Έναν τριπλό δημοσιονομικό κίνδυνο κόστους άνω των 20 δισ. ευρώ λόγω των πιθανών δικαστικών αποφάσεων για αναδρομικά, των ενδεχόμενων καταπτώσεων εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου, αλλά και των προεκλογικών δεσμεύσεων-προσλήψεων, καταγράφει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην έκθεσή του για την Ελλάδα που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.

Όπως σημειώνει το capital.gr, καταγράφει σειρά κινδύνων στο τραπεζικό πεδίο με δημοσιονομικές επιπτώσεις, ζητώντας την ταχύτερη μείωση των NPLs μέσα από τα τρία σχέδια (επιδότηση μέσα από νέο νόμο Κατσέλη, σχέδια ΤΧΣ και ΤτΕ).

Βλέπει επίσης ασθενικό ρυθμό ανάπτυξης μόλις 1,2% από το 2022 και μετά, λόγω ενδογενών κινδύνων αλλά και της διεθνούς κρίσης. Προβλέπει φθίνουσα δυνατότητα εξόδου της Ελλάδος στις αγορές για δανεισμό τα επόμενα χρόνια και ζητά αντισταθμίσματα μεταρρυθμίσεων για να στηριχθεί η παραγωγικότητα από τη μεγάλη άνοδο του κατώτατου μισθού για την οποία ασκεί κριτική.

Κατά το ΔΝΤ είναι επιβεβλημένη η μείωση του αφορολόγητου το 2020, αλλά και η δημιουργία «μαξιλαριού» ασφαλείας (μεγαλύτερο του 1 δισ ευρώ που τώρα προβλέπεται) για να αντιμετωπισθούν οι πιθανοί κίνδυνοι.

Αναλυτικά, στο δημοσιονομικό πεδίο καταγράφει τρεις κινδύνους

Υπολογίζει σε 5,5% του ΑΕΠ (δηλαδή 10 δισ. ευρώ περίπου το πιθανό κόστος για τα δημόσια ταμεία από καταπτώσεις δανείων που έχουν δοθεί με εγγύηση Ελληνικού Δημοσίου (υπολογίζει σε δαπάνη 2,1 δισ. ευρώ φέτος και 500 εκατ. το χρόνο την περίοδο 2020-2024).

* Εκτιμά  το κόστος από τις πιθανές δικαστικές αποφάσεις για αναδρομικά έως και στα 9,4 δισ. ευρώ (6,4 δισ. λόγω της μεταρρύθμισης του 2012 στις συντάξεις και 2,6 δισ. από τα δώρα στο Δημόσιο). Εκτιμά επιπλέον ετήσια δαπάνη 0,75% του ΑΕΠ. Πάντως γίνεται ξεκάθαρο από το ΔΝΤ ότι πρόκειται για προσωρινές προβλέψεις με μεγάλο ποσοστό αβεβαιοτήτων και δυσκολία ακριβούς αποτύπωσης.

* Καταγράφει τις παροχές έως και το 2021 και αναφέρεται σε κινδύνους λόγω του εκλογικού κύκλου (π.χ. από την εξαγγελία για μείωση του ΦΠΑ με επίπτωση 0,4% του ΑΕΠ ετησίως από το 2021 και από τις νέες προσλήψεις).

Σημειώνεται ότι επιπλέον όλων αυτών, κάνει λόγο και για πιθανή ετήσια δαπάνη 2-4% του ΑΕΠ (4-8 δισ ευρώ) λόγω των δικαστικών διεκδικήσεων για τον ν. Κατρούγκαλου η οποία όμως όπως εξηγεί, δεν προσμετράται. Και τούτο γιατί, όπως αναφέρεται, η όλη διαδικασία είναι ακόμη σε πολύ πρώιμο στάδιο. Κάνει λόγο και για άλλους κινδύνους που είναι «πολύ νωρίς για να αποτιμηθούν».

 

Επιβράδυνση ΑΕΠ- κίνδυνοι για τράπεζες

Στο πεδίο της πραγματικής οικονομίας, το Ταμείο στην 1η έκθεση για την Ελλάδα μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος, καταγράφει μία σειρά από κινδύνους για την ανάπτυξη λόγω: μεταρρυθμιστικής κόπωσης, υψηλών κόκκινων δανείων, υποτονικής ζήτησης αλλά και της διεθνούς κρίσης.

Προβλέπει ανάπτυξη κατά 2,4% φέτος, αλλά επιβράδυνση προς το 1,2% το 2023-2024. Εκτιμά επίσης ότι θα ενισχυθεί το «άνοιγμα» στο εξωτερικό ισοζύγιο (-3.4% του ΑΕΠ) και στις καθαρές ξένες επενδύσεις (-1.5% του ΑΕΠ).

Παράλληλα, κάνει σαφές ότι οι τράπεζες συνιστούν και δημοσιονομικό πρόβλημα λόγω της συμμετοχής του Δημοσίου. Υπολογίζει ότι η αύξηση των επιτοκίων δανεισμού του Δημοσίου κατά μία μονάδα συνεπάγεται μείωση των κεφαλαίων κατά 0,5%. Το ΔΝΤ αναλύει τα σενάρια για την μείωση των NPLs βάζοντας στο «κάδρο» πέρα από το σχέδιο του ΤΧΣ, της ΤτΕ, αλλά και την επιδότηση μέσω του ν. Κατσέλη).

Πάντως, συστήνει την επιτάχυνση της άρσης των capital controls με βάση το πρόγραμμα του ΥΠΟΙΚ (σ,σ, είναι γνωστή η διαφωνία με την ΤτΕ και τους θεσμούς της ΕΕ για το θέμα).

Πρόωρη αποπληρωμή Δανείου- μικρό «καλάθι» για τις αγορές

Το ΔΝΤ δέχεται την πρόθεση των ελληνικών αρχών να αποπληρώσουν πρόωρα μέρος του δανείου (γίνεται λόγος για 4,6 δισ. ευρώ) σε συνεννόηση με τους Ευρωπαίους εταίρους.

Επίσης, υπολογίζει σε 30 δισ. ευρώ τα διαθέσιμα στο τέλος του 2018. Ωστόσο το ποσό αυτό θα μειωθεί σε 10 δισ. ευρώ το 2024. Και τούτο γιατί φέτος προβλέπεται η άντληση 7 δισ. ευρώ από τις αγορές, αλλά για την περίοδο 2020-2023 το ποσό θα φθίνει σε περίπου 2 -5 δισ. το χρόνο.


Πηγή