Με τις φράσεις «όχι προσλήψεις στο Δημόσιο» και «κλείνω την πόρτα στην παραβατικότητα και στις προσλήψεις από το παράθυρο», ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έκλεισε οριστικά και αμετάκλητα την όποια συζήτηση για ανανέωση των συμβάσεων των 5.500 πτυχιούχων του δημοσίου που είχαν προσληφθεί μέσω προγράμματος του ΟΑΕΔ, αφήνοντας, στη δευτερολογία «παράθυρο» μόνο για νέο πρόγραμμα. 

Ο πρωθυπουργός τάχθηκε παράλληλα κατά των προσλήψεων στο δημόσιο τομέα «ειδικά εκτός ΑΣΕΠ», όπως είπε χαρακτηριστικά και σημείωσε ότι η κυβέρνηση της ΝΔ έχει πρώτιστο στόχο τη δημιουργία θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα και όχι στη δημιουργία θέσεων εργασίας στο δημόσιο. «Η υποτιθέμενη μη επέκταση των συμβάσεων ορισμένου χρόνου στο Δημόσιο. Αναφέρεται ο κ. Τσίπρας στην ερώτησή του στο: «Τι κάνουμε με τους 5.500 επιστήμονες άνεργους πτυχιούχους ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, οι οποίοι εντάσσονται στο πρόγραμμα του ΟΑΕΔ». Αναρωτιέμαι, κ. Τσίπρα, όταν θίγετε αυτό το ζήτημα δεν γνωρίζετε ότι οι συγκεκριμένοι εργαζόμενοι υπέγραψαν μία σύμβαση ορισμένου χρόνου; Και δεν γνωρίζετε ότι η ίδια η προκήρυξη την οποία βγάλατε εσείς, στο κεφάλαιο 6, γράφει παράταση ή σύναψη νέας σύμβασης κατά το αυτό ημερολογιακό έτος ή μετατροπή σε σύμβαση αορίστου χρόνου, είναι άκυρες; Δεν τα γνωρίζετε αυτά; Εξακολουθείτε να κοροϊδεύετε τους νέους συμπολίτες μας, κλείνοντας το μάτι σε παράνομα βολέματα. Εγώ πάλι θα επιμείνω. Θα κλείνω την πόρτα στους διορισμούς από το παράθυρο. Να, λοιπόν, ποιος πρεσβεύει το παλιό και ποιος πρεσβεύει το νέο», είπε χαρακτηριστικά.

«Δεν μπορεί να υπάρχει ισχυρή χώρα χωρίς ισχυρές ιδιωτικές επιχειρήσεις, ούτε ακμαίες επιχειρήσεις χωρίς ικανοποιημένους εργαζόμενους» πρόσθεσε, υπενθυμίζοντας πως ήταν μία συμφωνία αλήθειας που είχε κάνει η κυβέρνηση προεκλογικά.

«Αυτή τη συμφωνία αλήθεια τηρούμε απαρέγκλιτα στους επτά μήνες που είμαστε στην κυβέρνηση» κατέληξε, κατηγορώντας τον Αλέξη Τσίπρα πως «μπόρεσε σε ένα τόσο σημαντικό θέμα να χωρέσει τριπλάσια ψέματα και ανακρίβειες, παρουσίασε στρεβλή εικόνα της πραγματικότητας».

«Πολλά από τα στοιχεία που επικαλούνται τα κόμματα θα αποδείξω πως είναι ψεύτικα και παραπλανητικά» είπε ο κ. Μητσοτάκης, αναδεικνύοντας, όπως είπε, έξι ψέματα.

Μεταξύ άλλων, κατηγόρησε τον ΣΥΡΙΖΑ πως υποκριτικά λέει η αξιωματική αντιπολίτευση για απολύσεις, αντίθετα οι εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης αυξήθηκαν και είναι 65.718 περισσότεροι από πέρσι.

«Λένε πως χάνονται μόνιμες θέσεις εργασίας υπέρ της μερικής απασχόλησης. Όμως φέτος έχουμε περισσότερους μόνιμους εργαζόμενους, σε σχέση με πέρσι» συνέχισε ο κ. Μητσοτάκης, ενώ για τις συλλογικές συμβάσεις τόνισε: «Επιμένουν πως δήθεν επί δικής μας θητείας καταστρατηγούνται οι συλλογικές διαπραγματεύσεις. Η αλήθεια είναι πως εξαίρεση προβλέπεται μόνο εάν το αποφασίσουν οι ίδιοι οι κοινωνικοί εταίροι να σώσουν μία επιχείρηση. Ο κανόνας ισχύει παντού, απόδειξη η συλλογική σύμβαση που υπογράφηκε τον Δεκέμβριο για τους εργαζόμενους σε τουριστικά και επισιτιστικά καταστήματα».

 

ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ:

Ομιλία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή, στη συζήτηση σύμφωνα με το άρθρο 142Α του Κανονισμού της Βουλής, με αντικείμενο την ενημέρωση του Σώματος για την κυβερνητική πολιτική σχετικά με τα εργασιακά θέματα

Ευχαριστώ κύριε Πρόεδρε. Να ευχηθώ χρόνια πολλά στις εορτάζουσες και στους εορτάζοντες. Και κάνω μία ευχή. Το κλίμα της αγάπης της σημερινής μέρας να βρει αντανάκλαση στη σημερινή συνεδρίαση.

