Η ψώρα μπορεί να προσβάλει τον καθένα, ανεξαρτήτως κοινωνικοοικονομικής κατάστασης και προσωπικής υγιεινής. Ευτυχώς αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά.
Την ψώρα επανέφερε στο προσκήνιο η περίπτωση των έξι ανηλίκων αλλοδαπών, που νοσηλεύονται στην απομόνωση του Γενικού Κρατικού Νικαίας μολυσμένοι με το υπαίτιο παράσιτο. Τί είναι, όμως, η ψώρα, πώς αντιμετωπίζεται και πόσο εύκολο (ή δύσκολο) είναι να μεταδοθεί;
Όπως αναφέρει ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ), η ψώρα είναι μία δερματοπάθεια που προκαλείται από παράσιτο, το άκαρι της ψώρας. Τα μικροσκοπικά ακάρεα διανοίγουν σήραγγες στην επιδερμίδα, όπου ζουν και εναποθέτουν τα αυγά τους.
Η μόλυνση με αυτά γίνεται με την στενή επαφή με έναν πάσχοντα ή μερικές φορές με αντικείμενα που χρησιμοποίησε. Ειδικότερα, στις απλές περιπτώσεις μολύνεται κανείς από την άμεση και παρατεταμένη επαφή δέρμα με δέρμα κατά την περίοδο μεταδοτικότητας. Επομένως, μια σύντομη χειραψία ή ένα απλό αγκάλιασμα συνήθως δεν μεταδίδουν τη νόσο.
Αν όμως πρόκειται για νορβηγική ψώρα (προκαλεί βαρύτερη μορφή της νόσου), το παράσιτο μπορεί να μεταδοθεί και με την σύντομη επαφή δέρμα με δέρμα. Μπορεί επίσης να μεταδοθεί με την έκθεση σε ρούχα, κλινοσκεπάσματα ή ακόμα και σε έπιπλα που χρησιμοποίησε ο ασθενής.
Πότε εμφανίζονται τα συμπτώματα
Δύο έως έξι εβδομάδες μετά τη μόλυνση ο ασθενής εκδηλώνει το κύριο σύμπτωμα της ψώρας: έντονο και επίμονο κνησμό. Ο κνησμός εμφανίζεται κυρίως κατά τις νυκτερινές ώρες, ενώ συνοδεύεται από μικροσκοπικά σπυράκια.
Αν πρόκειται για επαναμόλυνση του πάσχοντος, ο κνησμός εμφανίζεται πολύ συντομότερα (μέσα σε 1-4 ημέρες).
Ο ασθενής είναι μεταδοτικός από τη στιγμή που μολύνεται έως και την καταστροφή των ενήλικων παρασίτων και των αυγών τους. Η καταστροφή αυτή συνήθως επιτυγχάνεται 24 ώρες μετά την εφαρμογή της πρώτης θεραπείας.
Η θεραπεία γίνεται συνήθως με επάλειψη στο δέρμα ειδικών, παρασιτοκτόνων σκευασμάτων. Αν ο κνησμός δεν υποχωρήσει μετά από 2-4 εβδομάδες θεραπείας ή αν εμφανιστούν νέες δερματικές βλάβες, η θεραπεία πιθανώς πρέπει να επαναληφθεί.
Εκτός από τον ίδιο τον πάσχοντα, θεραπεία χορηγείται για προληπτικούς λόγους και στα άτομα που ήρθαν σε στενή επαφή μαζί του. Παραδείγματος χάριν:
- Στα μέλη της οικογένειάς του
- Στους συμμαθητές του με τους οποίους μοιράζεται ρούχα ή έχουν στενή επαφή κατά το παιχνίδι
- Στους σεξουαλικούς συντρόφους
Πρόσθετα μέτρα
Μετά τη διάγνωση της ψώρας, συνιστάται να λαμβάνονται αυξημένα μέτρα υγιεινής στον χώρο όπου ζει (ή ζούσε) ο ασθενής. Μεταξύ αυτών συμπεριλαμβάνονται τα εξής:
- Καλός καθαρισμός του χώρου με κοινά απορρυπαντικά και ηλεκτρική σκούπα
- Πλύσιμο των ρούχων και των κλινοσκεπασμάτων που χρησιμοποίησε ο ασθενής την εβδομάδα πριν νοσήσει, στην υψηλότερη δυνατή θερμοκρασία. Πρέπει να είναι πάνω από 50 βαθμούς Κελσίου, με τον κύκλο της πλύσης στο πλυντήριο να διαρκεί τουλάχιστον 10 λεπτά. Στις συνθήκες αυτές σκοτώνονται τόσο τα ενήλικα παράσιτα όσο και τα αυγά της ψώρας. Εναλλακτικά, το πλύσιμο πρέπει να γίνεται σε λεκάνη με καυτό νερό και σαπούνι.
- Τα ρούχα πρέπει να στεγνώνονται είτε στο στεγνωτήριο είτε απλωμένα στον ήλιο. Ύστερα πρέπει να σιδερώνονται.
- Εναλλακτικά, τα ρούχα και τα κλινοσκεπάσματα του ασθενούς μπορούν να αφεθούν για 5-7 ημέρες σε ένα δωμάτιο, κλεισμένα σε αεροστεγείς σακούλες. Το παράσιτο δεν επιβιώνει επί περισσότερο από 2-3 ημέρες εκτός του ανθρώπινου σώματος.
- Αν ο ασθενής έχει εκτεταμένες δερματικές βλάβες, πρέπει να γίνει καθαρισμός με ηλεκτρική σκούπα στα έπιπλα και κάλυψη με πλαστικό. Αυτό συνιστάται για 5-7 ημέρες.
- Αν δεν μπορεί να γίνει τίποτα από τα παραπάνω, μόνο τότε μπορεί να χρησιμοποιηθεί κοινό εντομοκτόνο του εμπορίου εγκεκριμένο για οικιακή χρήση. Ωστόσο αυτό θα πρέπει να απομακρυνθεί από τις επιφάνειες ή/και τα αντικείμενα πριν ξαναχρησιμοποιηθούν.