Οι ασθενείς που ξαναμολύνονται φαίνεται ότι παράγουν λίγα αντισώματα μετά την πρώτη λοίμωξη. Τουλάχιστον όμως δεν φαίνεται να αρρωσταίνουν βαριά τη δεύτερη φορά.

Ερωτηματικά για την ανοσία που αναπτύσσουν όσοι εκδηλώνουν τη λοίμωξη που προκαλεί ο κορωνοϊός Covid-19, δημιουργούν τα τρία επιβεβαιωμένα κρούσματα επαναμόλυνσης που καταγράφηκαν τις τελευταίες ημέρες.

Χθες έγινε γνωστό ότι δύο ασθενείς στην Ευρώπη μολύνθηκαν εκ νέου από τον κορωνοϊό, τον οποίο είχαν νικήσει ήδη μία φορά την άνοιξη. Η περίπτωσή τους ακολουθεί εκείνη ενός 33χρονου από το Χονγκ Κονγκ, ο οποίος μολύνθηκε την άνοιξη και στις αρχές Αυγούστου.

Τη δεύτερη φορά ο 33χρονος μολύνθηκε από το στέλεχος του κορωνοϊού που επικρατεί στην Ευρώπη, ανακοίνωσαν οι γιατροί του.

Τα περιστατικά αυτά τροφοδοτούν ερωτηματικά για την αποτελεσματικότητα των εμβολίων που αναπτύσσονται εναντίον του ιού. Ωστόσο οι ειδικοί λένε ότι πρέπει να επιβεβαιωθούν πολύ περισσότερα περιστατικά με επαναμόλυνση για να προκληθεί ανησυχία.

Ο κορωνοϊός Covid-19 συνεχίζει την επέλασή του στον πλανήτη. Έως και την Τρίτη 25 Αυγούστου 2020 είχε μολύνει τουλάχιστον 23,7 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Οι 815.000 από τους ασθενείς δεν κατάφεραν να κρατηθούν στη ζωή, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Παρατηρητήριο Κορωνοϊού του Πανεπιστημίου Τζωνς Χόπκινς.

Τα ευρωπαϊκά περιστατικά με την επαναμόλυνση από τον ιό καταγράφηκαν στο Βέλγιο και στην Ολλανδία.

Επαναμόλυνση στο Βέλγιο

Ο Βέλγος ιολόγος Dr. Marc Van Ranst δήλωσε πως η επαναμόλυνση στη χώρα του αφορά μία γυναίκα η οποία εκδήλωσε για πρώτη φορά τον Μάρτιο τη λοίμωξη που προκαλεί ο κορωνοϊός. Η γυναίκα μολύνθηκε εκ νέου τον Ιούνιο, αλλά από διαφορετικό στέλεχος του ιού. «Είναι πολύ πιθανό να υπάρξουν και άλλα ανάλογα περιστατικά», είπε ο ειδικός.

Όπως εξήγησε, η γυναίκα είναι μία 50άρα, η οποία είχε πολύ λίγα αντισώματα μετά την πρώτη λοίμωξη. Ωστόσο  έστω κι αυτά, την προστάτευσαν από την ανάπτυξη νέας λοίμωξης μετά την δεύτερη μόλυνσή της.

Ο Dr Van Ranst εκτίμησε ότι τα περιστατικά επαναμόλυνσης από τον κορωνοϊό πιθανώς θα είναι περιορισμένα. Παραδέχτηκε ωστόσο ότι είναι πολύ νωρίς για να λεχθεί κάτι τέτοιο με βεβαιότητα.

Ο ειδικός είπε ακόμα ότι ο νέος κορωνοϊός φαίνεται να είναι πιο σταθερός από τον ιό της γρίπης. Ωστόσο αυτό δεν σημαίνει πως μένει στάσιμος. Αντιθέτως, και αυτός αλλάζει, αλλά με αργό ρυθμό.

«Οι ιοί μεταλλάσσονται και αυτό σημαίνει ότι ένα πιθανό εμβόλιο δεν θα κρατήσει για πάντα», είπε. «Είναι πιθανό να μην κρατήσει καν για 5 χρόνια. Όπως συμβαίνει με την γρίπη, έτσι και ο νέος κορωνοϊός πιθανώς θα χρειάζεται νέο εμβόλιο σε τακτά χρονικά διαστήματα».

Ο Dr. Van Ranst, ο οποίος είναι καθηγητής Ιολογίας στο Καθολικό Πανεπιστήμιο του Leuven, πρόσθεσε ότι τα νέα δεδομένα δεν προκαλούν έκπληξη. «Θα θέλαμε να είναι πιο σταθερός ο κορωνοϊός, αλλά δεν μπορούμε να παραβιάσουμε τη φύση», τόνισε.

Απαραίτητος ο γενετικός έλεγχος

Το δεύτερο ευρωπαϊκό περιστατικό ανακοινώθηκε από το Εθνικό Ινστιτούτο Δημόσιας Υγείας της Ολλανδίας. Η ιολόγος Dr. Marion Koopmans δήλωσε στην ολλανδική τηλεόραση ότι ο ασθενής είναι ένας ηλικιωμένος με εξασθενημένο ανοσοποιητικό.

Η Dr Koopmans εξήγησε πως έχουν αναφερθεί περιστατικά πασχόντων από τη λοίμωξη που προκαλεί ο κορωνοϊός, οι οποίοι νοσούν εκ νέου. Ωστόσο για να τεκμηριωθεί η επαναμόλυνση πρέπει να γίνει γενετικός έλεγχος του κορωνοϊού και στις δύο λοιμώξεις.

Όπως συνέβη στις περιπτώσεις του Χονγκ Κονγκ, του Βελγίου και της Ολλανδίας, ο γενετικός έλεγχος έδειξε πως οι ιοί που μόλυναν τους ασθενείς διέφεραν την δεύτερη φορά.

Η εκπρόσωπος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας Margaret Harris δήλωσε ότι περιπτώσεις επαναμόλυνσης αναδύονται κατά διαστήματα στην πανδημία. Ωστόσο πρόσθεσε πως είναι σημαντικό να υπάρχει πλήρης τεκμηρίωση.

Μερικοί ειδικοί λένε ότι τέτοιου είδους περιπτώσεις αρχίζουν να αναδύονται, επειδή γίνονται περισσότερα τεστ παγκοσμίως. Όποια κι αν είναι η αιτία, τα περιστατικά αυτά είναι ανησυχητικά, κατά τον Dr. David Strain, λέκτορα στο Πανεπιστήμιο του Έξετερ.

«Υποδηλώνουν ότι η πρώτη μόλυνση δεν είναι εντελώς προστατευτική», εξήγησε. «Επιπλέον, εγείρουν την πιθανότητα τα εμβόλια που αναμένουμε να μην παρέχουν την ισχυρή ανοσία που ελπίζαμε».

Πηγή