Κατ’ αρχάς, να εξηγήσω λίγο το σκεπτικό του τρόπου με τον οποίον είναι διαρθρωμένη η σημερινή συζήτηση. Δέχθηκα δύο επίκαιρες ερωτήσεις, από τον κ. Τσίπρα και από τον κ. Κουτσούμπα, με παρεμφερές αντικείμενο: Το ζήτημα των εργασιακών θεμάτων. Κατά συνέπεια επέλεξα να χρησιμοποιήσω το σχετικό άρθρο του Κανονισμού της Βουλής και να μετατρέψω τη συζήτηση αυτή σε μια συζήτηση που θα δώσει τη δυνατότητα συμμετοχής σε όλους τους πολιτικούς αρχηγούς, με αντικείμενο τα εργασιακά ζητήματα, στο πλαίσιο του Κανονισμού, όπως τον ανέπτυξε ο Πρόεδρος της Βουλής.

Είμαστε λοιπόν σήμερα εδώ να συζητήσουμε για τα εργασιακά, όχι μόνο γιατί η δημιουργία πολλών καλοπληρωμένων θέσεων εργασίας αποτελεί αδιαπραγμάτευτη κυβερνητική προτεραιότητα, ούτε απλώς γιατί πολλά από τα στοιχεία τα οποία επικαλούνται τα κόμματα πάνω στα οποία στηρίχθηκε η σημερινή συνεδρίαση θα αποδείξω ότι είναι και ψεύτικα και παραπλανητικά. Προκάλεσα τη σημερινή συνεδρίαση επειδή πιστεύω ότι ειδικά στα ζητήματα που αφορούν στον κόσμο της εργασίας, αποτυπώνονται με ξεκάθαρο τρόπο οι διαφορετικές ιδεολογικές μας αντιλήψεις. Εμείς πιστεύουμε στην παραγωγή νέου πλούτου, στον οποίο θα έχουν μερίδιο όλοι. Δεν πιστεύουμε ότι τα προσωρινά επιδόματα ανακούφισης αποτελούν τη λύση στα προβλήματα της κοινωνικής ανισότητας.

Η καλύτερη κοινωνική πολιτική στη χώρα -το έχω πει πολλές φορές από τότε που ήμουν Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης- είναι να δημιουργούμε πολλές, καλές νέες θέσεις εργασίας. Δεν μπορεί λοιπόν να υπάρχει ισχυρή χώρα χωρίς ισχυρές ιδιωτικές επιχειρήσεις. Δεν μπορούν όμως να υπάρχουν και ακμαίες επιχειρήσεις χωρίς ικανοποιημένους εργαζόμενους. Αυτή άλλωστε ήταν και η «Συμφωνία Αλήθειας» την οποία υπογράψαμε με τον κόσμο των επιχειρήσεων προεκλογικά. Είπαμε ξεκάθαρα ότι εμείς μειώνουμε τους φόρους, απλοποιούμε το αδειοδοτικό περιβάλλον, διευκολύνουμε τις επιχειρήσεις στο μέτωπο της ρευστότητας και οι επιχειρήσεις με τη σειρά τους έχουν υποχρέωση να επενδύουν στην Πατρίδα μας, αλλά πρωτίστως να φροντίζουν τους εργαζόμενούς τους. Αυτή τη «Συμφωνία Αλήθειας» τηρούμε απαρέγκλιτα στους επτά μήνες που είμαστε στην Κυβέρνηση. Και λυπάμαι, ειλικρινά, που για ένα τόσο σημαντικό θέμα, ο κ. Τσίπρας μπόρεσε να χωρέσει στην ερώτησή του, μέσα σε δύο σελίδες, τριπλάσια ψέματα και ανακρίβειες, παρουσιάζοντας για ακόμα μια φορά μία στρεβλή εικόνα της πραγματικότητας.

Πάμε, λοιπόν, να δούμε τα στοιχεία τα οποία παρουσιάζει ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης για να απαντήσω και εγώ με τη σειρά μου με συγκεκριμένα δεδομένα.

Ισχυρίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ ότι σήμερα στην Ελλάδα υπάρχει αύξηση της ανεργίας. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η ανεργία το Νοέμβριο υποχώρησε στο 16,5% από το 18,6% του αντίστοιχου μήνα επί ΣΥΡΙΖΑ.

Δεύτερη ανακρίβεια. Υποκριτικά εξακολουθεί να ισχυρίζεται η Αξιωματική Αντιπολίτευση ότι σήμερα υπάρχει ρεκόρ απολύσεων. Η αλήθεια είναι  ότι, αντί για απολύσεις, τους τελευταίους μήνες οι εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης αυξήθηκαν. Για την ακρίβεια είναι 65.718 περισσότεροι από πέρυσι. Όπως περισσότερες είναι και οι επιχειρήσεις που τους απασχολούν. 257.313 ήταν το 2018, 265.212 το 2019.

