι η ελληνική αγορά έχει ανεβάσει αρκετά τον πήχυ των προσδοκιών για το επόμενο έτος. Αρκετές μη τραπεζικές δεικτοβαρείς εταιρείες έχουν φτάσει σε υψηλά πενταετίας ακόμα και δεκαετίας αν συνυπολογιστούν και τα μερίσματα που έχουν δοθεί.
Αυτή η κατηγορία μετοχών θα πρέπει να εμφανίσει αύξηση κερδοφορίας για να δικαιολογήσει τις απαιτητικές αποτιμήσεις που έχουν διαμορφωθεί πλέον. Η αύξηση κερδοφορίας μπορεί να προέλθει είτε οργανικά (από αύξηση ΑΕΠ – πωλήσεων, ωρίμανση επενδυτικών σχεδίων κ.τ.λ.), είτε από μείωση της φορολογίας των κερδών από το 24 στο 20%.
Ο γρίφος της αγοράς που θα καθορίσει και την τάση της είναι τα πιστωτικά ιδρύματα. Οι τράπεζες καλούνται να ισορροπήσουν σε ένα περιβάλλον μειωμένων ή στάσιμων οργανικών εσόδων, έχοντας το σχέδιο «Ηρακλής» ως ασπίδα ώστε να προχωρήσουν στις απομειώσεις των κόκκινων δανείων από τους ισολογισμούς τους. Σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές τράπεζες, οι ελληνικές με την πρόσφατη άνοδο έχουν μειώσει ή και μηδενίσει το discount στο p/BV. Πλέον, θα πρέπει να πάρουν δράσεις ώστε να βελτιώσουν την ποιότητα των κεφαλαίων τους. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι πάνω από το 50% των κεφαλαίων τους είναι αναβαλλόμενη φορολογία, ποσοστό υψηλό ακόμα και για τράπεζες του ευρωπαϊκού νότου. Το 2020 θα είναι μια χρονιά που οι επενδυτές θα ψάξουν εφαρμογή των επενδυτικών σχεδίων που παρουσίασαν οι τράπεζες σε ξένους και εγχώριους επενδυτές.
Πτώση απόδοσης
Ακόμη πιο εντυπωσιακή ήταν η πορεία των ελληνικών ομολόγων, με τις αποδόσεις του 10ετούς να έχουν δει μέσα στο τελευταίο 12μηνο πτώση της τάξης των 300 μονάδων βάσης, περίπου, με το κόστος δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου να σημειώνει βουτιά 70% και να υποχωρεί χαμηλότερα από αυτό της Ιταλίας. Οι ελληνικοί τίτλοι έγιναν το 2019 πιο «καυτό» επενδυτικό ποντάρισμα και το 2020 έχουν μπει ήδη στη λίστα των κορυφαίων «στοιχημάτων» των επενδυτικών οίκων (Citi). Η στρατηγική της διατήρησης του «μαξιλαριού» ρευστότητας των περίπου 32 δισ. ευρώ που ακολουθεί ο ΟΔΔΗΧ έως τη στιγμή που η Ελλάδα μπει στο κλαμπ των χωρών με επενδυτική βαθμίδα, έχει λειτουργήσει ως σημαντικό όπλο και «εξασφαλίζει» τη διατήρηση της δίψας των επενδυτών για τα ελληνικά ομόλογα και το επόμενο έτος. Η Citi, μάλιστα, εκτιμά πως η απόδοση του ελληνικού 10ετούς θα βρεθεί στο 0,70% το δ΄ τρίμηνο του 2020, ενώ η Capital Economics τη «βλέπει» κοντά στο 1%.