Παραδοσιακά χωριά, χτισμένα στην περιοχή των ορεινών συγκροτημάτων της Τύμφης, της Πίνδου και του Μιτσικελίου, τα Ζαγοροχώρια είναι το ξεχωριστό στολίδι των Ιωαννίνων και της Ηπείρου εν γένει.
Τα ψηλά και επιβλητικά βουνά, τα πυκνά δάση με τα αειθαλή και τα φυλλοβόλα δέντρα, οι απόκρημνες χαράδρες και οι κατάφυτες ρεματιές, τα ποτάμια, οι χείμαρροι και οι λιμνούλες αποτελούν τόπο ιδανικό για περιπατητές και φυσιολάτρες.
Το πλούσιο σε εναλλαγές φυσικό τοπίο του Ζαγορίου συνυπάρχει αρμονικά με την ανθρώπινη δραστηριότητα και δημιουργία, όπου κυριαρχούν η πέτρα, το ξύλο και η σχιστόπλακα.
Πατρίδα ευεργετών και ανθρώπων των γραμμάτων, το Ζαγόρι γνώρισε οικονομική και πνευματική ακμή στα χρόνια της Tουρκοκρατίας. Το 15ο αιώνα χωριά του Κεντρικού και του Ανατολικού Ζαγορίου συνθηκολόγησαν με τους Τούρκους και εξασφάλισαν προνόμια αυτονομίας, αυτοδιοίκησης και ατέλειας (συνθήκη Βοϊνίκου). Μοναδική υποχρέωση των κατοίκων τους προς την Πύλη ήταν η αποστολή βοϊνίκηδων (ομάδα ανδρών που ασχολούνταν με τη φροντίδα των αλόγων) στον τουρκικό στρατό.
Ο θεσμός των βοϊνίκηδων ίσχυσε ώς το 1670. Τότε συγκροτήθηκε η «Επιστασία Zαγορίου», αυτοδιοικούμενη ομοσπονδία, στην οποία παραχωρήθηκαν σημαντικά προνόμια (σουρούτια) από την Πύλη.
Οι κάτοικοι του Ζαγορίου, καταβάλλοντας πλέον κεφαλικό φόρο και απαλλαγμένοι από την παρουσία των Τούρκων (απαγορευόταν η είσοδός τους στην περιοχή), εκτελούσαν ελεύθεροι τα θρησκευτικά καθήκοντά τους, έχτιζαν ναούς και εξέλεγαν αντιπροσώπους (βεκίληδες).
Εκείνοι εξέλεγαν με τη σειρά τους το γενικό προεστό (Ζαγόρ Κοτζάμπαση ή βεκίλη του Zαγορίου), ο οποίος διοικούσε την περιοχή και ήταν υποχρεωμένος να συλλέγει και να αποδίδει τους φόρους στο τουρκικό δημόσιο.
Πολλοί κάτοικοι του Ζαγορίου αναζήτησαν καλύτερη τύχη στην Κωνσταντινούπολη, τη Βλαχία, τη Pωσία, τη Μικρά Ασία, τη Σερβία, την Αυστρία κ.α. Αναπτύσσοντας δραστηριότητα κυρίως στο χώρο του εμπορίου, κατάφεραν να αποκτήσουν σταδιακά πλούτο, φήμη και αξιώματα.
Σημαντική υπήρξε η προσφορά τους στα χωριά από τα οποία κατάγονταν και στο Γένος γενικότερα, καθώς κατασκεύασαν εκκλησίες, σχολεία, δρόμους, πλατείες, βρύσες, γεφύρια και αρχοντικά.
Φημισμένοι ήταν και οι Βικογιατροί, πρακτικοί και εμπειρικοί γιατροί, που αξιοποιούσαν τις θεραπευτικές ιδιότητες των βοτάνων της χαράδρας του Bίκου και προσέφεραν τις υπηρεσίες τους κινούμενοι σε μεγάλη γεωγραφική κλίμακα (ελλαδικός χώρος, Βαλκάνια, Μικρά Ασία, Ρωσία).
Οι εύποροι ταξιδεμένοι κάτοικοι του Ζαγορίου (έμποροι, τραπεζίτες, διπλωμάτες, δάσκαλοι, γιατροί κ.ά.) συγκροτούσαν την ιθύνουσα τάξη της τοπικής κοινωνίας. Οι γηγενείς κάτοικοι που δεν ταξίδευαν και ήταν σχετικά αυτάρκεις οικονομικά (καλλιεργητές, τεχνίτες, μαγαζάτορες κ.ά.) συγκροτούσαν μια δεύτερη τάξη. Τέλος, μια τρίτη τάξη αποτελούσαν οι μέτοικοι (φύλακες, σκηνίτες, ζευγίτες, βοσκοί κ.ά.), που δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα.
Τα Ζαγοροχώρια άρχισαν να παρακμάζουν μετά το θάνατο του Αλή πασά (1822) και την κατάργηση των προνομίων τους (1868), δοκιμάστηκαν δε σκληρά κατά τη διάρκεια των πολέμων του 20ού αιώνα.
Το Ζαγόρι χωρίζεται σε Ανατολικό, Δυτικό και Κεντρικό:
Το Ανατολικό Ζαγόρι εκτείνεται ανάμεσα στην οροσειρά της Πίνδου και το Μιτσικέλι. Το θαυμάσιο φυσικό περιβάλλον (ώριμα δάση οξιάς, πεύκα και έλατα, τρεχούμενα νερά και πηγές, άγρια πανίδα) και η ανθρώπινη δημιουργία (πετρόχτιστα σπίτια και λιθόχτιστα καλντερίμια, τοξωτά γεφύρια, ιστορικές μονές και αξιόλογες εκκλησίες) εναρμονίζονται εδώ σε ένα ταιριαστό σύνολο.
Το Δυτικό Ζαγόρι απλώνεται δυτικά της Τύμφης. Το μοναδικό φυσικό ανάγλυφο (ο εθνικός δρυμός Βίκου – Αώου με το μαγευτικό φαράγγι του Βίκου, η επιβλητική κορυφή Αστράκα, ο Βοϊδομάτης με τα κρυστάλλινα νερά), τα γραφικά μονοπάτια και οι ενδιαφέρουσες περιπατητικές διαδρομές, τα παραδοσιακά σπίτια και αρχοντικά, αρχιτεκτονικά κομψοτεχνήματα, μαγεύουν τους επισκέπτες.
Το Κεντρικό Ζαγόρι βρίσκεται ανάμεσα στην Τύμφη και το Μιτσικέλι. Τα χωριά του, χτισμένα σε όμορφο φυσικό περιβάλλον, διατηρούν ανόθευτο το παραδοσιακό χρώμα τους. Τα όμορφα πετρόχτιστα σπίτια και αρχοντικά με τις χαρακτηριστικές ξύλινες στέγες (επικαλύπτονται από σχιστόπλακες) και τον πλούσιο διάκοσμο (ξύλινες πόρτες και παράθυρα, τζάκι, καμινάδα κ.ά.), τα δημόσια κτίρια, τα λιθόστρωτα καλντερίμια, τα τοξωτά γεφύρια, οι βρύσες, τα πηγάδια, οι νερόμυλοι και οι νεροτριβές, οι μονές, οι εκκλησίες, τα καμπαναριά και τα ξωκλήσια αποτελούν εξαιρετικές αρχιτεκτονικές δημιουργίες.
Πηγή