Τρίτο ψέμα. Διατείνεται η Αξιωματική Αντιπολίτευση ότι τάχα υποβαθμίστηκε η Επιθεώρηση Εργασίας και ότι έτσι ανθεί η παραβατικότητα στην αγορά εργασίας. Ποια είναι η αλήθεια; Το δεύτερο εξάμηνο του 2019 έγιναν 1.000 έλεγχοι περισσότεροι από το αντίστοιχο διάστημα του 2018. Στο πρώτο εξάμηνο της δικής μας διακυβέρνησης, το δεύτερο εξάμηνο του 2019 τα ελεγκτικά κέντρα του ΕΦΚΑ, ο δεύτερος μηχανισμός που έχουμε στη διάθεσή μας για να ελέγχουμε την παραβατικότητα στην αγορά εργασίας, έλεγξαν 26.004 περιπτώσεις έναντι πόσων επί του τελευταίου εξαμήνου της δικής σας διακυβέρνησης; 11.628.

Τέταρτο ψέμα. Υποστηρίζει η Αξιωματική Αντιπολίτευση ότι χάνονται μόνιμες θέσεις εργασίας υπέρ της μερικής ή της εκ περιτροπής απασχόλησης. Ποια είναι η αλήθεια; Φέτος έχουμε 1.374.482 μόνιμους εργαζόμενους, 65.718 περισσότερους από πέρυσι. Και για πρώτη φορά μετά την τετραετία ΣΥΡΙΖΑ, όπου σημειώθηκε και η πολύ μεγάλη έξαρση στη μερική απασχόληση, σημειώνεται αύξηση του μεριδίου της πλήρους απασχόλησης στη συνολική απασχόληση.

Ψέμα πέμπτο. Επιμένει η Αξιωματική Αντιπολίτευση ότι δήθεν επί δικής μας θητείας και επί της Υπουργίας του κ. Βρούτση καταστρατηγούνται οι συλλογικές διαπραγματεύσεις. Η αλήθεια είναι ότι εξαίρεση προβλέπεται μόνο εάν οι ίδιοι οι κοινωνικοί εταίροι αποφασίσουν να σώσουν μία επιχείρηση. Και καλώς προβλέπεται αυτή η εξαίρεση σε περιπτώσεις που με τη σύμφωνη γνώμη εργαζομένων και εργοδοσίας μία επιχείρηση, για να αποφύγει το φάσμα της χρεοκοπίας, που θα οδηγήσει νομοτελειακά στην απόλυση όλων των εργαζομένων, μπορεί να ζητήσει και να συμφωνηθεί μία εξαίρεση από τις συλλογικές συμβάσεις. Ο κανόνας όμως των συλλογικών συμβάσεων ισχύει πάντοτε. Απόδειξη, αυτή η οποία υπογράφηκε μόλις τον Δεκέμβρη. Κλαδική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας για τους όρους αμοιβής και εργασίας του προσωπικού των πάσης φύσης τουριστικών και επισιτιστικών καταστημάτων ολόκληρης της χώρας.

Και έκτο ψέμα: Η υποτιθέμενη μη επέκταση των συμβάσεων ορισμένου χρόνου στο Δημόσιο. Αναφέρεται ο κ. Τσίπρας στην ερώτησή του στο: «Τι κάνουμε με τους 5.500 επιστήμονες άνεργους πτυχιούχους ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, οι οποίοι εντάσσονται στο πρόγραμμα του ΟΑΕΔ». Αναρωτιέμαι, κ. Τσίπρα, όταν θίγετε αυτό το ζήτημα δεν γνωρίζετε ότι οι συγκεκριμένοι εργαζόμενοι υπέγραψαν μία σύμβαση ορισμένου χρόνου; Και δεν γνωρίζετε ότι η ίδια η προκήρυξη την οποία βγάλατε εσείς, στο κεφάλαιο 6, γράφει παράταση ή σύναψη νέας σύμβασης κατά το αυτό ημερολογιακό έτος ή μετατροπή σε σύμβαση αορίστου χρόνου, είναι άκυρες; Δεν τα γνωρίζετε αυτά; Εξακολουθείτε να κοροϊδεύετε τους νέους συμπολίτες μας, κλείνοντας το μάτι σε παράνομα βολέματα. Εγώ πάλι θα επιμείνω. Θα κλείνω την πόρτα στους διορισμούς από το παράθυρο. Να, λοιπόν, ποιος πρεσβεύει το παλιό και ποιος πρεσβεύει το νέο.

Η κοινωνική ευημερία εξαρτάται από το αν δημιουργούνται καθημερινά πιο πολλές και καλύτερες θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. Το Κράτος έχει ουσιαστικό ρόλο να παίξει μέσα από ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης -θα έρθω σε αυτό το θέμα στη συνέχεια της ομιλίας μου- αλλά ο ιδιωτικός τομέας θα δώσει την απάντηση στο πρόβλημα της ανεργίας. Όχι από προσλήψεις στο Δημόσιο και πάντως όχι εκτός διαδικασιών ΑΣΕΠ, με διαδικασίες οι οποίες, δυστυχώς, συντηρούν πελατειακές σχέσεις και δημιουργούν συχνά πλασματικές ανάγκες. Αυτή ήταν η πραγματικότητα την οποία κληρονομήσαμε. Και γι’ αυτό και οι επιχειρήσεις πρέπει να διευκολύνονται στο να προσλαμβάνουν ευκολότερα.  Όπως ευκολότερα πρέπει να ελέγχονται και οι λόγοι για τους οποίους λύνεται μια εργασιακή σχέση. Για να το πω διαφορετικά: Κοινωνία και οικονομία ευημερούν όταν επιχειρήσεις ιδρύονται, αναπτύσσονται και έχουν τη δυνατότητα ευκολότερα να προσλαμβάνουν νέους εργαζόμενους. Από την άλλη πλευρά, η δική μας πολιτική θέλει η Ελλάδα να συγκλίνει προς τους διεθνείς και ευρωπαϊκούς κανόνες προστασίας της εργασίας και όχι να αποκλίνει. Και γι’ αυτό, άλλωστε, το Υπουργείο, από την πρώτη στιγμή, έχει επιλέξει ως οδηγό του τον αναθεωρημένο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη.

