Παρεμβάσεις για την τόνωση των αγοραπωλησιών ακινήτων, την αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας και των επενδύσεων, αλλά και τη μείωση της γραφειοκρατίας στις μεταβιβάσεις, περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το φορολογικό νομοσχέδιο που κατατέθηκε το βράδυ της Τρίτης στη Βουλή.

• Αναστολή ΦΠΑ. Στο επίκεντρο των μέτρων για την αγορά ακινήτων βρίσκεται η διάταξη με την οποία αναστέλλεται η ισχύς του ΦΠΑ 24% που επιβάλλεται σε όλες τις αγοραπωλησίες κατοικιών, πλην της πρώτης κατοικίας, η οποία απαλλάσσεται. Η αναστολή ισχύει μάλιστα αναδρομικά, δηλαδή από τότε που ξεκίνησε να εφαρμόζεται ο ΦΠΑ, στις αρχές του 2006, κάτι που σημαίνει ότι το υφιστάμενο απόθεμα των απώλητων διαμερισμάτων, που ανέρχεται σε σχεδόν 90.000 (όσα κατασκευάστηκαν από το 2006 μέχρι σήμερα), θα μπορέσει να διατεθεί στην αγορά σε ελκυστικότερες τιμές. Το νέο μέτρο θα ισχύσει, μάλιστα, και για τις περιπτώσεις αντιπαροχής. Δηλαδή o ιδιοκτήτης του οικοπέδου θα απαλλάσσεται από την καταβολή ΦΠΑ για τα διαμερίσματα που θα λαμβάνει ως αντιπαροχή.

Μέσω της αναστολής, η οποία ισχύει για τρία χρόνια μέχρι το τέλος του 2022, οι κατασκευαστές θα μπορούν να προσφέρουν (θεωρητικά) ανταγωνιστικότερες τιμές σε μεγαλύτερη «γκάμα» αγοραστών, γεγονός που εφόσον μεταφραστεί σε αυξημένες πωλήσεις, θα δημιουργήσει επιπρόσθετη ρευστότητα, μέσω της οποίας, θα επιτραπούν ενάρξεις νέων οικοδομών. Παράλληλα, οι νέες αυτές οικοδομές θα επωφελούνται επίσης από την αναστολή, εφόσον η οικοδομική άδεια εκδοθεί μέχρι το τέλος του 2022. Η αναστολή του ΦΠΑ θα βελτιώσει σημαντικά και τους ισολογισμούς των τραπεζών, καθώς θα αυξηθεί η αξία των ενυπόθηκων δανείων στα βιβλία τους.

• Εκπτωση για αναβάθμιση. Αλλη μια σημαντική κίνηση είναι το μέτρο για την παροχή έκπτωσης φόρου 40%, για την πραγματοποίηση δαπανών ενεργειακής, λειτουργικής και αισθητικής αναβάθμισης κτιρίων. Η έκπτωση, όμως, αυτή θα αφορά μόνο τις δαπάνες που σχετίζονται με την εργασία, δηλαδή την παροχή υπηρεσιών και όχι και για τα υλικά. Επίσης, η ρύθμιση που κατατέθηκε στη Βουλή ορίζει ότι το συνολικό ύψος της δαπάνης, επί της οποίας θα χορηγείται η έκπτωση δεν μπορεί να ξεπερνά τις 16.000 ευρώ, ισόποσα κατανεμημένες σε περίοδο τεσσάρων ετών, αντί για 48.000 ευρώ που ήταν αρχικά. Ακόμα κι έτσι, το ποσό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, δεδομένου ότι αφορά μόνο την εργασία και όχι και τα υλικά.

