Επιβράδυνση, για δεύτερο συνεχόμενο μήνα, σημείωσε η οικονομική δραστηριότητα στην Ευρωζώνη τον Ιανουάριο λόγω της εξάπλωσης της παραλλαγής Όμικρον του κορονοϊού, σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας IHS Markit.
Η επιβράδυνση ήταν σημαντική στον τομέα των υπηρεσιών, αλλά με τον αντίκτυπο της Όμικρον να είναι λιγότερο έντονος σε σχέση με προηγούμενα κύματα. Αντίθετα, ο μεταποιητικός τομέας ενισχύθηκε καθώς μειώθηκαν τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Η αύξηση των τιμών των εισροών επιβραδύνθηκε, υποδηλώνοντας μία ελάφρυνση των πιέσεων στις τιμές των πρώτων υλών, αλλά οι μέσες τιμές για τα αγαθά και τις υπηρεσίες αυξήθηκαν με τον ίδιο ρυθμό, όπως και τον Νοέμβριο, που είναι ο υψηλότερος που έχει καταγραφεί στην ιστορία της έρευνας.
Ο σύνθετος δείκτης υπευθύνων αγορών (PMI) της IHS Markit, που αντανακλά την πορεία των μεταποιητικών εταιρειών και των εταιρειών του τομέα υπηρεσιών, μειώθηκε στις 52,4 μονάδες από 53,3 τον Δεκέμβριο, σύμφωνα με την προκαταρκτική εκτίμηση της εταιρείας. Πρόκειται για τον βραδύτερο ρυθμό ανάπτυξης από την περίοδο των lockdown στις αρχές του 2021.
Ο μεταποιητικός τομέας αναπτύχθηκε με τον υψηλότερο ρυθμό από τον Αύγουστο. Αν και θέματα που υπήρξαν με τη διαθεσιμότητα προσωπικού περιόρισαν την παραγωγή ορισμένων εργοστασίων, η χαλάρωση των περιορισμών από την εφοδιαστική αλυσίδα οδήγησε στην αύξηση της παραγωγής πολλών εταιρειών. Ο μέσος χρόνος καθυστέρησης για τις παραδόσεις των προμηθευτών ήταν ο μικρότερος από πέρυσι τον Ιανουάριο, ενώ υπήρξαν και ενδείξεις μικρότερων καθυστερήσεων στις μεταφορές εμπορευμάτων με πλοία.
Οι τιμές στον τομέα των υπηρεσιών αυξήθηκαν με ρυθμό – ρεκόρ, λόγω της αύξησης του ενεργειακού κόστους και των μισθών. Οι εργοστασιακές τιμές των προϊόντων αυξήθηκαν με ρυθμό λίγο χαμηλότερο από το ιστορικά υψηλό του Νοεμβρίου. «Συνολικά, οι τιμές των προϊόντων και υπηρεσιών αυξάνονται με ρυθμό ρεκόρ καθώς η αύξηση των μισθών και του ενεργειακού κόστους αντισταθμίζει τη μείωση των τιμών των πρώτων υλών, διαψεύδοντας τις ελπίδες για μία επικείμενη υποχώρηση των πληθωριστικών πιέσεων», ανέφερε ο επικεφαλής οικονομολόγος της IHS Markit, Κρις Γουίλιαμσον.
Πηγή