Αγαπητοί συνάδελφοι,

Μπορεί η Αξιωματική Αντιπολίτευση να επινοεί σκιές και να σκεπάζει και πάλι την αλήθεια γύρω μας. Δεν μπορείτε ωστόσο -ό,τι και να λέτε- να κρύψετε την πραγματικότητα. Η Ελλάδα έχει γυρίσει για τα καλά σελίδα. Τη βελτίωση της οικονομίας την πιστοποιούν όλοι οι αξιόπιστοι δείκτες. Το κόστος του δημόσιου δανεισμού -η καλύτερη και πιο αντικειμενική ένδειξη του πώς οι αγορές αντιλαμβάνονται την κατάσταση στην οικονομία στη χώρας μας- αποκλιμακώνεται με ταχύτατους ρυθμούς. Σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα δανειζόμαστε, για πρώτη φορά, με αρνητικό επιτόκιο. Για πρώτη φορά, η χώρα μας εξέδωσε 15ετές ομόλογο με την προσφορά να καλύπτει 7,5 φορές τη ζήτηση. Και γνωρίζετε καλά γιατί το 15ετές ομόλογο είναι τόσο σημαντικό, διότι η περίοδος αποπληρωμής του ξεπερνάει τον ορίζοντα του 2032, έτος ορόσημο για τη βιωσιμότητα του χρέους. Και μόλις προχθές η απόδοση του 10ετούς κρατικού ομολόγου έπεσε κάτω από το 1%.

Ακούω συχνά την Αντιπολίτευση να ισχυρίζεται ότι όλα αυτά τα οποία λέμε στην Ελλάδα είναι αποτέλεσμα μιας επικοινωνιακής καταιγίδας, μίας στήριξης μοναδικής την οποία απολαμβάνει η Κυβέρνηση από τα εγχώρια Μέσα Ενημέρωσης. Αυτά δεν λέτε συνέχεια; Ότι τα έχουμε βρει με την εγχώρια διαπλοκή και κατά συνέπεια παρουσιάζεται μία πλασματική εικόνα του τι συμβαίνει στη χώρα. Κύριε Τσίπρα, έχω εδώ ένα πολύ ωραίο πακέτο με όλα τα θετικά δημοσιεύματα από ξένες εφημερίδες για την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Δεν φαντάζομαι να πιστεύετε ότι έχουμε τη δυνατότητα να ασκήσουμε επιρροή και σε αυτούς για να γράφουν αυτά τα θετικά στοιχεία για την ελληνική οικονομία. Ούτε ένα σχόλιο δεν ακούσαμε από εσάς για τις θετικές εξελίξεις που αφορούν την αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού της χώρας, κάτι το οποίο, στο κάτω-κάτω, ωφελεί συνολικά όλη τη χώρα, δεν το πιστώνεται μόνο η δική μας Παράταξη.

Η οικονομία μας βαθμολογείται όλο και πιο θετικά από τους οίκους αξιολόγησης, απέχει μόλις δύο θέσεις από το καθεστώς επενδυτικής βαθμίδας. Είχα θέσει στις προγραμματικές δηλώσεις της Κυβέρνησης έναν φιλόδοξο στόχο, πριν από επτά μήνες: Ότι η Ελλάδα θα επιστρέψει σε επενδυτική βαθμίδα το πρώτο εξάμηνο του 2021. Ο στόχος αυτός θα υλοποιηθεί από αυτή την Κυβέρνηση. Ο Δείκτης Οικονομικής Εμπιστοσύνης είναι στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 12 ετών, έξι μονάδες πάνω από το μέσο όρο της Ευρωζώνης. Ενώ στο εσωτερικό και η άνοδος των ιδιωτικών καταθέσεων, 7 δισ. περισσότερες το τελευταίο επτάμηνο, δεν καταδεικνύει μόνο την εμπιστοσύνη των πολιτών στο τραπεζικό σύστημα, αλλά ενισχύει και τη ρευστότητα των τραπεζών, ώστε να μπορέσουν επιτέλους να χρηματοδοτήσουν την πραγματική οικονομία. Κάτι το οποίο νομίζω αξίζει να υπογραμμιστεί, η κτηματαγορά, η αγορά ακινήτων επιστρέφει στην άνθηση. Αυξήθηκαν κατά 25% οι οικοδομικές άδειες το τελευταίο 6μηνο, αυξήθηκαν και οι αξίες των ακινήτων. Η αύξηση στις τιμές των ακινήτων ενδέχεται να ξεπεράσει και το 10% καθ’ όλη τη διάρκεια του 2019. Και αυτό δίνει αξία στα ακίνητα όλων των Ελλήνων. Γιατί ο τομέας των ακινήτων υπήρξε ανέκαθεν μοχλός για τη μεγέθυνση της ελληνικής οικονομίας. Δίπλα στις υπόλοιπες ενδείξεις καθιστά πιο ρεαλιστικό το στόχο μας για ανάπτυξη 2,8%. Ήδη η Ευρωπαϊκή Ένωση αναθεώρησε μόλις χθές προς τα πάνω τις προβλέψεις της για την ελληνική οικονομία. Εκτιμούμε ότι θα τις αναθεωρήσει κι άλλο, καθώς τα θετικά νέα από την πορεία της οικονομίας για το 2020 θα προστίθενται στην πολύ καλή αρχή που έχουμε ήδη κάνει.