Παρ’ όλα αυτά, η όψιμη αυτή αλλαγή προκάλεσε την αντίδραση της ΠΟΜΙΔΑ (Πανελλήνια Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Ακινήτων), η οποία ήταν εκείνη που είχε προτείνει προ τριετίας, τη θεσμοθέτηση της έκπτωσης φόρου, αν και με διαφορετικό τρόπο εφαρμογής. Συγκεκριμένα, είχε προταθεί η έκπτωση να αφορά τόσο την εργασία όσο και τα υλικά. Σε χθεσινή της ανακοίνωση, η ΠΟΜΙΔΑ στηλιτεύει την τελική μορφή της ρύθμισης, («άνθρακες αποδεικνύεται ο θησαυρός της έκπτωσης 40%», όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά), ιδίως στο σκέλος όπου το όριο των δαπανών συρρικνώνεται στις 16.000 ευρώ, αλλά και στο γεγονός ότι εξαιρούνται όσοι έχουν ενταχθεί στο πρόγραμμα «Εξοικονομώ Κατ’ Οίκον».

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί βέβαια ότι όσοι –λίγοι, σε σχέση με τη ζήτηση– εντάχθηκαν στο εν λόγω πρόγραμμα, ήδη επωφελούνται φορολογικά και μάλιστα πολύ περισσότερο σε σχέση με όσους κάνουν χρήση του μέτρου της έκπτωσης φόρου 40%.

• Φορολόγηση ΑΕΕΑΠ. Σημαντικό μέτρο, το οποίο πιθανώς να έχει εντέλει πολλαπλασιαστικά οφέλη, αναμένεται να είναι και η επαναφορά του τρόπου φορολόγησης του ενεργητικού των εταιρειών επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία (ΑΕΕΑΠ), στο σημείο όπου βρισκόταν το 2016, δηλαδή προτού επταπλασιαστεί ο σχετικός συντελεστής. Ειδικότερα, με βάση σχετική ρύθμιση που περιλήφθηκε τελικά στο φορολογικό νομοσχέδιο, «το ενεργητικό μιας ΑΕΕΑΠ (ακίνητα και μετρητά) θα φορολογείται με βάση έναν συντελεστή φόρου, που ορίζεται σε 10%, επί του εκάστοτε ισχύοντος επιτοκίου παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (επιτοκίου αναφοράς), προσαυξανομένου κατά μία ποσοστιαία μονάδα και υπολογίζεται επί του μέσου όρου των επενδύσεών τους, πλέον των διαθεσίμων, σε τρέχουσες τιμές, όπως απεικονίζονται στους εξαμηνιαίους πίνακες επενδύσεων». Οπως σημειώνουν στελέχη του κλάδου, ουσιαστικά, πρόκειται για επαναφορά στο προγενέστερο καθεστώς, όταν ο σχετικός φόρος ήταν της τάξεως του 0,105% ετησίως, αντί για 0,75% που ίσχυε από το 2016 μέχρι σήμερα, στοιχείο ιδιαίτερα θετικό. Ο συγκεκριμένος φόρος είχε αυξήσει τη φορολογία του κλάδου κατά περίπου 20-30 εκατ. ευρώ, ωστόσο εκτιμάται ότι στέρησε τελικά περισσότερα κεφάλαια από την οικονομία, καθώς αρκετοί όμιλοι που σχεδίαζαν να αναπτύξουν χαρτοφυλάκια ακινήτων, μέσω του θεσμού των ΑΕΕΑΠ, εντέλει αναθεώρησαν τον σχεδιασμό τους.

• Μείωση γραφειοκρατίας. Εκτός από τις παρεμβάσεις αμιγώς φορολογικού χαρακτήρα, σημαντική για την αγορά ακινήτων κρίνεται και η περίληψη διάταξης για τη μείωση της γραφειοκρατίας στις συναλλαγές επί ακινήτων. Σε αυτήν αναφέρεται ότι οι συμβολαιογράφοι θα μπορούν πλέον να παρακρατούν τον οφειλόμενο ΕΝΦΙΑ κατά τη μεταβίβαση του ακινήτου και να τον αποδίδουν αυτόματα στο Δημόσιο. Ετσι, ο ιδιοκτήτης που αναγκάζεται να πωλήσει ένα ακίνητο δεν θα υποχρεώνεται –όπως συνέβαινε μέχρι σήμερα– να ρυθμίζει την οφειλή ή να δανείζεται για να την εξοφλήσει.

kathimerini.gr