Έχουμε έρθει ως Κυβέρνηση αποφασισμένοι να υλοποιήσουμε τολμηρές μεταρρυθμίσεις και να βάλουμε ένα τέρμα στην καθήλωση των τελευταίων ετών. Μπροστά σε αυτό εσείς -που βαρύνεστε πια με μία κυβερνητική θητεία 4,5 ετών- καλλιεργείτε το φόβο απέναντι σε οποιαδήποτε αλλαγή. Τίποτα ανακριβέστερο. Μόνο η καθυστέρηση και η αδράνεια βλάπτουν σήμερα σοβαρά την ελληνική κοινωνία.

Ο στόχος μας ήταν από την πρώτη στιγμή ξεκάθαρος: Να ξεκολλήσουμε από την αναιμική οικονομική ανάπτυξη που στηριζόταν στην υπερφορολόγηση. Ο τρόπος για να γίνει αυτό είναι η αύξηση των επενδύσεων και του εισοδήματος και η μείωση των φόρων, η ενίσχυση της παραγωγής και των εξαγωγών και η αύξηση της απασχόλησης, κυρίως της πλήρους απασχόλησης.

Μας κληροδότησε η προηγούμενη Κυβέρνηση υπερφορολόγηση της εργασίας. Εμείς τη μειώνουμε αρχίζοντας από τους χαμηλόμισθους. Μας αφήσατε υψηλές, υψηλότατες, ασφαλιστικές εισφορές. Εμείς τις μειώνουμε ξεκινώντας από τους πλήρως απασχολούμενους. Το κάνουμε ήδη στο ασφαλιστικό νομοσχέδιο και θα συνεχίσουμε και τα επόμενα χρόνια. Η οικονομική μας αντίληψη έχει έντονο κοινωνικό περιεχόμενο. Η πορεία της εθνικής οικονομίας πρέπει να αντανακλάται στο καθημερινό εισόδημα του κάθε νοικοκυριού, αλλά η ανάπτυξη δεν επιτυγχάνεται ερήμην της αγοράς και δεν ευδοκιμεί χωρίς την πρόοδο του κόσμου της εργασίας. Οι επιλογές μας συνεπώς στα πεδία τόσο της επιχειρηματικότητας, όσο και της παραγωγής είναι αλληλένδετες. Όσες φορές το Κράτος επιχείρησε να ασκήσει το ρόλο του επιχειρηματία, όπως στην περίπτωση της ΛΑΡΚΟ που τώρα αγωνιζόμαστε για να πάψει να είναι μια «μαύρη τρύπα», χαμένοι βγήκαν ο υγιής ανταγωνισμός, η πραγματική οικονομία και στο τέλος της ιστορίας οι ίδιοι οι εργαζόμενοι. Αυτοί είναι οι μεγάλοι χαμένοι από αυτές τις πολιτικές. Όσες φορές κυβερνήσεις ποδηγέτησαν την οικονομική δραστηριότητα, με αναχρονιστικές υπερ-ρυθμίσεις, χάθηκε κοινωνικός πλούτος, χάθηκαν δουλειές. Ο δικός μας δρόμος, λοιπόν, είναι διαφορετικός.

Κυρίες και  κύριοι,

Αποφεύγω να μιλάω πάρα πολύ με αριθμούς. Επικεντρώνοντας όμως στα εργασιακά, θα επικαλεστώ μερικούς. Όχι για να κουράσω, αλλά για να αποδείξω ότι σε αυτήν την περίπτωση αποτυπώνουν συγκεκριμένες πολιτικές σε δύο κατευθύνσεις: Θωράκιση του εισοδήματος των εργαζομένων και τόνωση της απασχόλησης μέσω επενδύσεων και ταυτόχρονα προστασία της εργασίας με σύγχρονες και αποτελεσματικές πρακτικές. Ο εργαζόμενος σήμερα ήδη ανακουφίζεται από τα βάρη φόρων και εισφορών. Παρά την αντίθετη προπαγάνδα σας, το αφορολόγητο παρέμεινε εκεί που ήταν και διατηρήθηκαν φυσικά και όλα τα σταθερά επιδόματα προς τους πιο αδύναμους. Ο εισαγωγικός φορολογικός συντελεστής όμως για τα εισοδήματα μέχρι 10.000 ευρώ, μειώθηκε από αυτήν την Κυβέρνηση από το 22% στο 9%. Αυτή η Κυβέρνηση μείωσε τον ΕΝΦΙΑ κατά 22% μεσοσταθμικά και 30% στα πιο αδύναμα νοικοκυριά. Αυτή η Κυβέρνηση έχει ήδη ξεκινήσει να μειώνει το ΦΠΑ σε κάποια προϊόντα, ξεκινώντας από τα φάρμακα. Μόλις προχθές καταθέσαμε τροπολογία για τη μείωση των τιμών στα ακριβά αντικαρκινικά φάρμακα και στα διαγνωστικά ραδιοφάρμακα. Ενώ ταυτόχρονα ψηφίσαμε και μία πολύ σημαντική τροπολογία με την οποία δεν επιβαρύνονται πια με ΦΠΑ ιδρύματα τα οποία κάνουν δωρεές προς το Δημόσιο. Αυτό σημαίνει ότι αποδεσμεύονται σημαντικοί πόροι από ιδρύματα για περαιτέρω σημαντικό κοινωφελές έργο.

Από την αρχή του έτους υλοποιείται και η προεκλογική μας δέσμευση 2.000 ευρώ για κάθε παιδί που γεννιέται στην Πατρίδα μας. Και βέβαια απέναντι στην προπαγάνδα της Αντιπολίτευσης, ότι δήθεν αυτό το έκτακτο βοήθημα αντισταθμίζεται από την κατάργηση της μείωσης των εισφορών σε γυναίκες οι οποίες αποκτούν παιδί, απάντησε ξεκάθαρα ο Υπουργός Εργασίας. Καταθέτω τη δήλωσή του, δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα. Και παρακαλώ να μην επαναφέρετε αυτό το επιχείρημα στο δημόσιο διάλογο. Οι χαμηλότερες εισφορές έρχονται να πλαισιώσουν τα μέτρα ενίσχυσης του διαθέσιμου εισοδήματος των μισθωτών.

Ταυτόχρονα, οι παράλληλες φοροελαφρύνσεις για την επιχειρηματικότητα φέρνουν ήδη τα πρώτα αποτελέσματα. 4.085 περισσότερες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις ιδρύθηκαν συγκριτικά με το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι το αντίστοιχο εξάμηνο. Καταθέτω τον σχετικό πίνακα. Και βέβαια, όπως γνωρίζετε, έχουμε ήδη εγκρίνει πολλές σημαντικές στρατηγικές επενδύσεις -δεν θα τις απαριθμήσω- που αναμένεται να προσθέσουν συνολικά δεκάδες χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας. Οι θετικές συνέπειές τους, ωστόσο, θα εκδηλωθούν εντός των επόμενων ετών. Όταν δρομολογείται μία μεγάλη στρατηγική επένδυση χρειάζονται 12-18 μήνες για να αρχίσουν να δημιουργούνται οι θέσεις εργασίας που μπορεί να δημιουργήσει. Σε βάθος τετραετίας τα θετικά αποτελέσματα από αυτές τις μεγάλες επενδύσεις θα είναι απολύτως ορατά στην ελληνική κοινωνία. Σε κάθε περίπτωση αυτές οι επενδύσεις δρουν ήδη πολλαπλασιαστικά και βελτιώνουν τη συνολική εικόνα της χώρας ως ενός ελκυστικού επενδυτικού προορισμού που μπορεί και πάλι μετά από μία δεκαετία κρίσης να προσελκύσει σημαντικά ξένα κεφάλαια.  Και όλα τα παραπάνω σκιαγραφούν μία πολιτική η οποία είναι ταυτόχρονα φιλοεπενδυτική και φιλεργατική. Γι’ αυτό μιλούσαμε πάντα και εξακολουθούμε να μιλάμε για ανάπτυξη για όλους.

Αλλά και στο δεύτερο μέτωπο το οποίο θίγετε στις ερωτήσεις σας, αυτό της προστασίας της εργασίας, έγιναν πολλά μέσα στο τελευταίο 7μηνο.  Για πρώτη φορά στην Ελλάδα θεσπίστηκε μητρώο παραβατικότητας, ώστε να ελέγχεται η αδήλωτη εργασία, η παραβίαση του ωραρίου και να υπάρχει ένα σαφές και οριοθετημένο πλέγμα κυρώσεων. Τώρα όλοι οι εργοδότες και όλοι οι εργαζόμενοι φυσικά γνωρίζουν το βάρος του αδικήματος και την ποινή που τους αναλογεί. Για παράδειγμα, με το παλιό σύστημα, ένας κακός εργοδότης θα πλήρωνε το ίδιο πρόστιμο ανεξάρτητα αν στερούσε την άδεια σε μερικούς υπαλλήλους ή στο σύνολο του προσωπικού του. Τώρα υπάρχει μια ποινή για κάθε αδικία σε κάθε εργαζόμενο. Και αυτή αυξάνεται προοδευτικά για κάθε εργαζόμενο που θίγεται. Όταν εντοπίζεται μία παρανομία σε ένα τοπικό υποκατάστημα μιας αλυσίδας, η ποινή θα αφορά το συγκεκριμένο εργασιακό χώρο, αντί να πολλαπλασιάζεται συχνά εκβιαστικά επί τον αριθμό των εγκαταστάσεων της εταιρείας ανά τη χώρα.

Από την άλλη πλευρά, συνεπείς εργοδότες θα εισέρχονται στο λευκό μητρώο, θα επιβραβεύονται με φορολογικά και ασφαλιστικά κίνητρα. Θα το ξαναπώ, οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους. Οι σχέσεις Πολιτείας και επιχειρήσεων είναι αυστηρά οριοθετημένες. Στόχος μας από την πρώτη στιγμή ήταν η ενίσχυση της μόνιμης απασχόλησης και όχι το τυφλό, ρητορικό, συχνά λαϊκίστικο κυνηγητό κάποιας θολής, κακής αλλά πάντα εξαιρετικά αφηρημένης εργοδοσίας. Έτσι το αυστηρό πρόστιμο των 10.500 ευρώ για αδήλωτη εργασία, ένα πρόστιμο το οποίο για πρώτη φορά επέβαλε αυτός ο Υπουργός Εργασίας σε προηγούμενη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, κόντρα σε σημαντικότατες αντιδράσεις τότε από τις εργοδοτικές οργανώσεις, μπορεί ναι, μπορεί να μειωθεί εάν ο συγκεκριμένος εργαζόμενος προσληφθεί αμέσως με σύμβαση πλήρους απασχόλησης τουλάχιστον για ένα χρόνο. Και δεν είναι τυχαίο ότι η αμοιβή για κάθε υπέρβαση του συμφωνημένου ωραρίου σε συμβάσεις μερικής απασχόλησης, αυξήθηκε ήδη από αυτήν την κυβέρνηση κατά 12%.

Γιατί το κάνουμε αυτό; Για να ενθαρρύνουμε τους εργαζόμενους, τους εργοδότες να μετατρέψουν συμβάσεις μερικής απασχόλησης σε μόνιμες.

Όσο για την προσήλωση στη νομιμότητα, ας σταματήσει επιτέλους η κοροϊδία. Διότι οι έλεγχοι τους οποίους διεξήγαγε αυτή η Κυβέρνηση, -όπως αποδεικνύουν τα στοιχεία τα οποία ήδη κατέθεσα στα πρακτικά-  είναι πολύ περισσότεροι από τους ελέγχους που κάνατε εσείς.

Η επόμενη μεγάλη τομή, έρχεται το επόμενο δίμηνο και αφορά το σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ 2». Το υφιστάμενο σύστημα αναβαθμίζεται, ενσωματώνοντας πλέον την ψηφιακή παρακολούθηση του χρόνου εργασίας και τη λειτουργία της κάρτας εργασίας. Τεχνολογία απλώνεται σε όλα τα επίπεδα, από το ανοιχτό μητρώο συνδικαλιστικών και εργοδοτικών οργανώσεων, μέχρι την ηλεκτρονική ψηφοφορία στα συνδικάτα και την καταγραφή της υπερεργασίας. Αν κάποιοι φοβούνται ας το γνωρίζουν. Η διαφάνεια θα αποκαλύψει εργατοπατέρες και ψευτοαφεντικά, αλλά και την καταπάτηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Και το φως θα βάλει στο περιθώριο σκοτεινές μεθοδεύσεις και στρεβλώσεις του παρελθόντος.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δύο λόγια για τις ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης που επίσης συστρατεύονται στην εθνική αναγέννηση, αποκτώντας μια νέα κατεύθυνση. Οι δράσεις αυτές δεν πρέπει να αφορούν βολέματα κομματικών φίλων, ούτε να ενεργοποιούνται ευκαιριακά. Αντιθέτως, πρέπει να στρέφονται στην απόκτηση και πιστοποίηση νέων δεξιοτήτων, πρωτίστως ψηφιακών, ώστε εκείνοι που θα παρακολουθούν τα σχετικά προγράμματα, Δήμων ή φορέων, να αποκτούν πρόσθετες δεξιότητες και αυξημένη δυνατότητα την επόμενη μέρα να απορροφηθούν από την αγορά εργασίας.

Έτσι, 111.000 άνεργοι συμπολίτες μας ξεκινούν από φέτος να εκπαιδεύονται, να καταρτίζονται, να εξειδικεύονται ώστε να αποκτούν σταθερά εφόδια για την επόμενη φάση της ζωής τους. Αναφέρω μερικά παραδείγματα μόνο από τα προγράμματα τα οποία πολύ σύντομα το Υπουργείο Εργασίας θα ανακοινώσει σε πολύ μεγαλύτερη εξειδίκευση. 52.000 νέοι μέχρι 29 ετών εισέρχονται σε προγράμματα κατάρτισης, σε τομείς δυναμικούς, όπως η ψηφιακή, η «πράσινη οικονομία», η αγροδιατροφή και ο τουρισμός. 36.500 άντρες και γυναίκες θα απασχοληθούν σε κοινωφελείς υπηρεσίες Δήμων και φορέων του Δημοσίου. 3.000 άτομα με ειδικές ανάγκες θα εξειδικευτούν σε διάφορα πεδία. 22.000 μακροχρόνια άνεργοι θα απορροφηθούν σε δράσεις ένταξης στην αγορά εργασίας. 5.000 γυναίκες θα γνωριστούν με τις πρακτικές της σύγχρονης επιχειρηματικότητας. Και 2.500 πρώην κρατούμενοι θα έχουν την ευκαιρία να επανέλθουν στην κοινωνία μέσω της εργασίας. Σε αυτούς προσθέστε και 32.500 συμπολίτες μας που θα παρακολουθήσουν τα νέα στοχευμένα προγράμματα του ΟΑΕΔ με έμφαση κυρίως στην Περιφέρεια. Θα είναι ύψους συνολικά 225 εκατομμυρίων ευρώ κι ενεργοποιούνται τις επόμενες μέρες. Πολιτικές απασχόλησης δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι ένα πρόχειρο βάλσαμο σε μία ανοιχτή πληγή. Πρέπει να γίνουν, στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό, ένα μόνιμο μέσο αντιμετώπισης του μεγάλου προβλήματος της ανεργίας.

Για επίλογο, τέλος, διάλεξα μία μεγάλη αλήθεια απέναντι σε μία ιστορία η οποία έχει τύχει αντικείμενο συστηματικής διαστρέβλωσης από την Αντιπολίτευση και θα την ονόμαζα «κατώτατος μισθός αλά ΣΥΡΙΖΑ». Μία ιστορία που αξίζει, νομίζω, να τη θυμηθούμε.

Το 2013, λοιπόν, θεσμοθετήθηκε στην Ελλάδα το κατώτατο όριο αμοιβής ενός εργαζομένου, φαντάζομαι το θυμάστε, κυρία Γεννηματά, μαζί τον ψηφίσαμε το νόμο αυτόν. Ως αντιπολίτευση τότε, τι λέγατε, κύριε Τσίπρα; «Εργασιακή γαλέρα», «μεσαίωνας». Καταψηφίσατε φυσικά τη σχετική ρύθμιση. Ως Κυβέρνηση ούτε την καταργήσατε φυσικά, ούτε τη σκίσατε με ένα νόμο και με ένα άρθρο, ούτε την εφαρμόσατε όμως, την ξεχάσατε. Θα μπορούσατε να είχατε προχωρήσει ήδη στην αύξηση του κατώτατου μισθού από την 1 Ιανουαρίου του 2017. Τη θυμηθήκατε προεκλογικά για να την εμφανίσετε ως μία δήθεν δική σας προσφορά προς τους πιο αδύναμους. Και, ναι το αυξήσατε 11%. Αν το αυξάνατε κάθε χρόνο από το 2017, το 2018 και το 2019, πάλι στο ίδιο επίπεδο θα ήμασταν και θα είχαν ωφεληθεί και οι εργαζόμενοι το 2017 και το 2018.

Τώρα μας ρωτάτε, τι μας ρωτάτε; Αν θα εφαρμόσουμε ένα νόμο τον οποίο εμείς ψηφίσαμε; Εσείς τον πολεμήσατε, μετά τον αγνοήσατε και μετά τον διαστρεβλώσατε.

Λοιπόν, αυτός ο νόμος ο 4172 θα εφαρμοστεί. Τι προβλέπει ο νόμος; Μία συγκεκριμένη διαδικασία ανάλογα με την πορεία της οικονομίας.

Η Κυβέρνηση συζητά με όλους τους κοινωνικούς εταίρους για τον κατώτατο μισθό. Με βάση αυτή τη διαβούλευση ο Υπουργός Εργασίας εισηγείται στο Υπουργικό Συμβούλιο. Πότε συμβαίνει αυτό; Το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιουνίου λαμβάνεται η σχετική απόφαση.

Καταθέτω το νόμο. Η δέσμευσή μου για αύξηση του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος που θα πρέπει να συνδέεται άμεσα με την αύξηση της βασικής αμοιβής ισχύει απόλυτα. Υπομονή, λοιπόν, μέχρι το τέλος Ιουνίου όταν θα έχουμε στη διάθεσή μας όλα τα στοιχεία και θα μπορούμε να νομοθετήσουμε με ευθύνη και ρεαλισμό.

Στο μεταξύ όμως, και κλείνω με αυτό, αν ενδιαφέρεστε τόσο πολύ για την αύξηση του κατώτατου μισθού, τότε βοηθήστε και εσείς να τονωθεί η ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας που θα την επιτρέψει, αντί να κινδυνολογείτε μονίμως για την πορεία της.

Κάντε αυτό δηλαδή που κάνουν και οι περισσότεροι Έλληνες, αντί να σπέρνετε διαρκώς ψεύτικες ανησυχίες για την κατάσταση της οικονομίας.

Θα σας συμβούλευα, αν μπορείτε, να ξεφύγετε επιτέλους από το παρελθόν σας το οποίο οι πολίτες σας θυμίζω το καταδίκασαν σε τρεις εκλογικές αναμετρήσεις.

Διαφορετικά θα ψάχνετε για πολύ καιρό τους λόγους που οι πολίτες σας γύρισαν την πλάτη και θα χρειαστούν πολλές σελίδες αυτοκριτικής στο κείμενο που μαθαίνω ότι θα συζητήσετε με τους συντρόφους σας αυτό το Σαββατοκύριακο. Καλό κουράγιο, κύριε Τσίπρα, για το Σαββατοκύριακο που έχετε μπροστά σας.

Πηγή